Εχουν τόσα γραφεί για την αποκαλυπτική, για την εν γένει επιστήμη, θεωρία του Φρόιντ για το οιδιπόδειο σύμπλεγμα και παράλληλα για το σύμπλεγμα της Ηλέκτρας (τις απωθημένες ερωτικές επιθυμίες γιου προς τη μητέρα και κόρης προς τον πατέρα), ώστε έμεινε λίγο στο ουδέτερο έδαφος της έρευνας μια άλλη, εξίσου ερευνητικά ενδιαφέρουσα, πλευρά του τραγικού ήρωα. Η πολιτική έπαρση. Υπάρχουν βέβαια αξιόλογες προσεγγίσεις που «βλέπουν» τον τύραννο μέσα από το πολιτιστικό μοντέλο του δημοκρατικού πολιτεύματος της Αθήνας του 5ου αιώνα π.Χ. Πράγματι, αν κανένας αντιπαραβάλει μεγάλα σύγχρονα κείμενα με την τραγωδία του Σοφοκλή, θα αναγνωρίσει πως ο προβληματισμός γύρω από τη δομή της προσωπικότητας του ηγέτη που καλλιεργεί η εποχή είναι επικεντρωμένος στα ίδια κύρια θέματα. Η κριτική που ασκεί ο Θουκυδίδης στους ηγέτες του Πελοποννησιακού Πολέμου και οι αριστουργηματικές προσωπογραφίες που συντάσσει ως τελικό πόρισμα της παρουσίας τους στην ιστορική σκηνή (Περικλής, Αλκιβιάδης, Νικίας, Κλέων), όπως και το έξοχο πορτρέτο του Αγησιλάου από τον Ξενοφώντα, τα προσόντα που αναζητούν ο Ισοκράτης, ο Λυσίας και κυρίως ο Σωκράτης στα «Απομνημονεύματα» του Ξενοφώντα, αλλά και οι σημαντικοί σοφιστές, στον ιδανικό ηγέτη και στον φαύλο επίσης. Ο σύγχρονος Αριστοφάνης στους «Ιππείς» γύρω από αυτό το δίπολο συγκροτεί την έξοχη πολιτικότερή του κωμωδία, για να καταλήξει, στην εποχή της παρακμής των θεσμών (και στη διαχρονία…), πως αν θες να πολεμήσεις μια φαύλη πολιτική ηγεσία μόνο με μια πιο φαύλη από αυτήν θα το κατορθώσεις!

Θυμίζω ότι ο χαρακτηρισμός «τύραννος» για τον Οιδίποδα αλλά και για κάθε άλλον εκείνη την εποχή ηγεμόνα δεν έχει, ως περιεχόμενο της έννοιας, καμία σχέση με τη σημερινή σημασία της λέξης. Τύραννοι στην αρχαιότητα ήταν οι ηγέτες που δεν ανήκαν σε κληρονομικές εξουσίες, σε οικογένειες βασιλέων. Για την αντίληψη των συγχρόνων τους αλλά και για τους ιστορικούς (ακόμη και τον Μαρξ) οι τύραννοι σε σχέση με τα καθεστώτα που αντικατέστησαν ήταν «προοδευτικοί» ηγεμόνες. Δεν όφειλαν την αυθεντία τους σε κάποιο θεό, ημίθεο ή σε θεσμούς, παρέπεμπαν στην παράδοση ή στους τοπικούς περί ηρώων μύθους. Οι τύραννοι ήταν προβεβλημένοι και «ικανοί» να ασκήσουν εξουσία, υποστηριζόμενοι από ταξικά συμφέροντα, επαγγελματικές συντεχνίες ή ανερχόμενες νέες κοινωνικές ομάδες στον ορίζοντα της Ιστορίας. Και βέβαια ευάλωτοι και αναλώσιμοι. Ο Πεισίστρατος υποστηρίχθηκε από τους αλιείς, τους αγρότες και τους τεχνίτες της Αττικής ενάντια στην αριστοκρατία του πλούτου. Οταν λοιπόν ο αρχαίος θεατής πήγαινε στο Θέατρο του Διονύσου να δει τον «Οιδίποδα τύραννο» του Σοφοκλή, γνώριζε τι σήμαινε αυτή η προσωνυμία. Κι όντως ο Οιδίποδας έφτασε στη Θήβα μόνος, ανώνυμος, χωρίς ιστορία, χωρίς αξίωμα και ανέστιος. Εβρισκε μια πόλη τρομοκρατημένη. Είχε δολοφονηθεί ο βασιλιάς από ανώνυμο φονιά στον δρόμο του προς τους Δελφούς και ένα τέρας, η Σφίγγα, ήλεγχε την παροχή του ύδατος στην πόλη και ζητούσε ως λύτρα τη θυσία στις ορέξεις του τού άνθους της νεολαίας της πόλης. Εθετε ως όρο απελευθέρωσης τη λύση ενός αινίγματος.

Ο Οιδίποδας, ο ξένος, ο άρριζος, λύνει το αίνιγμα και ως βραβείο νυμφεύεται τη χήρα του δολοφονημένου βασιλιά.

Η έρευνα έχει σταθμεύσει συχνά στη συγκυρία που συναρτά την ιστορία του Οιδίποδα, όπως τη διαχειρίζεται ο Σοφοκλής, με τα ιστορικά γεγονότα που ταλανίζουν το Αστυ στην εποχή του Περικλή. Ο Περικλής αναδείχθηκε ηγέτης προερχόμενος από ένα δημοκρατικό πολιτικό κόμμα ύστερα από μια κρίση των θεσμών. Ενας άλλος μέγας ποιητής, ο Αισχύλος, έχει παραδώσει στη συνείδηση της Ιστορίας την «Ορέστεια», τη θεσμική ταραχή που έχει οδηγήσει σε τραγικά γεγονότα. Ο δημοκρατικός ηγέτης Εφιάλτης, όταν ανεδείχθη διαχειριστής των θεσμών και των διαδικασιών τους στην Αθήνα, μία από τις πρώτες ενέργειές του ήταν να αλλάξει έναν στέρεο και επιτυχημένο θεσμό του Σόλωνα. Ο Σόλωνας στη ριζική αναδιάρθρωση των νόμων της Αθήνας δημιούργησε τον θεσμό του Αρειου Πάγου, ο οποίος ήταν ανώτατο δικαστήριο ουσίας, επιφορτισμένο να δικάζει φόνους. Οριζε ο ιδρυτικός νόμος του το δικαστήριο να συγκροτείται από πολίτες γνήσιους Αθηναίους (όχι μετοίκους ή γόνους μεικτών γάμων), οι οποίοι να διανύουν βίο ώριμης ηλικίας (άρα αρκούντως έμπειροι) και συνάμα βίο ανεπίληπτο ηθικά και πολιτικά. Να έχουν ασκήσει δημόσια λειτουργήματα και να μην έχουν κατηγορηθεί για παράνομες πράξεις.

Ενας πολίτης που έχει υπηρετήσει στον στρατό, έχει διαχειριστεί δημόσιο χρήμα, έχει εκλεγεί δικαστής, δεν έχει καθήσει ποτέ στο εδώλιο και δεν έχει παραβεί τον κοινώς παραδεκτό ηθικό κανόνα, μόνον αυτός μπορεί να δικάσει έναν συμπολίτη του που έφτασε να βάψει τα χέρια του στο αίμα συμπολίτη του, συγγενούς του ή πολιτικού ή επαγγελματικού, ακόμη και αντιπάλου. Η καταδίκη ενός πολίτη για φόνο επέσυρε την ποινή του θανάτου και η απόφαση εκτελούνταν αμέσως, χωρίς προσφυγές, αναθεωρήσεις ή δεύτερο βαθμό.

Ο λαϊκιστής Εφιάλτης κατήργησε τους περιοριστικούς όρους του Σόλωνα στην εκλογή αρεοπαγιτών και επέτρεψε διά κλήρου στον κάθε πολίτη να δικάσει στον Αρειο Πάγο κατηγορούμενο πολίτη για φόνο. Η απόφαση αυτή δίχασε τον Δήμο, ξέσπασαν ταραχές βίαιες στο Αστυ και σε μια συμπλοκή δολοφονήθηκε ο Εφιάλτης. Αμέσως τον διαδέχτηκε στην εξουσία από το ίδιο κόμμα ο διάδοχός του και ευνοούμενός του πολιτικός, ο Περικλής. Η ιστορική πάντως έρευνα τείνει να δέχεται πως ο Περικλής βρισκόταν πίσω από τις οργανωμένες αντιδράσεις του Δήμου εναντίον του αναδόχου του πολιτικού. Ο Αισχύλος, ως γνωστόν, στο τρίτο μέρος της τριλογίας του «Ορέστεια» δραματοποιεί την ίδρυση από την Αθήνα του δικαστηρίου του Αρειου Πάγου, που δικάζει τον μητροκτόνο Ορέστη.

Οταν χρόνια μετά η Αθήνα με ιστορικά ελέγξιμη πολιτική πράξη του Περικλή είχε εμπλακεί στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, θυμίζω πως αφορμή του πολέμου ήταν το «μεγαρικό ψήφισμα» του αθηναίου ηγέτη, το οποίο απαγόρευε και αστυνόμευε με αποκλεισμό την προσέγγιση στα Μέγαρα πλοίων και προϊόντων (αν σας θυμίζει η ενέργεια αυτή την ανάλογη απόφαση του Κένεντι να αποκλείσει προσέγγιση ακόμη και εμπορικών πλοίων στην Κούβα, με κίνδυνο να ξεσπάσει ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος όταν ο Χρουστσόφ έστειλε πλοία με πυραύλους να διασπάσουν τον κλοιό, δεν θα είναι η σύγκριση επιπόλαιη). Τα Μέγαρα ήταν σπαρτιατικής πολιτικής επιρροής πόλη και εμπορικός εφεδρικός λιμένας της κορινθιακής οικονομίας. Το «μεγαρικό ψήφισμα» και ο πόλεμος που κράτησε περίπου τριάντα χρόνια ήταν μια πρώτη αλλά ισχυρή διαπίστωση της δομής της προσωπικότητας του Περικλή. Βέβαιος για τις εκτιμήσεις του, επηρμένος ηγεμόνας με αδιαπραγμάτευτες αποφάσεις, αλλά συνάμα και μια πνευματική οξύνοια, διπλωματική ευφυΐα και κυρίως αποτελεσματική, χωρίς δισταγμούς ή επιφυλάξεις λόγω πολιτικού κόστους, λύση σε περιπτώσεις κρίσεων.

Δεν έχουν άδικο λοιπόν οι μελετητές να βλέπουν πίσω από το θεατρικό προσωπείο του Οιδίποδα τον Περικλή. Είναι τυχαίο άραγε ότι και η Θήβα του μύθου, όταν κυβερνά ο Οιδίποδας, και η Αθήνα της Ιστορίας γύρω στο 430 π.Χ. αντιμετωπίζουν μια θανατηφόρα αρρώστια, έναν λοιμό; Και οι δύο ηγέτες αναλαμβάνουν προσωπικά την ευθύνη να αντιμετωπίσουν την κατάσταση και να λύσουν τα φοβερά προβλήματα που έχουν προκύψει για τους συμπολίτες τους και οπαδούς τους. Ο Οιδίποδας ερευνά και όσο εμβαθύνει στο πρόβλημα βρίσκει ως μοναδικό αίτιο της θεομηνίας τον εαυτό του, τις αποτρόπαιες πράξεις του (πατροκτονία, αιμομιξία) και κύριο αίτιο τον ευερέθιστο, αλαζόνα και εγωκεντρικό του χαρακτήρα. Τιμωρείται σκληρά.

Ο Περικλής χάνει από τον λοιμό τα δύο παιδιά του, νοσεί ο ίδιος και καταβεβλημένος πεθαίνει αφήνοντας στην ηγεσία της πόλης μια πιο επηρμένη, πιο αυταρχική και πλέον φαύλη πολιτική περσόνα, τον Κλέωνα (τον βυρσοδέψη των «Ιππέων», τον Βδελυκλέωνα των «Σφηκών» του Αριστοφάνη).

Χωρίς αμφιβολία, οι αρχαίοι τύραννοι δεν αντλούσαν το κύρος τους από τους θεούς. Στηρίζονταν είτε στα όπλα είτε στις συντεχνίες είτε στους δημοκρατικούς θεσμούς. Τα λάθη τους ή οι επιτυχίες τους ήταν λάθη της λογικής, των συσχετισμών των δυνάμεων εξουσίας, των αρχών, ηθικών, πολιτικών και πολιτισμικών της παράδοσης.

Και ο Οιδίποδας και ο Περικλής έκαναν λάθη, παρόλη την οξύνοιά τους και τον ορθολογισμό τους, με αποτέλεσμα να λειτουργούν ως αυτόνομες οντότητες, εγωκεντρικές και όχι σπάνια αυθαίρετα αυθεντικές.

Και είναι αργά όταν το συνειδητοποιούν, διότι τότε έχουν τυφλωθεί και βλέπουν μόνο με τα μάτια της ψυχής, που έως τότε τα είχε σε ληθαργική κατάθλιψη η σαγήνη της εξουσίας.

Αυτή η σαγήνη οδήγησε και τον Περικλή στο τέλος. Αυτό εννοεί ο Θουκυδίδης όταν στη γενική περί του ανδρός εκτίμηση σημειώνει πως υπέκυψε, εν δημοκρατία, στην «ενός ανδρός αρχή».