Η ΣΥΝΤΑΓΗ, ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΗ. ΒΑΖΕΙ ΤΑ

ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΚΑΙ ΕΤΟΙΜΑΖΕΤΑΙ

ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕΙ ΕΝΑ ΧΟΡΤΑΣΤΙΚΟ

ΓΕΥΜΑ. ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΧΕΙ, ΟΜΩΣ Ο

ΧΡΟΝΟΣ ΤΟΝ ΠΙΕΖΕΙ ΑΦΟΡΗΤΑ. ΚΑΤΑΛΗΓΕΙ

ΝΑ ΡΙΞΕΙ ΟΠΩΣ ΟΠΩΣ ΤΑ ΥΛΙΚΑ

ΣΤΗΝ ΚΑΤΣΑΡΟΛΑ. ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΙΚΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ

ΒΓΑΙΝΕΙ ΣΟΥΠΑ. ΚΑΙ ΜΑΛΛΟΝ

ΑΝΑΛΑΤΗ

Σεφ, ο Νταν Μπράουν. Μετά την επιτυχία του «Κώδικα Ντα Βίντσι» είχε υποσχεθεί στους αναγνώστες του ένα πιάτο γκουρμέ, την καλύτερή του δημιουργία. Έξι χρόνια περίμεναν οι φανατικοί το «Χαμένο Σύμβολο». Οι προσδοκίες των κριτικών εξαρχής ήταν μικρές, ο Μπράουν, άλλωστε, μόνο για την πρόζα του δεν φημίζεται. Αντίθετα, μεγάλες ήταν οι προσδοκίες των οπαδών του ήρωά του Ρόμπερτ Λάνγκτον. Το 2003 ο «Κώδικας» αποτέλεσε εκδοτικό φαινόμενο με πωλήσεις που ξεπέρασαν τα 81 εκατ. αντίτυπα παγκοσμίως. Δυστυχώς το αποτέλεσμα είναι μάλλον άνοστο.

Η υπόθεση έχει ως εξής: Ο καθηγητής συμβολογίας (αντί για του σωστού σημειολογίας ή σημειωτικής) Ρόμπερτ Λάνγκτον φτάνει στην Ουάσιγκτον προσκεκλημένος από τον πλούσιο φίλο του, Πίτερ Σόλομον, κορυφαίο μασόνο και γραμματέα του Ινστιτούτου Σμιθσόνιαν, για να βγάλει λόγο σε μια εκδήλωση στο Καπιτώλιο. Η πρόσκληση αποδεικνύεται παγίδα. Ο Πίτερ Σόλομον στην πραγματικότητα έχει πέσει θύμα απαγωγής. Ο απαγωγέας εκβιάζει τον Λάνγκτον να τον οδηγήσει στον κρυμμένο θησαυρό των Ελευθεροτεκτόνων, μια πυραμίδα που κρατά το κλειδί των Αρχαίων Μυστηρίων, γνώσεων που δίνουν δυνάμεις θεϊκές. Και για να δείξει πως σοβαρολογεί, αφήνει το κομμένο χέρι του Σόλομον στη Ροτόντα του Καπιτωλίου, σημαδε- μένο με τατουάζ και τοποθετημένο έτσι ώστε να δείχνει την «Αποθέωση του Ουάσιγκτον», μια νωπογραφία του 1865 που κοσμεί τον θόλο.

Η «Αποθέωση» είναι το πρώτο από μία σειρά στοιχείων που θα κατευθύνει τον Λάνγκτον σε μια ολονύκτια διαδρομή μέσα από τα μασονικά θεμέλια της Ουάσιγκτον αλλά και της ίδιας της αμερικανικής Ιστορίας, προκειμένου να σώσει τον Σόλομον από τον μυστηριώδη απαγωγέα που αυτοαποκαλείται Μαλ΄άχ και αναζητεί τον μασονικό θησαυρό για να πετύχει τη δική του αποθέωση. Στην πλοκή γρήγορα μπαίνει και η Κάθριν, η αδελφή του Σόλομον, η οποία κινδυνεύει επίσης να δολοφονηθεί λόγω της πρωτοποριακής έρευνάς της στη Νοητική Επιστήμη.

Μέχρι εδώ καλά. Ενδιαφέρουσα ιδέα, περιπετειώδεις ρυθμοί, ιστορία, επιστήμη, κώδικες σε έργα τέχνης και θεωρίες συνωμοσίας ικανές να κάνουν το Google να πάρει φωτιά. Κλασικός Μπράουν, έτσι; Όχι. Γιατί έπειτα αρχίζει η κατρακύλα. Αν ο «Κώδικας Ντα Βίντσι» είχε πλοκή που θύμιζε σινεμά, το «Χαμένο Σύμβολο» γράφτηκε επί τούτου. Με τον Τομ Χανκς πλέον να φωτογραφίζεται ως Ρόμπερτ Λάνγκτον. Με τους σπόνσορες (Αpple, Βlackberry κ.ά.) να κάνουν παρέλαση στις σελίδες.

Στο «Χαμένο Σύμβολο» η βιασύνη του Μπράουν να βγάλει στην κυκλοφορία άλλο ένα σίκουελ είναι ολοφάνερη. Η πρωτοτυπία που υπήρχε στα προηγούμενα βιβλία δεν υπάρχει, ενώ η μασονική Ουάσιγκτον δεν είναι ούτε κατά διάνοια τόσο σέξι όσο η ιστορία του Ιησού με τη Μαρία τη Μαγδαληνή. Ο βομβαρδισμός από κλισέ, επαναλήψεις και ψεύτικους διαλόγους στο νέο βιβλίο είναι ανελέητος. Αμερικανιά και από άποψη πολιτικής ορθότητας, με έναν μαύρο και μία Ασιάτισσα που εμφανίζονται στο βιβλίο μόνο και μόνο για να μην κατηγορηθεί ο συγγραφέας για ρατσισμό. Οι υποτιθέμενες ανατροπές στην πλοκή είναι τουλάχιστον αδέξιες ενώ το κρυμμένο χαρτί της ταυτότητας του Μαλ΄άχ είναι τόσο γελοία ολοφάνερο από την αρχή, ώστε 500 τόσες σελίδες μετά (οπότε και αποκαλύπτεται) μόνο να γελάσεις μπορείς. Ειρωνικά. Και οι επικριτές του Μπράουν αποκτούν άλλο ένα επιχείρημα.