Ηταν περασμένα μεσάνυχτα όταν το πήραν απόφαση κάποιοι σαφώς προνοητικοί να αποχωρήσουν από την Πλατεία Νερού χορεύοντας το «Μες στην κοιλάδα των Τεμπών» με αυτοσχεδιαστικές φιγούρες σε ηπειρώτικο ρυθμό μέχρι την έξοδο, διαπερνώντας άλλες παρέες που είχαν κάνει τους δικούς τους κύκλους έκστασης. Να εξηγήσουμε το «προνοητικοί»: περισσότεροι από 16.000 γέμισαν ασφυκτικά τον συναυλιακό χώρο του Φαλήρου για να ακούσουν τον Σωκράτη Μάλαμα και τον Θανάση Παπακωνσταντίνου στην πρώτη κοινή τους εμφάνιση στην Αθήνα. Η επίσημη καταγραφή είναι 15.000 εισιτήρια και η προσαύξηση –προσκλήσεις και όσοι μπήκαν δωρεάν από ένα σημείο και μετά της βραδιάς –πολύ συντηρητική.

Οποιαδήποτε απάντηση και να δώσει κανείς στην ερώτηση που αιωρείται «γιατί τώρα μαζί;» θα είναι επισφαλής. Και φυσικά αβάσιμη η προσέγγιση που θέλει ένα τέτοιο καλλιτεχνικό ντουέτο για χάρη των εισιτηρίων. Τα στάδια και τα γήπεδα έχουν χρόνια που τα γεμίζουν –δεν το ‘χαν ανάγκη. Η τελευταία τους συνεργασία στον δίσκο του Θανάση Παπακωνσταντίνου «Με στόμα που γελά» –που δάνεισε και τον τίτλο της περιοδείας τους –ήταν μια καλή αφορμή για να χτίσουν ένα κοινό πρόγραμμα. Και αν ανατρέξει κανείς στην πορεία τους, θα διαπιστώσει ότι δεν ήταν δύσκολο, αφού η δημιουργία τους έχει συναντηθεί πολλές φορές με τους καλύτερους όρους. Κυρίως βέβαια μέσα από τις ερμηνείες των τραγουδιών του Θανάση Παπακωνσταντίνου από τον Σωκράτη Μάλαμα. Από αυτή την άποψη θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν έγινε και καμία τομή στο συναυλιακό γίγνεσθαι, αφού τα ίδια τραγούδια ακούστηκαν, όπως γίνεται και στις δικές τους συναυλίες. Ομως ο τρόπος που στέκονται πάνω στη σκηνή, που παίζουν, που τραγουδούν, οι λέξεις που διαλέγουν για να σχολιάσουν, φανερώνουν την αισθητική τους και αποδεικνύουν πως είναι μάστορες στον τρόπο να βαθαίνουν τη σχέση τους με τον χρόνο και να επιμηκύνουν τη διαδρομή τους. Και όσοι βρίσκουν χώρο στον κόσμο που χτίζουν, ναι, είναι τυχεροί.

Η χαρά και η έκσταση που στέλνουν τραγουδώντας πότε με τον Τειρεσία –τραγούδι που άνοιξε τη συναυλία –το «Σαν Μικέλε», «Της σιωπής», το «Σιμούν» ή το «Σαμπάχ», το «Πεχλιβάνι» ή την «Αμερική» έχουν αποτυπωθεί πολλές φορές. Μοιράστηκαν τα όνειρά τους γιατί, όπως είπε ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, τα τραγούδια είναι σαν τα όνειρα –κάνοντας έναν πρόλογο για το «Ονειρο». Εκεί μέσα χωρούν φαντασίες, επιθυμίες, υπερβάσεις, σκηνές από ζωές που πέρασαν ή θα έρθουν. «Ο Ανέστης Δελλιάς ήταν πυρπολημένος άνθρωπος και ρεμπέτης και θα είχε κάνει πολλά πράγματα αν δεν είχε φύγει νωρίς», δίνοντας έτσι μια εξήγηση γιατί τον συμπεριέλαβε στο εν λόγω τραγούδι (σ.σ.: «ο Ανέστος τρυφερά γέμιζε καρφιά τα χέρια…»).

Τα τραγούδια κλειδώνουν τα βιώματά τους και φτιάχνουν ευαίσθητες και φωτεινές εικόνες. Αλλη μία τέτοια περιέγραψε ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου για την «Τράτα» (σ.σ.: για τον στίχο «οι πρώτοι και καλύτεροι σε ψάχναν στα ρυάκια»): «Ενας γιαπωνέζος ποιητής ένα βράδυ γύρισε σπίτι του μεθυσμένος και προσπαθώντας να πιάσει το φεγγάρι που έβλεπε να καθρεφτίζεται στο ποτάμι, πνίγηκε». Από τις 9.15 που ανέβηκαν στη σκηνή –τη συναυλία τους άνοιξε ο Πέτρος Μάλαμας (γιος του Σωκράτη), τον οποίο κάλεσε ο Θανάσης στη μέση της βραδιάς για να πει «Του έρωτα και του θανάτου» –και για περίπου τρεισήμισι ώρες δεν σταμάτησαν να αποδεικνύουν γιατί οι συναυλίες τους είναι αφορμές για έκσταση και διονυσιασμό.

«Καλά πάμε, καλά» ήταν η αποτίμηση του Θανάση Παπακωνσταντίνου περίπου στη μέση της βραδιάς, για να συνεχίσει υμνώντας τις καλλιτεχνικές αρετές του φίλου του και συνοδοιπόρου Σωκράτη Μάλαμα –που χθες μίλησε λιγότερο από κάθε άλλη φορά. Εχουν σχεδόν κοινή διαδρομή στο τραγούδι και στη δισκογραφία, τουλάχιστον από τη στιγμή που άρχισαν να γίνονται αντιληπτοί από το μουσικόφιλο κοινό. «Ακούω τους παλαιότερους να λένε ότι σήμερα δεν γίνεται τίποτα, ότι δεν υπάρχουν καλοί συνθέτες. Και αναρωτιέμαι, τον Σωκράτη δεν τον ακούν, που για μένα είναι ένα εκρηκτικό δείγμα Μάνου Λοΐζου και Ακη Πάνου». Από μικροφώνου ο Σωκράτης φώναξε ως απάντηση «τι πίνεις!».

Η «Αμερική» ήταν το σύνθημα ότι αυτή η πρώτη συναυλιακή τους εμφάνιση στην Αθήνα τελείωνε, με την παρουσίαση ενδιαμέσως της μουσικής των πολύτιμων συνεργατών τους: Ιουλία Καραπατάκη – τραγούδι, Γιάννης Αντωνιάδης – κλαρίνο, Αποστόλης Γιάγκος – πλήκτρα, Δημήτρης Λάππας – κιθάρα, τζουράς, μπουζούκι, Νίκος Μαγνήσαλης – τύμπανα, Κώστας Παντέλης – ηλεκτρική κιθάρα, Γιάννης Παπατριανταφύλλου – μπάσο, Φώτης Σιώτας – βιολί, βιόλα, τραγούδι, Κυριάκος Ταπάκης – λαούτο, μπουζούκι. «Αν ήξερα τα ονόματά σας, θα τα έλεγα» φώναξε στο κοινό όσο πιο δυνατά μπορούσε ο Θανάσης και φυσικά το εννοούσε.