Οταν τον Νοέμβριο του 2016, σε μια συναυλία του στο Σαν Χοσέ, ο Κάνιε Γουέστ δήλωσε από μικροφώνου ότι στις τελευταίες προεδρικές εκλογές δεν είχε ψηφίσει μεν, αλλά αν το είχε κάνει, «θα είχα ψηφίσει υπέρ του Τραμπ», μεγάλη μερίδα του κοινού τον γιουχάρισε. Μπορεί απλώς να διαφώνησαν ή να θεώρησαν αδιανόητη μια τέτοια δήλωση από έναν Αφροαμερικανό. Στις εβδομάδες που ακολούθησαν, κάποιοι ίσως και να κούνησαν το κεφάλι με νόημα όταν ο Γουέστ ακύρωσε την υπόλοιπη περιοδεία του για να νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική. Ο αμερικανός ράπερ όμως δεν ήταν ακριβώς τρελός. Η πρώτη εμφάνιση του Τραμπ στο έργο του είχε καταγραφεί μήνες πριν, σε ένα βιντεοκλίπ με διάφορους διάσημους να κοιμούνται γυμνοί σε ένα τεράστιο κρεβάτι. Κι αν εκείνη η αναφορά ήταν υπαινικτική, δεν ίσχυσε το ίδιο με όσες θα ακολουθούσαν.

Ακόμα και συνάντηση των δύο ανδρών πραγματοποιήθηκε. Σειρά είχαν αρκετά επαινετικά τιτιβίσματα εκ μέρους του Γουέστ κι έπειτα από μια μακρά αποχή από τα κοινά, τον περασμένο Απρίλιο, ο μουσικός ανέβασε στο Τwitter μια φωτογραφία με το σλόγκαν «Make America great again». Την κατακραυγή ο Γουέστ την σχολίασε στο τραγούδι του «Ye Vs the people» καθώς και στο πρόσφατο άλμπουμ του «Ye». Ηταν λες κι η στήριξή του στον πρόεδρο αποτελούσε πια σημαντικό κομμάτι της καλλιτεχνικής του δημιουργίας.

Η ΡΟΖΑΝ. Η περίπτωση της Ροζάν Μπαρ, πρωταγωνίστριας της τηλεοπτικής σειράς «Ροζάν», δεν διαφέρει πολύ. Τον περασμένο Δεκέμβριο η ηθοποιός φρόντισε, μέσω Twitter φυσικά, να δώσει μερικές διευκρινίσεις σε όσους απορούσαν με τη μεταστροφή της από υποστηρίκτρια των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων και της φαρμακευτικής κάνναβης (καθώς και άλλων ζητημάτων μιας τυπικής προοδευτικής ατζέντας) σε οπαδό θεωριών συνωμοσίας που ήθελαν τον Τραμπ να ξεσκεπάζει κύκλωμα παιδεραστών με εμπλοκή του Δημοκρατικού Κόμματος ή σε ενθουσιώδη ψηφοφόρο του. «Προς όσους αναρωτιούνται –το ίδιο απαντούσα όταν κάποτε αποκαλούμουν «φιλελεύθερη» από τους δημοσιογράφους –δεν είμαι φιλελεύθερη, αλλά ριζοσπάστρια, και ψήφισα Τραμπ για να ταρακουνήσω το καθεστώς» έγραφε. Λίγο αργότερα, ένα σχόλιό της περί της υποτιθέμενης συγγένειας της Τσέλσι Κλίντον με τον Τζορτζ Σόρος θα προκαλούσε αρκετές αντιδράσεις, όπως και μια κατηγορία της προς τους επιζώντες του μακελειού στο Πάρκλαντ για σχέσεις με την Ακροδεξιά.

Ο χαρακτήρας της στη σειρά που την έκανε διάσημη προ εικοσαετίας (και που τον περασμένο Μάρτιο επανεκκινήθηκε πανηγυρικά) είχε βέβαια πολύ περισσότερο χιούμορ, όχι χωρίς να υποστηρίζει τον 45ο πρόεδρο της Αμερικής. Πρόσφατα ωστόσο η Ροζάν Μπαρ παρομοίασε, πάλι μέσω Twitter, μια πρώην σύμβουλο του Ομπάμα με πίθηκο. Παρά τον αρχικό προγραμματισμό του καναλιού ABC, η σειρά «Ροζάν» κόπηκε.

Είναι δικαίωμα των καλλιτεχνών, θα πει κανείς δικαίως, να επιδοκιμάζουν όποιον πολιτικό θέλουν. Ο Γουέστ και η Μπαρ, εξάλλου, δεν ήταν οι πρώτοι που στάθηκαν στο πλευρό του Τραμπ. Χώρια που αν οι ίδιοι και οι ομότεχνοί τους προτιμούσαν συλλήβδην τη Χίλαρι Κλίντον (και τα Μέσα τούς παρουσίαζαν ως τους μόνους υγιώς σκεπτόμενους και όχι καιροσκόπους), θα υπήρχε άλλου είδους πρόβλημα.

Στο παρελθόν, μέχρι και ο έντιμος συντηρητικός Κλιντ Ιστγουντ είχε εκφραστεί, συγκρατημένα μεν, θετικά δε, για τον τωρινό πρόεδρο, εξαίροντας πάντως το γεγονός ότι σε μια περίοδο που «ενδόμυχα όλοι έχουν κουραστεί από την πολιτική ορθότητα» εκείνος διαφέρει από τη «γενιά με τους γλείφτες». Ο Γιον Βόιτ είχε κάνει λόγο για έναν άνθρωπο «διασκεδαστικό, παιχνιδιάρη, με έντονη προσωπικότητα, αλλά πάνω από όλα τίμιο», ο οποίος «δεν πουλάει τίποτα παπαριές», ενώ ο Στίβεν Μπόλντουιν δήλωνε πεπεισμένος ότι ο Τραμπ θα γινόταν καλός πρόεδρος, «γιατί δεν είναι πολιτικός και δεν τον νοιάζει τι σκέφτονται οι άλλοι».

Η ηθοποιός Κίρστι Αλεϊ είχε επίσης εκφράσει τη στήριξή της. Ο μουσικός Τεντ Νιούτζεντ δεν θα μπορούσε να κάνει αλλιώς, ενώ από το ίδιο σινάφι ο Τζιν Σίμονς των Kiss χαιρόταν που ο τότε υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών «λέει αυτό που σκέφτεται, διάολε, είτε σου αρέσει είτε όχι». Την ίδια περίπου περίοδο, ο Kid Rock δήλωνε ότι η Αμερική «πρέπει να αφήσει αυτόν τον επιχειρηματία να διοικήσει τη χώρα σαν επιχείρηση», ενώ ο ηθοποιός Σκοτ Μπάιο ήταν ενθουσιασμένος μαζί του γιατί «μιλάει όπως μιλάω και εγώ και τον καταλαβαίνω».

Δηλώσεις σαν τις παραπάνω αποδείχτηκαν σχεδόν προφητικές. Ο Τραμπ στ’ αλήθεια φαίνεται να νοιάζεται μόνο για όσα σκέφτεται εκείνος. Ο λόγος του δεν βρίθει πολιτικών χαρακτηριστικών, ενώ σύμφωνα με σχετικά ρεπορτάζ ο τρόπος που διοικεί τη χώρα θυμίζει εκείνον που εφαρμόζει στις επιχειρήσεις του. Κι αν οι καλλιτέχνες υποστηρικτές του εντάσσουν κάτι τέτοια στη σφαίρα των νόμιμων επιλογών που τους ικανοποιούν, τι να σκέφτονται άραγε οσάκις ο πρόεδρος επικαλείται τη στάση τους υπέρ του, προκειμένου να επαναθέσει εαυτόν στο επίκεντρο; Συμβαίνει και δεν μοιάζει με απλή ανταλλαγή φιλοφρονήσεων: ο Κάνιε Γουέστ είδε τα φιλοτραμπικά τιτιβίσματά του να αναπαράγονται από έναν πρόεδρο που σαν να αποζητούσε έτσι ακόμα περισσότερη επιβεβαίωση. Η Ροζάν Μπαρ τον υποστήριξε και στην πραγματική ζωή και στην τηλεοπτική (μέχρι και προεδρικό τηλεφώνημα συγχαρητηρίων είχε δεχθεί), αλλά η διακοπή της σειράς της από το ABC εξαιτίας του ρατσιστικού της tweet έγινε ευκαιρία ώστε ο Τραμπ να θυμίσει ότι παλιότερα το κανάλι είχε επιτρέψει στη συχνότητά του σχόλια εις βάρος του.

Ο ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡΙΣΤΑΣ. Οχι πάντως ότι δεν υπάρχουν και πιο «ισότιμες» σχέσεις αλληλοεπιβεβαίωσης μεταξύ προέδρου και δημιουργών. Οι τελευταίοι όμως έχουν τα χαρακτηριστικά του ντοκιμαντερίστα και συγγραφέα Ντινές ντε Σόουζα: ο Ινδοαμερικανός έχει υπογράψει βιβλία με τίτλους όπως «Η πολιτισμική Αριστερά και η ευθύνη της στην 11η Σεπτεμβρίου», έχει πάρει συνεντεύξεις από πρώην ηγέτες της Κου Κλουξ Κλαν, έχει υπερασπιστεί τον Χίτλερ ως «μη ομοφοβικό», έχει χαρακτηρίσει τη Ρόζα Παρκς «υπερτιμημένη Δημοκρατική», ενώ το 2016 σκηνοθέτησε το ντοκιμαντέρ «Hillary’s America: The secret history of the Democratic Party», που ο Τραμπ προώθησε αρκούντως.

Το 2014 ο Ντε Σόουζα δήλωσε ένοχος για παραβίαση του νόμου περί χρηματοδότησης εκλογικής καμπάνιας. Προ ημερών όμως ο πρόεδρος του απένειμε χάρη. «Είπε ότι είμαι μια σπουδαία φωνή για την Αμερική» δήλωσε σχετικά ο ντοκιμαντερίστας. «Κανείς δεν μου ζήτησε να το κάνω» σχολίασε από τη μεριά του ο Τραμπ. «Διαβάζω εφημερίδες, τον βλέπω στην τηλεόραση».