Κατά την παράδοση η πρώτη μετάφραση – μεταγλώττιση «λογοτεχνικού» κειμένου στην ιστορία έγινε όταν ο Πτολεμαίος, βασιλέας της Αιγύπτου, στην πολυεθνική Αλεξάνδρεια, όπου συμφύρονταν πολλοί λαοί (Αιγύπτιοι, Σύροι, Βαβυλώνιοι, Εβραίοι, Αρμένιοι, Ρωμαίοι, Ελληνες) και λαλούνταν πολλές γλώσσες, διαπίστωσε πως οι πλέον ακμαίοι οικονομικά υπήκοοί του, οι Εβραίοι, είχαν ξεχάσει τη γλώσσα τους αλλ’ όχι και τη θρησκεία τους. Επιστράτευσε τότε ο ρέκτης ηγεμόνας εβδομήκοντα έλληνες φιλολόγους γνώστες της εβραϊκής και τους παρήγγειλε να μεταφράσουν την Παλαιά Διαθήκη στα ελληνιστικά ελληνικά.

Είναι το κείμενο που διαθέτουμε ακόμα και σήμερα όπου η μεταφραστική δεινότητα δοκιμάζεται και θριαμβεύει σε ιστορικά, προφητικά, ερωτικά, δογματικά κείμενα. Οι Εβδομήκοντα παρέδωσαν ένα σπουδαίο πολιτιστικό μνημείο «κτήμα εσαεί» αλλά συνάμα έκαναν και την πρώτη μεταφραστική απιστία. Εκεί όπου καταγράφεται η παράδοση των εντολών του Γιαχβέ προς τον Μωυσή, ο Θεός απευθυνόμενος προς τον Πατριάρχη των Εβραίων λέει κατά το ιουδαϊκό κείμενο: «Εγώ ειμί ο Ατών». Κατά την αφήγηση της Διαθήκης, όταν ο Ιησούς του Ναυή βγήκε με τους εξόριστους Εβραίους από την Αίγυπτο στην πορεία προς την Παλαιστίνη ύψωσε στην έρημο έναν χάλκινο Ηλίου Δίσκο, σύμβολο της ηλιακής αιρέσεως του Ακενατών, του «μονοθεϊστή» Φαραώ που κατήργησε το παραδοσιακό πάνθεον και λάτρεψε τον Δίσκο του Ηλίου = Ατών, εξού και το όνομά του που αντικατέστησε το επίσημο Τούθμωσις Γ’. Ακενατών σημαίνει: αυτός που λατρεύει τον Δίσκο του Ηλίου. Τον ανέτρεψε ο Τουταγχαμών, αυτός που μισεί τον Δίσκο του Ηλίου. Οι οπαδοί του ηλιακού θεού εξορίστηκαν και με ηγέτη τον Ιησού του Ναυή ίδρυσαν νέα πατρίδα στην Παλαιστίνη.

Οσοι από αυτούς φτάσαν ως πλούσιοι έμποροι στην Αλεξάνδρεια των Πτολεμαίων είχαν ξεχάσει τη γλώσσα τους, όπως είπα πριν. Οι Εβδομήκοντα (ή ένας από αυτούς που μετέφρασε το χωρίο της παράδοσης των εντολών) έκανε ένα λάθος (;;). Το πρωτότυπο κείμενο έγραφε «Εγώ ειμί ο Ατών» και αυτός μεταγλώττισε: «Εγώ ειμί ο Ων». Τον Δίσκο του Ηλίου τον έκανε μετοχή του ρήματος Ειμί = ο Υπάρχων και βέβαια άλλαξε άρδην το νόημα της Γραφής δίνοντας στο κείμενο ελληνική φιλοσοφική (πλατωνική) νοηματοδότηση.

Ετσι, αγαπητοί αναγνώστες, ξεκίνησε η μεταφραστική εποποιία των αιώνων που ακολούθησαν. Από τότε οι μεταφραστές, είτε σε ενδογλωσσικές μεταγλωττίσεις είτε σε μεταφορές από ξένες γλώσσες, κινούνται στο ολισθηρό πεδίο κινδυνεύοντας να γλιστρήσουν στον γκρεμό. Οπως αντιλαμβάνεται ο καθείς μεταφράζουμε νοήματα μέσω αποκλειστικά των λέξεων. Οι λέξεις είναι φορείς νοημάτων και συχνότατα νοηματικών αποχρώσεων. Στα Ευαγγέλια όταν ο Χριστός μετά την Ανάσταση εμφανίζεται στους συναγμένους μαθητές του απευθύνεται: «Χαίρετε». Μπορώ να το αντικαταστήσω με το «Γεια σας» ή «Γεια χαραντάν» ή ακόμη και με το δημοτικότερο «Χαρείτε»;

Εξάλλου ή μετάφραση δηλώνει κανείς πως κάνει ή μετα-γλώττιση ή και αναλογία, όπως πιστεύει ο γράφων πως πρέπει να διατυπώνουμε τη μεταφορά από μια μορφή γλώσσας σε μιαν άλλη, λέξεις χρησιμοποιούμε. Βεβαίως οι λέξεις νοήματα υποβάλλουν αλλά κάθε λέξη έχει το ειδικό της βάρος και το ύφος και το ήθος της. Π.χ. αφήνουμε αμετάφραστο τον τίτλο του σοφόκλειου έργου «Οιδίπους τύραννος» και καλά κάνουμε γιατί η λέξη τύραννος στην εποχή του Σοφοκλή σήμαινε κυρίως τον «μη κληρονομικό ηγεμόνα». Και τέτοιος πίστευε ο Οιδίπους πως είναι. Η τραγωδία όμως απέδειξε πως ήταν γιος του βασιλιά που σκότωσε χωρίς να γνωρίζει ποιος είναι. Η τραγωδία του έργου είναι στην ειρωνεία του τίτλου. Οταν οι ξένοι μεταφραστές, επειδή η λέξη tyran σημαίνει ό,τι και σήμερα σ’ εμάς, μεταφράζουν το έργο του Σοφοκλή Οιδίπους Rex, Roi, King κ.τ.λ., κάνουν μια τρύπα στο νερό.

Δεν εγγυώμαι πως και οι Νεοέλληνες δεν παρανοούν τον τίτλο!

«Αθλιοι» και «Ηλίθιος»

Τώρα παίζεται το έργο του Τολστόι που ο σημερινός μεταφραστής τιτλοφορεί «Η δύναμη του σκοταδιού». Σωστά. Ο αρχαιομαθής παλιότερος στις αρχές του 20ού αιώνα μετέφρασε για τη γλωσσική παιδεία των συγχρόνων του σωστά «Το κράτος του ζόφου», σήμερα στην ελλειμματική μας εκπαίδευση είναι σχεδόν ακατανόητο, παρότι είναι ιδιοφυές!

Μπορεί κανείς σήμερα να τολμήσει, δυστυχώς, να αντικαταστήσει το ορθό για τη γλωσσική παιδεία της εποχής του «Αθλιοι» του Ουγκώ με το ορθό για σήμερα «Οι φτωχοί, οι μίζεροι, οι παρίες»; Θα αποκαλούσε σήμερα κανείς εχέφρων έναν μετανάστη, εξόριστο «άθλιο»; Αφήστε που η λέξη άθλιος, όπου και Αθλος, σημαίνει και τον άνθρωπο του μόχθου, αλλά ποιος σήμερα θα τον μετέφραζε «μοχθηρό». Εχουν και οι λέξεις την ιστορία τους και τις μοιραίες μεταμορφώσεις τους. Είναι λάθος να μεταφράζουμε την Πενία στον «Πλούτο» του Αριστοφάνη πείνα, φτώχεια, κ.τ.λ. Σημαίνει λιτότητα και το αποδεικνύουν οι λόγοι του κειμένου.

Αρα είτε μεταφράζουμε αρχαίους Ελληνες και Λατίνους είτε Κινέζους, Αγγλους, Γάλλους, Πορτογάλους αναλογίζουμε λέξεις, αλλιώς κάνουμε λάθη. Πρόσφατα ξαναμεταφράστηκε (;) ο «Ηλίθιος» του Ντοστογέφσκι ως ηλίθιος! Τι σημαίνει η λέξη για τον μέσο Ελληνα, πώς δεν αιφνιδιάζεται βλέποντας το έργο. Είναι ηλίθιος ο Μίσκιν, είναι βλαξ. Και να σκεφτεί κανείς πως ο ρωσικός τίτλος είναι ελληνική λέξη: Ιντιότ, ιδιώτης, όχι πολίτης, ο αποσυνάγωγος, το αντίθετο στον «Επιτάφιου» του Θουκυδίδη του πολίτη, του δημότη της πόλεως. Το κείμενο, πεζό ή ποιητικό, είναι λογοτεχνία, τέχνη του λόγου, και η τέχνη αυτή γίνεται με λέξεις.

Οι λέξεις αποτελούν γλωσσικά συντάγματα και οφείλουμε να βρούμε την αναλογιστική τους αντιστοιχία. Ο φιλόδοξος ξένος μεταφραστής οφείλει να βρει ανάλογο στον παλαμικό στίχο: «Δεν σ’ αγαπώ, σ’ αγαπάω». Αν γράψει «δεν σ’ αγαπώ, σε λατρεύω, τρελαίνομαι για σένα, μου τη δίνει η αγάπη σου, βουρλίζομαι, πεθαίνω για σένα», μεταφράζει νοήματα, όχι λογοτεχνία. Ο μεταφραστής παλεύει με λέξεις, για τα νοήματα έχει προνοήσει ο συγγραφέας ή ο ποιητής του πρωτοτύπου και ως εκ τούτου μερίμνησε και για το γλωσσικό του ένδυμα. Δεν μπορούμε να κάνουμε τη φουστανέλα φράκο, ντουλαμά, κιλτ και φουφούλα.