Θα έλεγε κανείς ότι μετά την προχθεσινή απονομή του βραβείου Μελίνα Μερκούρη στην πρωταγωνίστρια του «Στέλλα κοιμήσου», οι στατιστικές πιθανότητες να διακριθεί κι ένας ηθοποιός της ίδιας παράστασης σαν να μειώθηκαν ελαφρώς. Εκτός βέβαια κι αν επρόκειτο για κάποιον που ήξερε από μικρός ότι θέλει να ασχοληθεί με την υποκριτική, που ως παιδί συμμετείχε σε κινηματογραφικές οντισιόν χωρίς να αποθαρρυνθεί από το αρνητικό τους αποτέλεσμα και παροτρύνθηκε εγκαίρως από μια καθηγήτριά του, ώστε να βελτιώσει το ήδη καλό «υλικό» και να δώσει επιτυχώς εξετάσεις για τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου: αυτή είναι με δυο λόγια η αρχή της ιστορίας του Γιάννη Νιάρρου, βραβευμένου από χθες βράδυ με το βραβείο Δημήτρης Χορν, που εδώ και δεκαοκτώ χρόνια τιμά την καλύτερη ερμηνεία νέου ηθοποιού κατά την περασμένη περίοδο.

Ο Νιάρρος διακρίθηκε έναντι των Γιώργου Βουρδαμή, Δημήτρη Πασσά, Πάνου Παπαδόπουλου και Βασίλη Σαφού, για τον ρόλο του Γιώργου Γερακάρη στο έργο «Στέλλα κοιμήσου», που ανέβηκε στη Σκηνή Νίκος Κούρκουλος του Εθνικού Θεάτρου από τον Οκτώβριο ώς τον Δεκέμβριο του 2016 σε σκηνοθεσία Γιάννη Οικονομίδη (και συνεχίστηκε για δεύτερη χρονιά). Η κριτική επιτροπή του βραβείου, αποτελούμενη από τους Κώστα Γεωργουσόπουλο και Ξένια Καλογεροπούλου, τη δημοσιογράφο Αντιγόνη Καράλη, την υπουργό Πολιτισμού Λυδία Κονιόρδου και τον Σταμάτη Φασουλή (ο οποίος και θεσμοθέτησε το βραβείο), απένειμε στον Νιάρρο την περγαμηνή και το συνοδευτικό έπαθλο των 3.000 ευρώ, ενώ τον χρυσό σταυρό του Δημήτρη Χορν παρέδωσε στον νικητή ο περσινός κάτοχός του Κωνσταντίνος Μπιμπής. «Είναι απόλυτη για μένα η χαρά και η τιμή» δήλωσε αμέσως μετά τη βράβευσή του στο «Νσυν». «Μετά από αυτό το βραβείο, ανήκω πλέον σε μια οικογένεια ηθοποιών τους οποίους εκτιμώ τον καθένα ξεχωριστά, γιατί διαθέτουν κάτι προσωπικό, τόσο στο παίξιμό τους όσο και στο ήθος τους (σ.σ.: ο ίδιος μετά την απονομή ανέφερε τα ονόματα των Θέμη Πάνου και Ακύλλα Καραζήση). Σε καμία περίπτωση πάντως δεν μου δημιουργεί πιεστικές προσδοκίες μια τέτοια διάκριση. Θέλω να πιστεύω πως οι άνθρωποι που με εκτιμούσαν πριν θα συνεχίσουν να με εκτιμούν και τώρα. Το βραβείο μάλιστα μου δίνει και την ελπίδα ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα θελήσουν να έρθουν στην παράσταση του Γιάννη Οικονομίδη που θα συνεχιστεί και του χρόνου. Ελπίζω στο καλύτερο».

Πολυσυζητημένο και όχι ανεπηρέαστο από τα κινηματογραφικά επιτεύγματα του σκηνοθέτη της, το «Στέλλα κοιμήσου», βασισμένο σε έργο του Γρηγόριου Ξενόπουλου, ήταν για τον Νιάρρο μια αποκάλυψη «και θεατρικά μιλώντας, αλλά και ως προς τις σχέσεις που δημιουργήθηκαν με τους συναδέλφους μου. Δεν συνδιαλεγόμασταν με ένα έτοιμο κείμενο, αλλά με ό,τι κουβαλούσε ο καθένας από την προσωπική του ζωή, τα βιώματά του, τα συναισθήματά του. Δημιουργήθηκαν έτσι σχέσεις παραπάνω από συναδελφικές. Τελικά, τα δύο βραβεία ενίσχυσαν την προσπάθεια. Οσο για την Ιωάννα, ήλπιζα ότι θα το πάρει, γιατί δεν έχω ξαναδεί από ελληνίδα ηθοποιό, τέτοια δύναμη και σφρίγος να αντέξει κάθε βράδυ, κάτι μη προσχεδιασμένο».

ΑΛΛΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ. Ο Οικονομίδης δεν είναι ο μόνος κινηματογραφικός σκηνοθέτης με τον οποίο έχει συνεργαστεί ο Νιάρρος. Πριν από δύο χρόνια, ο 26χρονος ηθοποιός είχε πρωταγωνιστήσει στον «Νοτιά» του Τάσου Μπουλμέτη, ενώ είχε συμμετάσχει και στην ταινία «Ο εχθρός μου» του Γιώργου Τσεμπερόπουλου. Το βιογραφικό του περιλαμβάνει φυσικά και εξίσου αξιόλογες θεατρικές δουλειές: το κατά Σωτήρη Χατζάκη «Εγκλημα και τιμωρία» στο Εθνικό (όπου πρωταγωνιστούσε ως Ρασκόλνικοφ), η «Δυτική αποβάθρα» του Κολτές, σε σκηνοθεσία Λουντοβίκ Λαγκάρντ στο ίδιο θέατρο, η «Πενθεσίλεια» του Φον Κλάιστ σε σκηνοθεσία Ακύλλα Καραζήση στο Bios, το «Μεσοπέλαγα» με την ομάδα Μπονόμπο στο Θέατρο του Νέου Κόσμου είναι μερικές από αυτές. «Είμαι από τους τυχερούς, που έχουν βρεθεί σε καλές δουλειές» λέει για τη μέχρι τώρα πορεία του. «Για το μέλλον, ονειρεύομαι να μείνω αυθεντικός και να κάνω αυτό που κάνω με πάθος. Να μη γίνει ποτέ «δουλειά»».