Πάνε τρία χρόνια από τότε που έπεσα πάνω σε φωτογραφίες από τα γυρίσματα μιας ταινίας που ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί. Ο τίτλος της: «Ποιος επιτέλους είναι αυτός ο Τέλης Στεφανής;». Και δημιουργός της ο Μιχάλης Καφαντάρης που μέσω της προσωπικής του σελίδας στο facebook ενημέρωνε συχνά τους φίλους και συμμετέχοντες σ’ αυτήν για την πρόοδο των γυρισμάτων, ανεβάζοντας ταυτόχρονα πλάνα και μικρές σεκάνς στο Διαδίκτυο. Στην αρχή δεν είχα καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Κυρίως γιατί νόμιζα πως έβλεπα πλάνα κάποιας παλιάς, άγνωστης ελληνικής ταινίας του 1960. Και συνήθως καταλαβαίνεις τη διαφορά: όταν οι έλληνες σκηνοθέτες σήμερα ανατρέχουν εκεί σε μια ταινία «εποχής», όλα είναι μελιστάλαχτα και ραφινάτα. «Υπάρχει σκοτάδι εκείνη την εποχή» μου λέει ο Μιχάλης, και έχει τα δίκια του. Τα πρώτα δείγματα λοιπόν δεν είναι απλώς ενθαρρυντικά. Είναι απίστευτα. Και το πιο ενδιαφέρον ακόμα είναι πως μέσα από την περιπέτεια αυτή βρέθηκα σε έναν χώρο δέκα στρεμμάτων, που ανήκει στον Δήμο Μεγαρέων και θα μπορούσε να μετατραπεί σε ένα κινηματογραφικό στούντιο. Ισως και δημοτικό! Λέει ο ίδιος: «Πρόκειται για μια σπονδυλωτή ταινία, ένα είδος αρκετά δημοφιλές μέχρι και τη δεκαετία του 1960. Πέντε ιστορίες βασισμένες σε κάποιο αληθινό περιστατικό ή κάποια φήμη γύρω από ένα περιστατικό, που συνδέονται με ορισμένους τρόπους μεταξύ τους και που επικεντρώνονται όλες στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1960, στη λεγόμενη χρυσή εποχή του ελληνικού ασπρόμαυρου σινεμά. Οι βασικοί ήρωες του σεναρίου, φανταστικοί χαρακτήρες αλλά και υπαρκτά πρόσωπα, όπως ο Αλέκος Σακελλάριος, ο Βαμβακάρης, ο Χιώτης, σχετίζονται όλοι τους με τον χώρο του σινεμά» λέει ο ίδιος, και σας προτρέπω να ρίξετε μια ματιά στις σεκάνς του φιλμ που κυκλοφορούν στο ΥouΤube. «Εμαθα για τα γυρίσματα της ταινίας σχεδόν με την άφιξη του Μιχάλη Καφαντάρη στην πόλη και του προσέφερα ό,τι θα μπορούσε να προσφέρει ο δήμος» λέει απ’ την πλευρά του ο δήμαρχος Μεγαρέων Γρηγόρης Σταμούλης. «Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι δείχνουμε ενδιαφέρον για το σινεμά: μια ματιά να ρίξει κανείς στις πολιτιστικές δράσεις αυτού του δήμου, θα το καταλάβει αμέσως. Εκεί άκουσα άλλωστε και για την ιδέα των κινηματογραφικών στούντιο. Φυσικά θα χρειαστεί η βοήθεια ιδιωτών για να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες διεργασίες, αλλά είναι κατανοητή και συνάμα αδιανόητη η αλλαγή που θα επέφερε κάτι τέτοιο στον τόπο. Οι υποδομές σίγουρα υπάρχουν. Οι παλιές αυτές εγκαταστάσεις είναι ανεκμετάλλευτες εδώ και χρόνια. Και θα μπορούσαν να αλλάξουν τα πάντα. Το μόνο που χρειάζεται είναι κρατική μέριμνα και ενίσχυση. Ο κυριότερος στόχος είναι να δημιουργηθούν οι κατάλληλες υποδομές ώστε οι εγκαταστάσεις να προκαλέσουν το ενδιαφέρον ξένων επενδυτών σε μια εποχή που η προσοχή προςτις κινηματογραφικές δυνατότητες της χώρας μας και κατ’ επέκταση η διάθεση των ξένων παραγωγών να επενδύσουν σ’ αυτές φαίνεται να αυξάνονται.Σκέφτομαι, πάντως, με αφορμή τα γυρίσματα, πόσο άγνωστη είναι η πολιτιστική ιστορία των Μεγάρων. Οτι εδώ ανακαλύφθηκε, για παράδειγμα, η κωμωδία από τον Σουσαρίωνα, γιο του Φιλίνου από την κώμη των Μεγάρων Τριποδίσκο. Ηταν ο πρώτος που έδωσε τακτικό μετρικό τύπο στους ιάμβους, στα χνάρια των παλιών, δημιουργώντας και παράδοση, αφού την εποχή του Πεισίστρατου στην Αθήνα ξακουστοί κωμωδιογράφοι ήταν οι Μεγαρίτες Μαίσων και Μύλλος».

Μιχάλης Καφαντάρης,ο σκηνοθέτης

«Μας βοήθησαν οι κάτοικοι»

Το μπακγκράουντ των ιστοριών αποτελούν η Δραπετσώνα και οι περιοχές γύρω από αυτήν. Ενας τόπος ο οποίος για διάφορους λόγους χρησιμοποιήθηκε από τον ελληνικό κινηματογράφο, με κάποιες λίγες εξαιρέσεις, κυρίως ως φολκλόρ ντεκόρ λαϊκής συνοικίας. Στην πραγματικότητα η Δραπετσώνα υπήρξε μια μεγάλη βιομηχανική συνοικία – γκέτο δίπλα σε ένα μεγάλο λιμάνι, με πολύ σκληρή αλλά ταυτόχρονα γοητευτικά μυθική ιστορία που θα μπορούσε να είχε εμπνεύσει πολύ δυνατά κινηματογραφικά σενάρια. Οπως συνέβη με τις αντίστοιχες περιοχές στην Ιταλία, τη Βρετανία, τη Γαλλία, την Αμερική. Τα γυρίσματα στηρίχτηκαν αρχικά, εκτός από την προσφορά των συντελεστών της ταινίας, και σ’ αυτήν πολιτιστικών συλλόγων, θεατρικών ομάδων αλλά και κατοίκων του Μεταξουργείου, της Δραπετσώνας, του Πειραιά, του Λαυρίου και της Κύθνου. Σύντομα όμως συνειδητοποίησα πως η Αθήνα και ο Πειραιάς, πόλεις από καιρό κατεστραμμένες από την έλλειψη σεβασμού προς την ιστορία τους και πρόσφατα από τα κάθε είδους γκραφίτι, στερούσαν από την ταινία τα εξωτερικά πλάνα. Ετσι κατέφυγα στα Μέγαρα, περιοχή στην άκρη της Δυτικής Αττικής περικυκλωμένη από βιομηχανικές μονάδες, που παράλληλα διατηρεί σε πολλά σημεία της ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα χρισμένα σε παλαιότερες εποχές, σχεδόν ανέπαφα. Αρχισαν λοιπόν να λειτουργούν σαν ένα τεράστιο κινηματογραφικό σκηνικό προσφέροντάς μου –μόλις 20 λεπτά από την απρόσωπη πρωτεύουσα –αυθεντικά πλάνα της δεκαετίας του 1950 και του 1960 που μέχρι τότε δεν μπορούσα καν να ελπίζω ότι μπορώ να έχω. Το κυριότερο όμως ήταν το έμψυχο υλικό των Μεγάρων που αποδείχτηκε για ακόμα μία φορά το πολυτιμότερο εφόδιο της ταινίας. Η πρώτη επαφή έγινε με τη δημοτική θεατρική ομάδα των Μεγάρων που συμμετέχει στην ταινία. Μετά ακολούθησαν και άλλοι, μέσα σε αυτούς και ο δήμαρχος που με δέχτηκε απλά στο γραφείο του για να μάθει για την ταινία που γυρίζεται στην πόλη του και να την υποστηρίξει με τα μέσα που διαθέτει, την ίδια στιγμή που οι αιτήσεις στους Δήμους Πειραιά και Αθηναίων για άδεια γυρισμάτων παρέμειναν αιτήσεις. Θεωρώ συγκινητικό πως ο βασικός χορηγός εξοπλισμού της ταινίας είναι εδώ και μήνες ένα μικρό γωνιακό φωτογραφείο στο Μεγάλο Πεύκο, αυτό του Νίκου Σέρτη, που αντιμετώπισε την ταινία και εμένα προσωπικά σαν πραγματικός αδελφός. Ο Τάσος Πανταζής εκτός από τη συμμετοχή του στην ταινία ως ηθοποιός ανέλαβε και χρέη διευθυντή παραγωγής. Είναι ένας άνθρωπος – ελβετικός σουγιάς που αγωνίζεται χρόνια για τα πολιτιστικά θέματα των Μεγάρων επειδή αγαπάει τον τόπο του. Ετσι, όταν με άκουσε να λέω πως τα Μέγαρα μοιάζουν με ένα τεράστιο κινηματογραφικό πλατό, μου πρότεινε να ξεκινήσουμε διαδικασίες οι δυο μας, ώστε τα Μέγαρα να γίνουν στ’ αλήθεια κινηματογραφικά στούντιο. Το τι σημαίνει η δημιουργία κινηματογραφικών στούντιο για μια πόλη όπως τα Μέγαρα είναι εύκολο να το καταλάβει κάποιος. Ο κινηματόγραφος μπορεί να γίνει πραγματικά ζωή για τα Μέγαρα και αντίστοιχα τα Μέγαρα να δώσουν ζωή και καινούργια πνοή στον ελληνικό κινηματογράφο.

Τάσος Πανταζής,ο ηθοποιός και διευθυντής παραγωγής

«Ενδιαφέρον από Ελληνοκαναδούς»

Οταν συνάντησα τον Μιχάλη, ύστερα από 20 χρόνια θέατρο, ήταν κάτι άγνωστο για μένα, αλλά είναι ένα ωραίο ταξίδι γιατί είναι εντελώς διαφορετική η μετάβαση. Το συνεργείο είναι όλοι φίλοι, γνωστοί, ο ένας βοηθάει τον άλλο, ξέρεις, τα βασικά, καφέδες, τσιγάρα στην αρχή, μέχρι τα πάντα. Πηγαίνουμε όπως πηγαίναμε να παίξουμε στις αλάνες παλιά. Με προσέγγισε ο Μιχάλης –εμένα κι άλλους από το Δημοτικό Θέατρο Μεγάρων –και μας μίλησε για αυτή την ταινία που μοιάζει να προέρχεται από το παλιό ελληνικό θέατρο Μεγάρων. Τσακωθήκαμε στα πρώτα δέκα λεπτά! Για να εξελιχθεί όμως αυτό σε μια μεγάλη και βαθιά φιλία, κάτι το ξεχωριστό. Η ιδέα για τα στούντιο προέκυψε από ένα δημοσίευμα για τον Τομ Χανκς που αναζητά να κάνει μια επένδυση για κινηματογραφικά στούντιο, τύπου Χόλιγουντ, στη Σύρο. Και στην περιοχή, ενώ περπατούσαμε, μου λέει: «Τα Μέγαρα είναι ένα τεράστιο στούντιο, κάθε σπίτι είναι ένα πλάνο, γυρίζεις εδώ από φουστανέλες μέχρι ταινίες του σήμερα». Και τότε του μίλησα για τις παλιές ελαιοδεξαμενές, πήγαμε μαζί και τρελαθήκαμε και με το εύρος. Εκεί μάθαμε για τους Ελληνοκαναδούς που συναντήθηκαν με τον Πρωθυπουργό πρόσφατα και με τη σειρά τους αναζητούν να κάνουν επενδύσεις για το σινεμά στη Δυτική Αττική. Τον περασμένο Δεκέμβριο λοιπόν που έγινε το συνέδριο, ως μέλος της Δημοτικής Κοινωφελούς Επιχείρησης έστειλα την πρόταση στον Πρωθυπουργό, παρουσιάζοντάς την και στον υπουργό κ. Παπαδημητρίου εκείνη τη μέρα.Ο τελευταίος μάλιστα έβαλε το μέιλ στον προσωπικό μου φάκελο. Ιδωμεν!