Ποιος γάλλος βασιλιάς ίδρυσε τυπογραφείο για να εκδίδει μόνο τα ελληνικά χειρόγραφα της συλλογής του θέλοντας να συναγωνιστεί την εκδοτική παραγωγή της Βενετίας; Ποια εποχή καθιερώθηκε το πρόγραμμα σπουδών που ακολουθούν τα τμήματα ανθρωπιστικών σπουδών σε όλο τον κόσμο σήμερα; Και ποιος εκδότης τόλμησε μια επανάσταση σχεδόν ανάλογη με εκείνη του Γουτεμβέργιου, βγάζοντας στην αγορά τα πρώτα βιβλία τσέπης;

Οι απαντήσεις βρίσκονται στον πρώτο τόμο της συνολικά τετράτομης έκδοσης «Η πνευματική πορεία του Γένους με όχημα το χειρόγραφο και το έντυπο βιβλίο», ο οποίος κυκλοφόρησε προσφάτως με την υπογραφή του αρχιτέκτονα, ιστορικού του βιβλίου και συλλέκτη ελληνικών έργων που σχετίζονται με την εκδοτική και τυπογραφική δραστηριότητα των Ελλήνων από τον 15ο έως τον 19ο αιώνα, Κωνσταντίνου Στάικου. Σ’ αυτήν για πρώτη φορά στοιχεία που ήταν λιγότερο ή περισσότερο γνωστά τεκμηριώνονται εκ νέου μέσα από τις πηγές και παρουσιάζονται συγκεντρωμένα, καλύπτοντας την περίοδο από τον 13ο έως τα μέσα του 16ου αιώνα. Στοιχεία που αποδεικνύουν ότι «το ελληνικό έντυπο βιβλίο αποτέλεσε όχι μόνο φορέα εκπαίδευσης και γνώσης, αλλά και ότι λειτούργησε ως μεταδότης ποικίλων θεμάτων που απασχολούσαν τους απανταχού ταγούς του Γένους για την αναβάθμιση της ελληνικής εκπαίδευσης», όπως σημειώνει ο συγγραφέας στην εισαγωγή.

«Η βάση της ευρωπαϊκής πανεπιστημιακής εκπαίδευσης είναι βασισμένη στην παλαιολόγεια παράδοση, όπως καταγράφεται σε προγράμματα σπουδών του 1260, όπου ανάμεσα στη διδακτέα ύλη, σύμφωνα με τις πηγές, ήταν τα ομηρικά έπη, τα έργα των τριών τραγικών, τα κείμενα του Ησιόδου, οι ωδές του Πινδάρου, οι κωμωδίες του Αριστοφάνη ως άριστα δείγματα της αττικής διαλέκτου, ο Πλούταρχος, ο Στράβων, ο Θεόκριτος και ο Φιλόστρατος, αλλά και ο Ισοκράτης ως βασικό εργαλείο της ρητορικής. Αν δει κάποιος τον κατάλογο διδακτέας ύλης ενός από τα τελευταία πανεπιστήμια της Κωνσταντινούπολης και του Πανεπιστημίου της Πάδοβας στις αρχές του 16ου αιώνα θα διαπιστώσει ότι ταυτίζονται», λέει ο Κωνσταντίνος Στάικος στο «Νσυν». «Επί της ουσίας το πρόγραμμα αυτό βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε εκείνο του Λυκείου του Αριστοτέλη», συνεχίζει και επισημαίνει ότι οι Βυζαντινοί αντιμετώπιζαν στις ανώτερες σχολές της Κωνσταντινούπολης την αρχαία ελληνική γραμματεία «ως την ασφάλειά τους».

ΒΕΝΕΤΙΑ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΑ. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζονται στην έκδοση, μόνο την περίοδο 1502-1515 κυκλοφόρησαν από το τυπογραφείο του Αλδου Μανούτιου στη Βενετία 120.000 αντίτυπα ελληνικών τίτλων, ενώ το 1501 εκδίδεται το πρώτο ελληνικό βιβλίο στη Γερμανία, ένα εγχειρίδιο για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. «Μιλάμε για τεράστιους αριθμούς βάσει των δεδομένων της εποχής», εξηγεί ο συγγραφέας. «Περίπου την ίδια περίοδο, το 1530, ο φιλέλληνας βασιλιάς της Γαλλίας Φραγκίσκος Α’, ακολουθώντας τις νουθεσίες του Ιανού Λάσκαρη, ιδρύει το Κολέζ ντε Φρανς ως ελληνικό σχολείο στο οποίο φοιτούν ο Καλβίνος και ο Ιγνάτιος Λογιόλα (σ.σ.: ιδρυτής του τάγματος των Ιησουιτών) και ιδρύει βασιλικό τυπογραφείο για να συναγωνιστεί τη Βενετία σε αριθμό πρώτων εκδόσεων ελληνικών χειρογράφων. Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1502, ο Αλδος Μανούτιος είχε καθιερώσει το πανεπιστημιακό βιβλίο: εκδόσεις δηλαδή χωρίς περίτεχνες διακοσμήσεις, που κόστιζαν πολύ λιγότερο και ήταν προσιτές στο ευρύ κοινό, λειτουργώντας σαν τα σημερινά βιβλία τσέπης. Αγοράζονταν ακόμη και από σπουδαίους λογίους, όπως ο Ερασμος, ο οποίος μάλιστα σημείωνε και στο περιθώριό τους», επισημαίνει ο συγγραφέας.

Και καταλήγει: «Η ελληνική τυπογραφία κατέστη «πολιορκητικός κριός» που ενίσχυσε τον φωτισμό του Γένους με εκπαιδευτικά εργαλεία κάθε τύπου, γραμματικές, λεξικά ώς και λειτουργικά βιβλία που έπαιξαν ρόλο αλφαβητάριου. Είναι οξύμωρο ένας λαός που ζει χωρίς να διαθέτει ούτε μια μικρή νησίδα ελευθερίας να δημιουργήσει τέτοια παράδοση στον τομέα του έντυπου ελληνικού βιβλίου και της τυπογραφίας, σε συνάρτηση μάλιστα με την κατά τόπους ξενόγλωσση τυπογραφική παράδοση. Κι είναι αυτό το στοιχείο που μας οδηγεί τελικά στην εξίσωση Γένος = ελληνική κοσμική και χριστιανική γραμματεία».

INFO

«Η πνευματική πορεία του Γένους με όχημα το χειρόγραφο και το έντυπο βιβλίο», σελ. 500, τιμή: 35 ευρώ