Αποτελεί εδώ και δεκαετίες τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο στη δύναμη της Ατλαντικής Συμμαχίας. Από το 1981 ελέγχει περισσότερο από τον μισό εμπορικό της Ενωμένης Ευρώπης, ενώ το ένα πέμπτο των παγκόσμιων θαλάσσιων μεταφορών πραγματοποιείται με πλοία που φέρουν τη σημαία της. Οι εφοπλιστές της έχουν επενδύσει μόνο στους κολοσσούς της Απω Ανατολής –Ιαπωνία, Κίνα και Νότια Κορέα –τουλάχιστον 30 εκατ. δολάρια κάθε δύο μέρες για ναυπήγηση πλοίων. Και τα τελευταία 65 χρόνια –από το 1952 που ο Γιάννης Μ. Καρράς υπήρξε ο πρώτος αλλοδαπός εφοπλιστής ο οποίος παρέλαβε μεταπολεμικά νεότευκτο δεξαμενόπλοιο από ιαπωνικό ναυπηγείο, μέχρι σήμερα –μόνο από τη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου παραλαμβάνουν κατά μέσο όρο ένα πλοίο κάθε 14 ημέρες.

Η παραγνωρισμένη από το ευρύ κοινό και αναξιοποίητη από τη διπλωματία δύναμη –η ελληνική ναυτιλία –αποκτά το πρώτο δικό της διαδικτυακό μουσείο, που φέρει την υπογραφή του ερευνητή ναυτιλιακών θεμάτων και συγγραφέα 30 βιβλίων για την εξέλιξη της ναυτιλιακής βιομηχανίας, με καταγωγή από οικογένειες με πλούσια εφοπλιστική παράδοση, Γεώργιου Φουστάνου. Και μέσα από 12 ιστορικές περιόδους και 14 ειδικές ενότητες «ντυμένες» με περισσότερες από 50.000 εικόνες, μεταξύ των οποίων ορισμένες ιδιαιτέρως σπάνιες, επιχειρεί να διηγηθεί την ιστορία της από το 1873 –οπότε οι δραστηριοποιούμενοι στη Ρουμανία επιχειρηματίες αδελφοί Ιωάννης και Αντώνιος Θεοφιλάτοι, με καταγωγή από την Ιθάκη, κατασκεύασαν σε βρετανικά ναυπηγεία το πρώτο υπό ελληνική σημαία φορτηγό ατμόπλοιο «Ιθάκη» –ώς τις αρχές του 21ου αι.

«Στόχος μας είναι να κάνουμε τον κόσμο να εκτιμήσει τη ναυτιλία όχι δημιουργώντας μια αγιογραφία της, αλλά παρουσιάζοντας την πραγματική της εικόνα, αποκαλύπτοντας παράλληλα τις δυνατότητές της να απογειώσει την Ελλάδα» λέει στα «ΝΕΑ» ο δημιουργός του Greek Shipping Miracle, ο οποίος παρουσίασε το διαρκώς εμπλουτιζόμενο ψηφιακό μουσείο (το οποίο ξεκίνησε το 2014) σε ένα πλοίο φορτωμένο με ιστορία: τη «Νεράιδα», το τυχερό πλοίο του Γιάννη Λάτση, το οποίο αφού σταμάτησε να οργώνει τα νερά του Αργοσαρωνικού το 1974 γνωρίζει μια δεύτερη καριέρα ως το μοναδικό πλωτό μουσείο στην Ελλάδα με τη στήριξη του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση. Και τα τελευταία τρία χρόνια, οπότε και λειτουργεί ως μουσειακός χώρος, έχει υποδεχτεί περισσότερους από 50.000 επισκέπτες και 1.500 μαθητές στα διαδραστικά εκπαιδευτικά του προγράμματα, όπως τόνισε εκ μέρους του Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση ο Βαγγέλης Χρόνης.

ΑΡΧΗ ΤΟ 1870. Με επισκέπτες ήδη από 160 χώρες και περισσότερους από 70.000 ακολούθους στο facebook, το μουσείο της ελληνικής ναυτιλίας πιάνει το νήμα από τις αρχές της δεκαετίας του 1870, όταν οι Ελληνες είχαν τη δυνατότητα να κατασκευάζουν στην πατρίδα τους σχεδόν το σύνολο των ιστιοφόρων πλοίων τους, όχι όμως και ατμόπλοιων που κατακτούσαν τη διεθνή αγορά σε μια εποχή κατά την οποία η ναυτιλία των ατμόπλοιων αναπτυσσόταν με ραγδαίους ρυθμούς στον διεθνή χώρο, δεν υπήρχαν μεταχειρισμένα πλοία μεγάλης ηλικίας που να δικαιολογούν λόγω της παλαιότητάς τους χαμηλές τιμές, προσιτές στους έλληνες καραβοκύρηδες με το περιορισμένο βαλάντιο, δεδομένου ότι κι ένα μεταχειρισμένο ηλικίας 15 ετών κόστιζε το εικοσαπλάσιο για την απόκτηση ενός ιστιοφόρου. Παρ’ όλ’ αυτά, με τη βοήθεια των ομογενών επιχειρηματιών η ελληνική ναυτιλία γυρίζει σελίδα και μέσα σε τρεις δεκαετίες αγοράστηκαν και διευθύνθηκαν από Ελληνες περί τα 200 ατμόπλοια, αριθμός εντυπωσιακός εάν λάβει κανείς υπόψη ότι περίπου 40% από αυτά ήταν νεότευκτα.

Στο τέλος του 1911, ο ατμήρης εμπορικός στόλος των Ελλήνων αριθμούσε 347 ατμόπλοια, μεταξύ των οποίων υπήρχαν αρκετά νεότευκτα, προκαλώντας το ενδιαφέρον ακόμη και των βρετανικών «Times» που αφιερώνουν εκτενές άρθρο στην πορεία της ελληνικής ναυτιλίας.

Πλοία και λιμάνια, πρόσωπα της επιχειρηματικής και της πολιτικής ζωής, έγγραφα, εκθέσεις και συνέδρια είναι μερικές μόνο από τις ενότητες του μουσείου (ορισμένες υπό κατασκευή) που επιχειρούν να μυήσουν τους επισκέπτες της ιστοσελίδας – μουσείου σε πτυχές λιγότερο γνωστές της ελληνικής ναυτιλίας. Και μπορεί ο τρόπος να είναι η σπάνια, όπως εξηγεί ο Γεώργιος Φουστάνος, φωτογραφία που του χάρισαν στη Μάλτα και στην οποία απεικονίζεται το πλοίο «Ευγενία» του Σταύρου Νιάρχου, το οποίο έχασε μέσα σε δύο μήνες πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με αποτέλεσμα να μην έχει τεκμηριωθεί φωτογραφικά επισήμως. Μπορεί όμως να είναι και πληροφορίες που αφορούν την ανάπτυξη που προκάλεσε κυρίως στα νησιά η ναυτιλία. «Οι εφοπλιστές επένδυσαν προπολεμικά στις ιδιαίτερες πατρίδες τους κεφάλαια που προέρχονταν από τη δραστηριότητά τους στην ποντοπόρο ναυτιλία. Εχω ως πρόχειρο παράδειγμα τον πατέρα της μητέρας μου, τον Αντώνιο Βαλμά, ο οποίος αγόρασε το 1918 με χρήματα που κέρδισε από τα ατμόπλοιά του στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου την Ηλεκτρική Εταιρεία Σύρου, την οποία λειτούργησε μέχρι το 1959, οπότε υποχρεώθηκε να την πουλήσει στη ΔΕΗ. Μου έχουν δε αναφέρει ότι ουδέποτε έκοψε την παροχή σε άνθρωπο που αδυνατούσε να πληρώσει τον λογαριασμό» λέει χαρακτηριστικά ο εμπνευστής του Greek Shipping Miracle.

ΣΤΗ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΥ. Ενα άλλο ιδιαιτέρως ενδιαφέρον κεφάλαιο αφορά την καταλυτική συμβολή της εμπορικής ναυτιλίας σε όλους τους εθνικούς αγώνες. Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η παρουσία της συνετέλεσε στην επιτυχή έκβαση της Μάχης του Ατλαντικού. Η συμμετοχή της στις νηοπομπές των Συμμάχων είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια των περίπου τριών τετάρτων της δύναμής της και, ακόμα χειρότερο, της ζωής περισσότερων από 2.500 ναυτικών. Αυτό που δεν είναι ευρύτερα γνωστό είναι ότι από χρήματα που κατέβαλαν ως μισθώματα οι Βρετανοί –γύρω στις 12 εκατ. στερλίνες -, έχοντας από τον Μάιο του 1941 ναυλώσει το σύνολο του επιταγμένου ελληνικού εμπορικού στόλου από την κυβέρνηση του Εμμανουήλ Τσουδερού, καλύφθηκαν τα έξοδα λειτουργίας της τελευταίας στο Κάιρο.

Το ποσό αυτό ήταν μεγαλύτερο από αυτό που χρειάστηκε να εγγυηθεί στους Αμερικανούς η ελληνική κυβέρνηση το 1946 για να καταστεί δυνατή η αγορά επί πιστώσει των περίφημων 100 Liberty από τις Ηνωμένες Πολιτείες, των φορτηγών πλοίων δηλαδή μεταφορικής ικανότητας περίπου 10.000 τόνων το καθένα. Τα 2.711 πλοία κατασκευάστηκαν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σε 18 ναυπηγεία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σε χρόνο-ρεκόρ, η κατασκευή κάθε πλοίου κόστισε από 1.550.000 έως 2.100.000 δολάρια, ανάλογα με το ναυπηγείο που το κατασκεύασε, και χαρακτηρίστηκαν ως πλοία «μιας χρήσης» επειδή κατασκευάστηκαν με ηλεκτροσυγκόλληση ώστε να ολοκληρωθούν γρηγορότερα, αφού η πρωτοβουλία για την κατασκευή τους οφείλεται στην ανάγκη αντικατάστασης των συμμαχικών πλοίων τα οποία χάνονταν συχνά καθώς συμμετείχαν στις νηοπομπές του Ατλαντικού, μεταφέροντας πολύτιμα εφόδια απαραίτητα για την επιτυχή έκβαση του πολέμου. H εξέλιξη όμως έμελλε να είναι διαφορετική. Tα πλοία αυτά όχι μόνο επιβίωσαν και μετά τον πόλεμο, αλλά διαδραμάτισαν και σπουδαίο ρόλο στις παγκόσμιες θαλάσσιες μεταφορές για περισσότερο από 25 χρόνια ακόμα. Ενδιαφέρον έχει δε το γεγονός ότι περισσότερα από 600 –τα δύο τρίτα δηλαδή όσων Liberty ταξίδεψαν μετά τον πόλεμο για εμπορικούς σκοπούς –περιήλθαν σε ελληνικά συμφέροντα σε κάποια φάση της ζωής τους, συνδέοντας άρρηκτα την πορεία τους με την εξέλιξη της εμπορικής μας ναυτιλίας.

Πάνω από 50.000 εικόνες

To πρώτο διαδικτυακό μουσείο για την ελληνική ναυτιλίαλειτουργεί στην ιστοσελίδα http: //www.greekshippingmiracle.org, που περιλαμβάνει 12 ιστορικές περιόδους και 14 ειδικές ενότητες με περισσότερες από 50.000 εικόνες.