Αν ρωτήσει κανείς τη Λήδα Πρωτοψάλτη πώς αισθάνεται που φέτος επιστρέφει στο Θέατρο Τέχνης έχοντας στο μεταξύ διανύσει εξήντα χρόνια από την πρώτη φορά που πέρασε την πόρτα του, θα θυμηθεί εικόνες και στιγμιότυπα: την ημέρα που έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του ενώ ήταν μόλις 17 χρονών ή εκείνη που ο Κάρολος Κουν τής είπε δυο-τρεις φράσεις όλες κι όλες για την ουσία της σαιξπηρικής Ιουλιέτας αλλά τόσο γεμάτες με νόημα που η ηθοποιός γύρισε σπίτι απελπισμένη ανακοινώνοντας στη μητέρα της ότι θα παρατήσει το τελικά πολύ δύσκολο θέατρο· τα πρώτα της μονόπρακτα, του Λόρκα και του Πιραντέλο, αλλά και την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος που ο Κουν, πριν καλά καλά ολοκληρώσουν τη φοίτηση, έβγαλε στην ίδια, στον Γιάννη Φέρτη και στη Μάγια Λυμπεροπούλου· κι άλλες στιγμές της πορείας της θα νοσταλγήσει: τα πέντε σημαντικά χρόνια πλάι στον Βασίλη Διαμαντόπουλο («αυτός ήταν ο δάσκαλός μου ουσιαστικά») ή τα πολλά περισσότερα στη Στοά, όπου με τον Θανάση Παπαγεωργίου «υπηρετήσαμε το ελληνικό έργο»· παραστάσεις όπως «Αννα, είπα!», «Ολα σε καλό» ή «Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια»· και θα πει στο τέλος «είμαι ευχαριστημένη, αυτά που πίστευα, αυτά που ονειρεύτηκα τα έκανα πράξη».

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΩΝ. Αραγε βελτιώνει έναν ηθοποιό έπειτα από τόσα χρόνια το άθροισμα των βιωμάτων του; Υπάρχουν ρόλοι που καλύτερα να έχεις ζήσει κάτι αν θες να τους αποδώσεις με ειλικρίνεια; «Θα σας πω ένα παράδειγμα», αποκρίνεται η Πρωτοψάλτη. «Οταν ρώτησαν τον Γκριγκόρι Κόζιντσεφ γιατί στην ταινία «Αμλετ» έδωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον Ινοκέντι Σμοκτουνόφσκι, εκείνος απάντησε ότι ο συγκεκριμένος ηθοποιός είχε πιαστεί αιχμάλωτος στον πόλεμο και μόνο κάποιος με τέτοια εμπειρία μπορούσε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του ήρωα». Η ίδια, όταν δίδασκε στη Δραματική Σχολή Βεάκη, παρακινούσε μεταξύ άλλων τους σπουδαστές να ερωτευτούν: «»Κι αν πληγωθούμε», ρωτούσαν. «Να πληγωθείτε» έλεγα, «η ζωή είναι και τα πάνω της και τα κάτω»».

Οχι πάντως ότι δεν υπάρχουν και ρόλοι που ανεξαρτήτως ποσότητας εμπειριών ο ηθοποιός βλέπει μέσα τους τον εαυτό του. «Είναι ειδικά ένας που τον αγάπησα πολύ, που με σφράγισε και τον σφράγισα», λέει η Πρωτοψάλτη. «Η Αννα, από το «Αννα, είπα!» του Παναγιώτη Μέντη. Μια γυναίκα τρελή, που σκαρφαλώνει στα παράθυρα, που βρίζει τη γειτονιά. Η μητέρα της ήταν σκληρή και της τίναξε στον αέρα το νευρικό της σύστημα. Με ρωτούσαν αν έκανα έρευνα σε ψυχιατρικές κλινικές. Δεν κάνω τέτοια εγώ. Εγώ βυθίζομαι στο ρόλο. Ψάχνω να βρω ποιος είναι, πώς μεγάλωσε. Και δίνω πολλά από μέσα μου».

ΣΥΡΡΑΦΗ ΤΡΑΓΩΔΙΩΝ. Από σήμερα (6/11) εμφανίζεται με τον Γιώργο Παπαπαύλου στην παράσταση «Αγαμέμνονας. Αισχύλος/ Ευριπίδης», σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Χατζή και μουσική Γιώργου Κουμεντάκη. Για συρραφή κειμένων πρόκειται, από τον «Αγαμέμνονα» του Αισχύλου και την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη. Δεν είναι μια συνηθισμένη τραγωδία, ούτε και η Πρωτοψάλτη όμως έχει μια συνηθισμένη για τη γενιά της σχέση με το αρχαίο δράμα. Συμφωνεί ότι στην καριέρα της άργησε να παίξει σε έργα αρχαίων τραγικών. Οταν ωστόσο τον χειμώνα του 1999 υποδύθηκε την «Εκάβη», θυμάται να κοιτά από τα παρασκήνια τον κόσμο να συρρέει παρά την θρυλούμενη ελαφρότητα που ενίοτε επιβάλλουν στο θέατρο οι γιορτές των Χριστουγέννων.

Στον «Αγαμέμνονα» υποδύεται τον αφηγητή, τον ραψωδό, που εξιστορεί όσα ερμηνεύει ο συμπρωταγωνιστής της συνοδεία ενός περιστασιακού βιολιού. «Η δυσκολία του αφηγητή, του κάθε αφηγητή», λέει, «έγκειται στην ανάγκη να αποστασιοποιείται από πράγματα που ξέρει, στην υποχρέωση να μην μπαίνει μέσα στο έργο, αλλά ταυτόχρονα να είναι μέσα στην ιστορία». Και τι ιστορία: «στο αρχαίο δράμα γίνονται τρομερά πράγματα» συνεχίζει. «Κάθε φορά που βλέπω ειδήσεις εκεί πάει ο νους μου. Ο Αγαμέμνονας είναι ένας πατέρας που δέχεται να θυσιάσει το παιδί του για να πλεύσουν τα καράβια των Αχαιών. Τις προάλλες, κάποιος σκότωσε την κόρη του για πολύ χειρότερους λόγους».

Είτε για αυτές είτε για άλλες αιτίες, η Πρωτοψάλτη πιστεύει ότι σε τέτοια κλασικά κείμενα δεν μπορείς να τους αλλάζεις τα φώτα. Αν και προϊόν συρραφής, ο «Αγαμέμνονας» είναι «μια φωνή από καρδιάς για όσα έγιναν τότε και γίνονται και τώρα», κατά τα άλλα όμως «δεν μπορείς να παίζεις με το θέατρο, να επεμβαίνεις στα έργα. Αν θες, γράψε εσύ ένα δικό σου. Δεν γίνεται να ανεβάζεις «Αμλετ» και να έχεις για πρωταγωνιστή έναν ανόητο μπούα».

ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ. Δηλαδή, από αυτά κινδυνεύει η τέχνη, από τις εναλλακτικές προσεγγίσεις της; Από την απάντηση καταλαβαίνει κανείς ότι η Λήδα Πρωτοψάλτη, 60 χρόνια από την πρώτη φορά που πέρασε την πόρτα του Τέχνης, πιστεύει ακόμα σε κάτι πιο κλασικό. «Μπορεί να υπάρχουν καλές σύγχρονες παραστάσεις, αλλά δεν τις έχω δει», λέει. Κατά τη γνώμη της, οι μεγάλοι συγγραφείς, ο Πιραντέλο, ο Αρθουρ Μίλερ, γράψανε για τον άνθρωπο, τη στιγμή που σήμερα «δεν είναι καθαρά τα πράγματα». Οχι μόνο για σκηνοθέτες και ηθοποιούς: «Οταν ξεκινούσα, υπήρχε και το βαρύ πυροβολικό της θεατρικής κριτικής», θυμάται. «Σήμερα δεν νομίζω καν ότι είναι ακριβώς κριτική, αυτό που γράφεται –δεν είναι εύκολο πράγμα, πρέπει να είσαι διαβασμένος και να γνωρίζεις το θέατρο από μέσα, όχι από αφηγήσεις», λέει. Κι αφού η κουβέντα πήγε στη γνώση, μνημονεύει και κάτι σχετικό που έλεγε ο Κουν: «Πάθος και διάβασμα, αυτές τις δύο λέξεις τον ακούγαμε να υπογραμμίζει διαρκώς. Χωρίς πάθος δεν γίνονται αυτές οι δουλειές. Με την τέχνη δεν θα ασχοληθεί κανείς με το ζόρι. Και η παιδεία παίζει ρόλο. Δεν μπορείς να είσαι ηθοποιός και να μην ξέρεις τι σου γίνεται».

INFO

«Αγαμέμνονας. Αισχύλος / Ευριπίδης» στο Θέατρο Τέχνης. Καρόλου Κουν (Φρυνίχου 14,Πλάκα, τηλ. 210-3222.464),6, 7, 13 και 14 Νοεμβρίουστις 21.15. Γενική είσοδος: 15 ευρώ, φοιτητικό – μειωμένο: 10 ευρώ, ανέργων: 8 ευρώ. Συρραφή/σκηνοθεσία/φωτισμοί: Κωνσταντίνος Χατζής. Αποσπάσματα μετάφρασης: Κ.Χ Μύρης. Μουσική σύνθεση: Γιώργος Κουμεντάκης. Παίζουν: Λήδα Πρωτοψάλτη, Γιώργος Παπαπαύλου. Βιολί: Διονύσης Βερβιτσιώτης.