Η ιστορία της όπερας είναι γεμάτη από ακροβασίες, ευκολίες και ανέξοδους συναισθηματισμούς. Ας συμφωνήσουμε ότι από ανέβασμα σε ανέβασμα το ίδιο το είδος μπορεί να απογειωθεί ή να καθηλωθεί στη φόρμα που το γέννησε. Ούτε το μπανάλ είναι να φοβάται κανείς όταν μπλέκει με υπερβατικές μορφές και έννοιες ούτε το κιτς. Το «Λυκόφως των χρεών», που παρακολουθήσαμε στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής (το δεύτερο μέρος, για να είμαστε ακριβοδίκαιοι) δεν ήταν βέβαια μια συμβατική όπερα, αλλά μια μουσική μεταγραφή πάνω στο εμβληματικό «Λυκόφως των θεών» του Βάγκνερ. Ο Χαράλαμπος Γωγιός στη μουσική (με ένα υπέροχο 9μελές σύνολο) και ο Αλέξανδρος Ευκλείδης στη σκηνοθεσία είχαν όλα τα εχέγγυα για να δράσουν απελευθερωμένοι στο πλαίσιο αυτής της «μεταφοράς»: από το «Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν» και την πυρπόληση της Βαλχάλα στο «δαχτυλίδι του ελληνικού χρέους» και την καταστροφή της Ακρόπολης. Εμπιστεύτηκαν, όμως, το λιμπρέτο στον Δημήτρη Δημόπουλο, οι περγαμηνές του οποίου προέρχονται από τη stand up κωμωδία. Εξού και οι στίχοι, όπως «Σκάρτος κι εσύ όπως οι άλλοι» (η Βρουγχίλδη – Ελλάδα για τον Σωτήρη – έλληνα ηγέτη), «Ακου κυρίαρχε λαέ/ Θαρρείς πως σε προδίδω/ Το χρέος μου ήσουν εσύ/ Δεν θα με κρίνεις εσύ/ Η Ιστορία θα με κρίνει/ Ο μύθος θα με δικαιώσει» (ο Σωτήρης που έχει μετατραπεί σε άγαλμα).

ΟΙ ΞΕΝΟΙ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ. Η υπερσυσσώρευση στερεοτύπων δημιούργησε άγχος για τη διαχείρισή τους: ο πολύς συμβολισμός βλάπτει τον (αυτο)σαρκασμό, ο οποίος έλειπε απ’ όλη την παράσταση. Η ελληνική πραγματικότητα που διαγραφόταν μέσα από το κείμενο παραήταν εμφανής (obvious, που λένε καλύτερα σ’ αυτή την περίπτωση οι αγγλοσάξονες) για να κρατήσει κανείς αποστάσεις από αυτήν. Παρακολουθήσαμε και σ’ αυτή την «εναλλακτική» παράσταση τον επίβουλο ξένο, το αφήγημα για τους αέναους κύκλους του ελληνικού χρέους, την Ελλάδα ως λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ειδικά η επιλογή του Μέρτεν (ο κύριος υπεύθυνος της γενοκτονίας των Εβραίων στη Θεσσαλονίκη) για την εικονογράφηση του «ραδιούργου Γερμανού» αντηχεί ακόμη βασανιστικά. Οπως και το «προσκλητήριο ηρώων» του τέλους όπου συναριθμούνται οι Διγενής Ακρίτας, Παύλος Μελάς, Ελευθέριος Βενιζέλος, Οθων ο βασιλεύς της Ελλάδος, Οθων Ρεχάγκελ, Γιάνης Βαρουφάκης, Γιάννης Αντετοκούνμπο, Γιώργος Σεφέρης και Μαρία Κάλλας (αλήθεια, ποιες ηρωικές συμπαραδηλώσεις περιέχουν τα ονόματα των δύο τελευταίων;). Ακόμη και όταν αχνοφαινόταν από κάποιες χαραμάδες η προσπάθεια να κρατηθεί κανείς μακριά από το αφήγημα –το οποίο θα λάτρευε ο προαναφερθείς Βαρουφάκης –η καρικατούρα κέρδιζε την παρτίδα. Ο Εκσυγχρονισμός, άλλωστε, απεικονίστηκε με μαύρα γυαλιά, λαδωμένο μαλλί και μια εσπρεσιέρα για δώρα φέροντας. Μια ευθεία βολή στη διακυβέρνηση του Κώστα Σημίτη.

Ο Σωτήρης (ο Τσίπρας, για να συνεννοούμαστε μεταξύ μας) ήταν ο ήρωας που έπασχε μέσα στο δικό του ψυχόδραμα (λες και δεν έχει μερίδιο της ευθύνης) και η Βρουγχίλδη – Ελλάδα ζώστηκε στο τέλος φυσεκλίκια έτοιμη να το κάνει Κούγκι. Να μην τα πολυλέμε: η εικονογράφηση δεν ξέφυγε ποτέ από ένα επίπεδο μεταξύ Σαπφώς Νοταρά και Ζωής Κωνσταντοπούλου. Ισως η Εναλλακτική Σκηνή να ένιωσε πολύ ασφαλής – έως mainstream – μέσα στο περιβάλλον ενός Κέντρου Πολιτισμού που ανήκει στο Δημόσιο.