Οι κοφτές δοξαριές και ο ιδιοσυγκρασιακός τρόπος με τον οποίο προσεγγίζει τη μουσική παράδοση έχει αναγνωριστεί από την παγκόσμια μουσική σκηνή. Ο ίδιος ο Ψαραντώνης άλλωστε είναι τακτικός επισκέπτης των φεστιβάλ του εξωτερικού, αλλά, όπως λέει στη συζήτησή μας, δεν αλλάζει τίποτα για εκείνον όπου κι αν βρίσκεται. Επειδή κουβαλάει παντού τον δικό του κόσμο. Είτε τραγουδάει μαζί με τον Νικ Κέιβ –που ανυπομονεί να τον ακούσει στην Αθήνα, στις 16 Νοεμβρίου –είτε χαϊδεύει τις χορδές της λύρας του στα βουνά της Κρήτης. Λίγο πριν ανέβει στη σκηνή του Τae Kwon Do –την οποία θα μοιραστεί με τουςΔημήτρη Αποστολάκη (Χαΐνης), Μάνο Αχαλινωτόπουλο, Αλκίνοο Ιωαννίδη, Μανώλη Κονταρό, Μανώλη Λιδάκη, Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Μίλτο Πασχαλίδη, Τάνια Τσανακλίδου,Μιχάλη Τζουγανάκη, Βινίσιο Καποσέλα– αφηγείται μικρές ιστορίες και επιθυμίες. Με τον παιδικό ενθουσιασμό που επιβιώνει σ’ εκείνο το ξεχωριστό ανωγειανό ιδίωμα.

«Καπετάνιο να με λες, παιδί μου, όχι κ. Ψαραντώνη. Ετσα νιώθω. Να τώρα είμαι πάνω στο καράβι και πηγαίνω στην Κρήτη, από τη Σαντορίνη που επαίζαμε οψές. Μα τι ωραία που είναι τώρα έτσι όπως ακούω τα κύματα και είναι τόσο ήσυχη βραδιά. Από τότε που ήμουν παιδί μού άρεσε να κάθομαι και να παρατηρώ τη φύση. Εδώ κρύβεται η ομορφιά της ζωής. Ισως αυτό είναι που με έσπρωξε να πιάσω τη λύρα στα χέρια μου πριν πάω ακόμη στο σχολείο. Και ούτε καν ήταν δικιά μου. Του Νίκου μας ήταν (εννοεί τον αδελφό του Νίκο Ξυλούρη). Σε εκείνον τα χρωστώ όλα που αγαπούσε τόσο τη μουσική. Ημουνα μικιό πολύ, αλλά θυμάμαι σαν τώρα να ακούω τον αδελφό μου να προσπαθεί να πείσει τον πατέρα μου να του πάρει λύρα. Δεν ήθελε με τίποτα γιατί φοβόταν ότι δεν θα διάβαζε. Πάει μια μέρα στο σχολείο και πιάνει τον δάσκαλο –τον Μενέλαο Δραμουντάνη, θυμούμαι το όνομά του –και τον ρωτάει τι να κάμει. «Να του πάρεις του παιδιού τη λύρα, Γιώργη». Ε ρε τι χαρά που πήρε ο Νίκος. Δεν την άφηνε από τα χέρια του. Τον άκουγα που επάλευε με τους σκοπούς και μαγευόμουνα. Οταν έφευγε, την εψαχούλευα κι εγώ. Μου είχε πει να μην την πιάνω στα χέρια μου για να μην του την εχαλάσω. Αλλά πού εγώ. Παραμόνευα πότε θα φύγει για να παίξω λίγο. Μια μέρα ήρθε νωρίτερα απ’ ό,τι περίμενα στο σπίτι και με άκουγε να παίζω το σκοπουλάκι μου. Εκατσε αρκετή ώρα και με παρακολουθούσε. Οταν σταμάτησα, μπήκε μέσα στο δωμάτιο και μου λέει πόσο του άρεσε αυτό που έπαιζα. Εκείνη τη στιγμή μού έδωσε την άδεια να παίζω με τη λύρα του, αρκεί να του την επροσέχω. Πώς ένιωσα, δεν μπορώ να το περιγράψω! Αυτή ήταν η αρχή. Δεν επέρασε μέρα που να μην επαίξω έναν σκοπό.

Παράδοση. Ακουγα τους άλλους λυράρηδες στα Ανώγεια, τις παλιές μελωδίες τους, τα τραγούδια και τα μάθαινα κι εγώ. Αλλά πάντα έβαζα κάτι άλλο απάνω δικό μου, χωρίς να το θέλω. Ετσι μου έβγαινε. Αλλά αν δεν το κάνεις αυτό, δεν μπορεί να ζήσει η παραδοσιακή μουσική. Θέλει, παιδί μου, το καινούργιο για να σταθεί το παλιό. Αλλιώς μαραίνεται και απαθαίνει. Και είναι ευλογία που οι νέοι ασχολούνται με την παραδοσιακή μουσική μας. Και οι περισσότεροι το κάνουν με σεβασμό, αγάπη και μεράκι.

Αρμονία. Τι μου έχει δώσει η μουσική; Μα τα πάντα. Μου έστρεψε το βλέμμα μου στο θαύμα που υπάρχει γύρω μου. Εμαθα να αφουγκράζομαι τη φύση και βρήκα πού είναι κρυμμένος ο Θεός. Στην αρμονία, στον παλμό και στην κίνηση που δίνει τη ζωή. Εκεί είναι τα θαύματα όλα. Εκεί είναι και η μουσική. Οχι στα μέτρα και στις νότες. Από παιδί, όταν έπαιζα τη λύρα μου, ένιωθα ότι γίνομαι κάτι άλλο. Ούτε καλό ούτε κακό. Δεν σκεφτόμουν και δεν βρισκόμουν πουθενά. Μέρευα τις αγριάδες μου, την τίγρη που ‘χω μέσα μου και βρυχάται, εχάδευα τους πόνους μου, τους εγλεντούσα με το ίδιο πάθος που εγλεντούσα και τις χαρές μου. Οταν τραγουδώ, γίνομαι παιδί. Από πάντα ένιωθα ότι είμαι γέρος και παιδί μαζί. Υπάρχει πιο μεγάλο δώρο;

Μνήμη. Να με θυμούνται όπως επιθυμεί ο καθένας. Αυτό είναι αρκετό από μόνο του. Είναι σαν να μην πεθαίνεις ποτέ. Αν θέλουν ας με φέρνουν στο μυαλό τους όταν τραγουδώ, όταν παίζω λύρα, όταν εκάθομαι και πίνω τον καφέ μου σε μια γωνιά. Δεν θέλω να ενοχλώ κανέναν. Να κάνω κακό, να αδικώ. Μη με ρωτήσεις αν με έχουν αδικήσει γιατί ποτέ δεν στέκομαι σε αυτά. Τα αφήνω πάντα πίσω και προχωράω. Αν μένεις κολλημένος στο τι σου κάμανε, στο πώς θα πάρεις το αίμα σου πίσω, δεν πας μπροστά. Και ο άνθρωπος είναι γεννημένος για να αναζητάει την πρόοδο.

Λεβεντιά. Το πρώτο μου γλέντι –επαγγελματικά δηλαδή –το έκαμα όταν ήμουν 13 ετών. Επαιξα σε έναν γάμο, ξέρεις, από αυτούς που εκάνομε στην Κρήτη. Ευτυχώς ακόμη έτσι γίνονται σε πολύ μεγάλο βαθμό. Μπορεί πολύς κόσμος να νομίζει ότι εμείς συνδέομε τη λεβεντιά και το ανάστημά μας με τα κουμπούρια και τις πιστολιές. Δεν είναι πουθενά γραμμένο αυτό. Η λεβεντιά μας είναι η παράδοσή μας και η καλή μας φάρα. Γιατί είμαστε από καλή φάρα».

INFO

Στο Κλειστό ΓυμναστήριοΦαλήρου (Τae Kwon Do).Μωραϊτίνη 2, Παλαιό Φάληρο,την Τετάρτη 11/10 στις 20.30.

Οι πόρτες ανοίγουν στις 19.00.η προπώληση συνεχίζεταιστο www.viva.gr