Τίποτα δεν μπορεί να μας προετοιμάσει για την εισαγωγή της «Δουνκέρκης». Γιατί, απλούστατα, δεν υπάρχει εισαγωγή. Το φιλμ ξεκινά παρουσιάζοντας ανώνυμους χαρακτήρες που τρέχουν μακριά από έναν άγνωστο εχθρό («σας έχουμε περικυκλώσει» αναγράφεται σε ένα φυλλάδιο), με παρατηρητή έναν μοναχικό επιζώντα που φτάνει σε μια παραλία όπου, σχεδόν ξεψυχισμένος, παρακολουθεί ατελείωτες διμοιρίες στρατιωτών που βρίσκονται παγιδευμένοι δίχως ελπίδα διαφυγής. Καμία ημερομηνία δεν αναγράφεται επί της οθόνης, ούτε καν τοποθεσίες. Μόνο τρία χρονοδιαγράμματα: Μία εβδομάδα για την ξηρά, μία ημέρα για τη θάλασσα, μία ώρα για τον αέρα (δηλαδή, την αεροπορία). Τα γεγονότα που ακολουθούν αφορούν τόσο τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όσο και τον αφηγηματικό «πόλεμο» του σκηνοθέτη με τρεις δράσεις που λειτουργούν σε χρόνους διαφορετικούς, άρα: ποιος πόλεμος αφορά τελικά το φιλμ;

Το μόνο βέβαιο είναι πως και οι απελπισμένοι φαντάροι και ο Νόλαν πολεμούν αδιάκοπα με τον χρόνο –τον οποίο ο σκηνοθέτης συνδέει, επίμονα, με τη θνητότητα. Ο μεγάλος πρωταγωνιστής είναι στην πραγματικότητα το sound design, όπου πρωταγωνιστεί ένα… ρολόι τσέπης (του Νόλαν, λέει το δελτίο Τύπου) συγχρονισμένο απόλυτα με τους πυροβολισμούς των εχθρών και τα ποδοβολητά των στρατιωτών. Ολο το φιλμ είναι δομημένο γύρω από αυτήν την ιδέα, παρουσιάζοντας ταυτόχρονα τρεις αφηγήσεις, καθεμία από τις οποίες εκτείνεται σε διαφορετικά μήκη πραγματικού χρόνου. Οι δε αυστηρώς χρονομετρημένες δράσεις τοποθετούνται δίπλα δίπλα, άλλες φορές πλήρως «συγχρονισμένες» και άλλες πάλι εκ διαμέτρου αντίθετες, συνθέτοντας ένα πεδίο δράσης σε ξηρά, θάλασσα και αέρα,.

Αν όμως δεν υπήρχε η δική μας αγωνία για τις μοίρες αυτών των ανθρώπων, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν θα λειτουργούσε. Γιατί, τελικά, ο ρυθμός της ταινίας υπαγορεύεται όχι από τους ζογκλερισμούς του μοντάζ, αλλά από το ανθρώπινο ενδιαφέρον. Αυτό είναι που τελικά υποτάσσει το χάος και επαναφέρει κάθε ιστορία στις αληθινές διαστάσεις. Και κάθε στιγμή στο Τώρα είναι πολύτιμη εν καιρώ πολέμου, μόνο που το Τώρα υπαγορεύεται από μια κινηματογραφική κάμερα. Με άλλα λόγια: η νίκη των στρατιωτών είναι μια νίκη της ανθρωπότητας και η νίκη του Νόλαν επί του Χρόνου μια νίκη του κινηματογράφου. Ολα διαδραματίζονται σε 100 λεπτά: εκεί όπου οι χρεοκοπημένες ιδεολογικά κοινωνικές επιφάσεις της Marvel χρειάζονται 2,5 ώρες για να μασκαρέψουν την υποκρισία της Χολιγουντιανής Μηχανής, ο Νόλαν επιστρέφει στον άνθρωπο, αλλά και στο καθαρό σινεμά με ένα μεγάλο κινηματογραφικό επίτευγμα. (Βαθμοί: 9)