«Τραγουδιστής δεν είμαι για να τελειώνουμε. Οι βασικοί «εγκληματίες» σε αυτή την ιστορία είναι η σύζυγός μου Ηρώ (σ.σ. Σαΐα) και ο κ. Ξενοφών Ραράκος (σ.σ. ραδιοφωνικός παραγωγός του Μελωδία 99,2 fm) Αυτοί επέμεναν να τραγουδήσω». Ο Σταύρος Ξαρχάκος με αυτή την εξήγηση πρόλαβε την ερώτηση από τους εκπροσώπους του Τύπου γιατί αποφάσισε να ερμηνεύσει o ίδιος τα κομμάτια στον νέο του CD «7 Ελεγείες και Σάτιρες». Χωρίς αμφιβολία αυτή η επιλογή του έδωσε στο έργο τη σημασία του ντοκουμέντου και αυτομάτως το καθιστά ιδιαίτερα σημαντικό.

Επιστροφή στη δισκογραφία ύστερα από αρκετά χρόνια απουσίας με επτά καινούργια τραγούδια τα οποία έγραψαν ο Μάνος Ελευθερίου, η Λίνα Νικολακοπούλου και συνέθεσε ο σπουδαίος έλληνας συνθέτης. Το όλο εγχείρημα, εξήγησε ο Σταύρος Ξαρχάκος, είχε μια τεχνική δυσκολία: «Ο Νεοκλής Νεοφυτίδης –οποίος τον συνόδεψε στον πιάνο –στην ουσία συνομίλησε μαζί μου, δεν ακομπανιάρει δηλαδή. Ανταλλάξαμε τους δικούς μας κωδικούς μέσα από τις δυναμικές και τις μουσικές φράσεις που ο καθένας θα μπορούσε να κάνει. Αυτού του είδους το τραγούδι δεν χρειάζεται ενορχηστρωτικά στολίδια. Πρέπει να είναι απέριττο για να ακουστεί ο λόγος».

Το CD ως μέσο δεν τον αφορά. «Δεν με εκπροσωπεί καθόλου ο φορέας του CD. Ευελπιστώ το έργο αυτό να βγει και σε βινύλιο. Θέλω να σας πω ότι για έναν καλλιτέχνη κύριο μέλημά του πρέπει να είναι το εξής: να μπορεί μέσα από τη δουλειά του να εκφράζει τον εσωτερικό του χώρο και τον εσωτερικό του χρόνο. Τότε μόνο αυτή η δουλειά θα έχει μια αλήθεια».

Αυτός ο κύκλος τραγουδιών «7 Ελεγείες και Σάτιρες» διαθέτει πολιτικό στίγμα που ο συνθέτης διατυπώνει στο συνοδευτικό σημείωμά του στον δίσκο (γραμμένο σε πολυτονικό), διατρέχει ως θεματική τους στίχους των επτά τραγουδιών και είναι ευκρινές και σημαντικό. «Θεωρώ ότι ο κάθε τόπος έχει το δικό του Τσερνόμπιλ. Τρέμω με την ιδέα ενός εφιαλτικού σχεδίου αφανισμού της πολιτιστικής κοινότητας των εθνών. Στη χώρα μας συνέβη πριν κάποια χρόνια. Ετσι μεταλλάχθηκε ο πολιτισμικός ιστός της χώρας και το pH της κοινωνίας. Εκτοτε ακολούθησαν πολιτικές τερατογενέσεις. Τελευταία ασχολούνται μαζοχιστικά με το πρωτογενές πλεόνασμα. Κανέναν δεν έχω ακούσει να ψελλίζει έστω και μια λέξη για το πρωτοφανές πνευματικό έλλειμμα. Μια τηλεορασόπληκτη κοινωνία επιβιώνει πνευματικά χωρίς να έχει καταλάβει ότι έχει μεταμορφωθεί σε ζόμπι. Κάποτε ο ιστορικός του μέλλοντος για να αναγνωρίσει την ιδιοσυγκρασία του λαού μας θα πρέπει να ανατρέξει στις μετρήσεις τηλεθέασης. Και τα παιδιά; Αφρονες Ελληνες, παράφρονες πολιτικοί, δεν αφουγκράζεστε την αγωνία και την οργή τους; Και όλα αυτά εν ονόματι μιας επικίνδυνης ουτοπίας: της εξουσίας, όποιας εξουσίας. Να τη χαίρεστε. Ομως η πολιτική είναι έρμαιο του χρόνου. Η δημιουργική τέχνη είναι άχρονη. Και για να τελειώνουμε: ο Παπανδρέου πέθανε, ο Βαμβακάρης ζει».

ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ. Πώς όμως αφουγκράζεται ο στιχουργός το σήμερα; Πόσο εύκολο είναι να το κάνει λέξεις με ήχο; «Αυτή η εποχή είναι πιο δύσκολη από ποτέ για να γράψεις στίχους» είπε ο Θοδωρής Γκόνης. «Δεν μπορείς να πεις τίποτα εύκολα. Νιώθεις πως οι λέξεις είναι πολύ θηλυκές, η μια γεννάει την άλλη και την ίδια στιγμή είναι ευνουχισμένες, βιασμένες, προδομένες. Είναι πολύ δύσκολο για μένα να γράψω στίχους σήμερα. Κάτι κλωτσάει μέσα μου. Εχω καιρό ν’ ακούσω τραγούδι και ν’ αναστατωθώ. Οταν είχε φτάσει το «Ρεμπέτικο» (Ξαρχάκος – Γκάτσος) στα χέρια μου, θυμάμαι, ταξίδευα για το Ναύπλιο και σταμάτησα αρκετές φορές στον δρόμο. Δεν μου έχει συμβεί ξανά». Η φράση που προκάλεσε κύματα γέλιου στην αίθουσα ήρθε από τη Λίνα Νικολακοπούλου: «Κακώς έχεις γράψει πολλά ωραία τραγούδια!». Ο συνθέτης σε αυτό το σημείο πήρε τον λόγο: «Το πρόβλημα σήμερα είναι η γλώσσα. Ενα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που έχουμε είναι ότι χάνουμε το σημαίνον και το σημαινόμενο με τον τρόπο που κακοποιούμε τη γλώσσα μας».

Η έκδοση κοσμείται με έργα του Γιώργου Ρόρρη, ευγενική παραχώρηση του ζωγράφου.