Ο Τζίμης Πανούσης θα βρεθεί πρώτη φορά στην Επίδαυρο τον Ιούλιο με το έργο «Ειρήνη», μια μουσική παράσταση βασισμένη στην ομώνυμη κωμωδία του Αριστοφάνη, σε σύνθεση Νίκου Κυπουργού και σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη. Στο χώρο της Επιδαύρου έχει βρεθεί πολλές φορές, χωρίς ωστόσο να αισθανθεί κάποια ιδιαίτερη ενέργεια ή μαγεία. «Ίσως έχει απορροφηθεί από άλλους συναδέλφους. Ελπίζω να συμβεί στην παράσταση. Θα κοιμηθώ εκεί το προηγούμενο βράδυ, ίσως τότε αισθανθώ κάτι. Έχω ετοιμάσει και το sleeping… bank μου, την τράπεζα ύπνωσης», λέει στο ΑΠΕ.

Και ο ρόλος του Τρυγαίου στην «Ειρήνη» πώς προέκυψε; «Πέρασα από οντισιόν, μαζί με άλλα 230 άτομα. Ήμουν στους 10 επιλαχόντες, αρρώστησε ο επικρατέστερος και πήραν εμένα. Χωρίς να ξέρουν τι τους περιμένει», συνεχίζει στο ίδιο κλίμα. Μήπως τελικά… μετάνιωσαν στην πορεία και δεν μπόρεσαν να του το πουν;

«Όχι εγώ έχω μετανιώσει λίγο, γιατί είναι δύσκολες οι συνθήκες. Τρεις μήνες τώρα, πάμε για τέσσερις, κάνουμε κάθε μέρα οκτάωρες πρόβες, μόνο Δευτέρα ρεπό. Είναι πολύ δύσκολο», απαντά γελώντας, για συνεχίσει πιο σοβαρά: «Το ανακουφιστικό είναι ότι οι συνάδελφοί μου, ηθοποιοί και τραγουδιστές, ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη για μένα. Αυτά τα παιδιά μεταξύ 20 και 30 ετών έχουν μεγάλες διαφορές με τη δικιά μου γενιά, δηλαδή είναι πολύ πιο μορφωμένα, με σπουδές και καριέρα και στο εξωτερικό. Έχω την τύχη να συνεργάζομαι με τον Ερμή, τον συμπρωταγωνιστή μου, που τον κάνει ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος, ένας καταπληκτικός τενόρος».

Η παράσταση έχει πολλές καινοτομίες: Είναι μεταξύ όπερας και θεάτρου, ενώ όλο το έργο, που συμβαίνει μέσα στο μυαλό του Τρυγαίου, υποστηρίζεται σημαντικά από τρισδιάστατες προβολές.

«Πρέπει να σας πω όμως ότι με το λυρικό τραγούδι δεν είχα και πολύ καλές σχέσεις. Ο πρώτος λόγος που με έκανε να αισθανθώ άβολα ήταν όταν είδα τους μουσικούς και τον μαέστρο ‘θαμμένους’ μπροστά σε μια τάφρο από τη σκηνή. Σε όλες τις όπερες στο λυρικό θέατρο έτσι είναι. Οι μουσικοί είναι «θαμμένοι» και φαίνεται μόνοn η καράφλα του μαέστρου να προεξέχει λίγο», συμπληρώνει, για να τονίσει ότι «σε εμάς δεν θα είναι έτσι. Η Καμεράτα και ο μαέστρος, ο Γιώργος Πέτρου, θα συμμετέχει ενεργά μέσα στην παράσταση. Αλλά γενικά η όπερα δεν έχει σχέση με την ελληνική παιδεία. Το να μιλάς τραγουδιστά είναι λίγο γελοίο, επιτρέψτε μου» σημειώνει δηκτικά.

Δηλαδή και ο ίδιος θα τραγουδά όπως στην όπερα; «Ναι. Μιλάω, έχω πρόζα, και ξαφνικά τραγουδάω. Σαν παιχνίδι. Θα έχουμε και τρισδιάστατες προβολές video mapping. Θα την κάνουμε Eurovision την Επίδαυρο, όπως λέω στο έργο. Αυτό φιλοδοξώ. Επίσης στην παράσταση βγαίνω πολλές φορές από το ρόλο και γίνομαι και Πανούσης. Αναπόφευκτο γιατί δεν είμαι ηθοποιός, προσπαθώ να γίνω. Νομίζω ότι είμαι πολύ κοντά στον Τρυγαίο που κάνω» συμπληρώνει.

Και πώς είναι ο Τρυγαίος; «Είναι ένας «κλασικός» Έλληνας (το κλασικός σε εισαγωγικά γιατί έχει όραμα, είναι ιδιαίτερος). Κατά τα άλλα είναι ένας απλός άνθρωπος, ένας αμπελουργός από τα Σπάτα και το χόμπι του, η ζωή του όλη, είναι να κάνει πατέντες, όπως πολλοί Έλληνες. Είναι πατεντιάρης, παιχνιδιάρης, αγαπάει τη ζωή, αγαπάει τον έρωτα, αγαπάει τις γυναίκες. Θέλω να σας μαρτυρήσω και το φινάλε του έργου: στο τέλος κερδίζει ο Πόλεμος. Όπως το έχουμε δει εμείς, δηλαδή. Μέσα στο μυαλό μου είναι, ό,τι θέλω κάνω, ό,τι θέλω ονειρεύομαι», λέει γελώντας.

Το έργο έχει κάποια σχέση με τη σύγχρονη πραγματικότητα; «Δεν έχουμε βάλει επικαιρικά στοιχεία μέσα καθόλου», απαντά. «Το αποφύγαμε, ήταν από την αρχή η συμφωνία μας, αλλά είναι τόσο επίκαιρος και υπερταλαντούχος ο Αριστοφάνης. Ο Τρυγαίος καταγγέλλει όλο το σύστημα, που δεν έχει αλλάξει καθόλου, δηλαδή τους βουλευτές που είναι για τη λάντζα, που δεν αγαπούν δηλαδή την Τέχνη. Στο έργο, τους προσφέρω τη Θεωρία -που είναι η Τέχνη και το Θέατρο- και αυτοί δεν την θέλουν, αναγκάζομαι να τη γδύσω για να την πάρουν», λέει.

Όσο για την Ειρήνη, είναι «ένα μικρό διάλειμμα μεταξύ δυο πολέμων. Αυτό το ξέρει και ο Τρυγαίος που πάει στους Θεούς για να φέρει την Ειρήνη. Έχει επιχειρήσει με τις πατέντες του πολλές φορές, αποτυχημένα, να ανέβει στον Όλυμπο. Στην τελευταία του προσπάθεια φτιάχνει ένα Σκαθάρι κοπροβόρο. Η ιδιοφυής ιδέα στον Αριστοφάνη είναι ότι φτιάχνει ένα φτερωτό περίεργο πλάσμα, που έχει καύσιμο, μεθάνιο, από κόπρανα παντός είδους και προελεύσεως, δυόμιση χιλιάδες χρόνια προ Χριστού! Ήταν πολύ μπροστά η σκέψη του. Βέβαια έγραψε το έργο με παραγγελία, σε μια διετία ανάπαυλας του Πελοποννησιακού Πολέμου, γνωρίζοντας ότι ο εμφύλιος ήταν προ των πυλών. Είναι αυτό που λέω και στο έργο, θα πολεμήσουμε μέχρι θανάτου για να φέρουμε την Ειρήνη», τονίζει.

Είστε πάντα απρόβλεπτος, όπως αναφέρει και το Δελτίο Τύπου του Φεστιβάλ Αθηνών; «Δεν συμφωνώ με αυτό. Έχει γίνει ένα τυπογραφικό λάθος. Στο Δελτίο Τύπου λέει ο «πάντοτε απρόβλεπτος» Τζίμης Πανούσης και ο «διεθνούς φήμης» μαέστρος Γιώργος Πέτρου. Το κανονικό είναι ο διεθνούς φήμης Τζίμης Πανούσης και ο πάντοτε απρόβλεπτος μαέστρος», καταλήγει με το γνωστό του χιούμορ.