Σε μια εποχή άνυδρη για την δισκογραφία ο Χρίστος Θεοδώρου προτείνει μια καινούργια δουλειά και μάλιστα μέσα από ποιητές, νέους στιχουργούς και ερμηνευτές. Το νέο του άλμπουμ «Καρδιά μισή» που κυκλοφορεί από την Μικρή Άρκτο – σε στίχους του Μιχάλη Γελασάκη, αλλά και ποιημάτων του Ναπολέωντα Λαπαθιώτη, της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, του Ζαχαρία Παπαντωνίου, του Μιλτιάδη Μαλακάση και άλλων Ελλήνων ποιητών – παρουσιάζεται απόψε στον ΙΑΝΟ. Δίπλα σε αυτά ο συνθέτης βάζει και πρωτότυπες διασκευές όπως το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι» του Απόστολου Καλδάρα και το «Θα κλείσω το παράθυρο» του Μάνου Λοΐζου και του Λευτέρη Παπαδόπουλου μέχρι ξένο ρεπερτόριο όπως το «Ι wanna dance with somebody» της Whitney Huston, το «Hymne a l΄amour» της Edith Piaf, τραγούδια των Beatles κ. α.

Ο βαθμός δυσκολίας, του νέου εγχειρήματος όπως λέει είναι σίγουρα μεγάλος «αλλά αυτός πιστεύω πως είναι ο πιο δημιουργικός δρόμος. Πιστεύω ότι ένας δημιουργός πρέπει να κοιτάει πάντα μπροστά, να προτείνει καινούρια πράγματα με το όποιο κόστος, να αδιαφορεί πολλές φορές για τις συνθήκες και να ακούει την ανάγκη του για έκφραση. Εξάλλου έχουν υπάρξει και άλλες πολύ δύσκολες εποχές στο παρελθόν και οι άνθρωποι δεν σταμάτησαν να γράφουν καινούρια μουσική και να την εκδίδουν. Η ανάγκη αυτή θεωρώ ότι είναι ακατανίκητη, είναι πάνω από εποχές, από δυσκολίες και εφήμερα εμπόδια».

Πότε πείθεται ένας συνθέτης να εμπιστευτεί νέους καλλιτέχνες;

Όταν είναι ανοιχτός, όταν δεν φοβάται το ρίσκο και όταν θέλει να έχει επαφή με το νέο, πράγμα που θεωρώ ότι πρέπει να είναι πρωταρχικό συστατικό για την δημιουργική διαδικασία. Το πραγματικά νέο, όχι αυτό που φοράει τα ρούχα του νέου με πρόθεση να κάνει ντόρο και που φτιάχνεται με την οποιαδήποτε πρόθεση. Όταν υπάρχει πρόθεση, τότε αυτομάτως παύει το αποτέλεσμα να είναι προϊόν αληθινής έκφρασης και γίνεται ένα στυγνό εμπορικό προιόν χωρίς την σύνδεση με την πραγματική ανάγκη.

Πότε οδηγείται στην πηγή των ποιητών;

Όταν έχει ανάγκη από την κάθαρση, την αγιότητα και την σιγουριά αν θέλετε που δίνει ο χρόνος που έχει περάσει και έχει ξεχωρίσει τα κείμενα αυτά που θα μείνουν για πάντα νέα. Πάντα οι ποιητές θα μας θυμίζουν την ανθρώπινη καταγωγή μας, θα μας εξυψώνουν ένα μέτρο από το έδαφος και θα μας κάνουν να θέλουμε να γίνουμε καλύτεροι σε αυτό που κάνουμε και καλύτεροι άνθρωποι επίσης. Ειδικά τώρα, που το κριτήριο για το τι είναι ωραίο και τι όχι δεν υπάρχει πια, που το ψεύτικο και το ανώδυνο περνιέται για αληθινό και θεωρείται αυθεντία πιστεύω πως έχουμε μεγάλη ανάγκη τους ποιητές να μας ξαναορίζουν το επίπεδο και να μας λυτρώνουν.

Αν κάποιος σας έλεγε ότι το βάρος των ονομάτων – των ποιητών – πολλές φορές μπορεί απλώς να λειτουργήσουν ως δέλεαρ τι θα του απαντούσατε;

Μπορεί να λειτουργήσουν για λίγο σαν δέλεαρ αλλά αν δεν υπάρχει αληθινή προσπάθεια για σύνδεση, ένα ποιητικό κείμενο που έχει μείνει αλώβητο στο χρόνο έχει ένα πολύ ωραίο τρόπο να εκμηδενίζει μια μουσική φερειπείν που προσπαθεί να το ντύσει και έχει πολύ μεγάλη αισθητική και καλλιτεχνική απόσταση από το ποίημα. Οπότε μπορεί να λειτουργήσει σαν δέλεαρ αλλά μετά αν δεν υπάρχει σύνδεση το ποίημα απλώς μένει μόνο του, θέλω να πω ότι τα κείμενα που έχουν μείνει στον χρόνο δεν μπορούν να μειωθούν και να πέσουν από την θέση που τους έχει δώσει ο χρόνος ο, τι κι αν κάνουμε εμείς.

Τι ελευθερώνει την δημιουργική σας ανάγκη;

Την στιγμή που κάθομαι στο πιάνο με ανάγκη να γράψω κάτι, νιώθω ήδη ελεύθερος δημιουργικά, υπάρχει μία ανείπωτη ευφορία και ευχαρίστηση όταν φτιάχνεις κάτι και εκφράζεσαι, είναι πολύ δύσκολο να περιγραφεί. Επίσης πολλές φορές παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο και οι άνθρωποι με τους οποίους συνεργάζεσαι στο πόσο ελεύθερος δημιουργικά μπορεί να νιώσεις, η χημεία που λέμε, η κοινή ενέργεια. Όταν δεν υπάρχει αυτό γίνονται πολύ δύσκολα όλα και δεν υπάρχει ελεύθερη ροή.

Από τι «βαραίνει» το τραγούδι σήμερα;

Η άποψη μου είναι ότι μετά την κυριαρχία του εμπορικού φτηνού τραγουδιού τις προηγούμενες δεκαετίες και με τον ερχομό της κρίσης έχουμε ξεχάσει τι είναι καλό και τι δεν είναι, αυτή η φτήνια έχει εισχωρήσει και στο λεγόμενο καλό τραγούδι – που πάρα πολύ συχνά ήταν και μεγάλης αποδοχής – , έχει μπερδέψει τα πάντα. Έλπιζα στην αρχή ότι με την κρίση ότι τα πράγματα θα στραφούν προς την αλήθεια αλλά όσο περνάει ο καιρός βλέπω το αντίθετο. Η ανάγκη να γραφτούν καινούρια καλά τραγούδια μακριά από τις εμπορικές προθέσεις, στίχοι και μουσική, είναι τώρα επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε, όσο και αν οι συνθήκες ευνοούν μόνο την συντήρηση των ήδη γνωστών.

Έχουμε καλύτερους ποιητές ή συνθέτες;

Α δεν μπορώ να σας πω με σιγουριά, είναι πολύ δύσκολη ερώτηση αυτή, θέλω να πιστεύω ότι είναι ισάξια τα πράγματα, αν και νιώθω τον πειρασμό να πω ότι οι ποιητές προπορεύονται λίγο, τουλάχιστον στο παρελθόν.

Ποια είναι οι πλέον αγαπημένοι σας ποιητές και συνθέτες ;

Ο Λαπαθιώτης, ο Καρυωτάκης, ο Καβάφης, η Μαρία Πολυδούρη για την απίστευτη αμεσότητα, την ειλικρίνεια και την συγκίνηση των «τραγουδιών» που έγραφαν, από τους υπερεαλιστες ο Εγγονόπουλος, ο Σαραντάρης, ο Εμπειρίκος και ο Ελύτης για το ταξίδι στο υποσυνείδητο, την κυριαρχία των αισθήσεων και την διαφάνεια που έχουν τα ποιήματά τους.

Συνθέτες ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης, ο Ξαρχάκος, ο Ζαμπέτας, ο Τσιτσάνης, ο Χιώτης, ο Ξυδακης, ο Παπαδημητρίου, οι ρεμπέτες για το μεγαλείο της απλότητας τους και την απίστευτη μελωδική τους ικανότητα. Επίσης στην ορχηστρική μουσική η ξένη μινιμαλιστική σχολή Glass, Reich, Mertens, Tiersen και οι νεώτεροι Max Richter, Dustin Ο Hulloran, Neils Frahm, Peter Broderick και Olafur Arnalds,. Και φυσικά ο Mozart.

Τι σας έκανε να ακολουθήσατε αυτό το επάγγελμα;

Στα 10 μου άρχισα να μαθαίνω μουσική, στα 11 έγραψα το πρώτο μου τραγούδι και στα 13 είχα ήδη αποφασίσει ότι θέλω να γίνω μουσικός, μάλιστα θυμάμαι να το ανακοινώνω στους συμμαθητές μου. Η αγάπη μου για την μουσική με έκανε να το ακολουθήσω το επάγγελμα, η αγάπη αυτή έγινε εξάρτηση και τώρα απλώς αν δεν είμαι μέσα στην μουσική έχω πολύ μεγάλο πρόβλημα, είναι μεγάλη η χαρά που δίνει, παρόλες τις δυσκολίες.

Τι σας κάνει να γράφετε μουσική;

Η ανάγκη μου για επικοινωνία, για αγάπη και αποδοχή, αυτά είναι τα βασικά, και φυσικά η ευχαρίστηση που έχει όλη αυτή η διαδικασία.

Υπάρχουν στίχοι που δεν έχουν ανάγκη την μελωδία και το αντίθετο; ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτών των περιπτώσεων;

Βέβαια και υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις, που νιώθεις ότι ένα ποίημα ή ένα ορχηστρικό κομμάτι είναι εντελώς πλήρες και δεν μπορεί να μπει επιπλέον παράγοντας. Χαρακτηριστικό είναι ότι συγκινείσαι βαθιά και δεν σου λείπει τίποτα διαβάζοντας ένα ποίημα ή ακούγοντας μια μουσική. Βέβαια κι αυτό δεν είναι απόλυτο, έχουν υπάρξει πολλά ποιητικά έργα που έμοιαζαν αυθύπαρκτα και πλήρη, και όταν μπήκε η μουσική τους έδωσε κάποιες διαστάσεις που δεν πίστευε κανείις ότι υπήρχαν, π, χ το «Άξιον Εστί». Εγω είμαι από αυτούς που πιστεύουν στην πρωταρχική συνύπαρξη λόγου και μουσικής, αυτός ο «γάμος» έχει δώσει εκπληκτικά αποτελέσματα.

Γιατί βάλετε αυτό τον τίτλο στον cd ;

Η ‘Καρδιά Μισή» έχει να κάνει με το ανεκπλήρωτο, το ανολοκλήρωτο, την ερωτική απουσία και την αίσθηση της έλλειψης και της απουσίας. Όλα τα τραγούδια του δίσκου αυτό εκφράζουν, με ένα χαμηλόφωνο και τρυφερό τρόπο.

ΙΝΦΟ

ΙΑΝΟΣ, Σταδίου 24 Αθήνα, στις 21.00