Ειδικεύεται αποκλειστικά στη βαφή μαλλιών. Ομως για τον Τζος Γουντ χώρος εργασίας δεν θεωρείται μόνο το απομονωμένο από τα αδιάκριτα βλέμματα κομμωτήριό του σε έναν αναπαλαιωμένο στάβλο του 17ου αιώνα στο Χόλαντ Παρκ του Δυτικού Λονδίνου. Χώρος εργασίας για εκείνον είναι κάθε πιθανό και απίθανο μέρος πάνω στον πλανήτη Γη: από τις πολυτελείς κατοικίες του Σεν Μόριτζ και τα χειμερινά θέρετρα του Γκστάαντ μέχρι τις βίλες της Νότιας Γαλλίας και τις ακτές της Καραϊβικής. Στις παράλιες περιοχές συχνά καταφθάνει με ένα σούπερ γιοτ, το οποίο μετατρέπεται σε αυτοσχέδιο κομμωτήριο για να εξυπηρετήσει εν πλω τους διάσημους πελάτες του. Οι απαιτήσεις της δουλειάς του αποδεικνύονται πολλές. Οπως ακριβώς και τα ισχυρά ονόματα της κινηματογραφικής βιομηχανίας, της μόδας και της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής, τα οποία τον εμπιστεύονται για το φυσικό ταλέντο στη βαφή που τον διακρίνει από την αρχή κιόλας της καριέρας του.

Η λίστα με τους πελάτες του είναι μεγάλη. Τα δημοσιεύματα υποστηρίζουν πως η Ελ ΜακΦέρσον, η Λόρα Μπέιλι, η Κάιλι Μινόγκ, η Τζένουαρι Τζόουνς, η Τζεμάιμα Καν, η Σαμ Τέιλορ Γουντ, ο Μικ Τζάγκερ, ο Ντέιβιντ Μπάουι και η σύζυγος του ρώσου Προέδρου Λουντμίλα Πούτιν είναι πιστοί φαν του. Εχει γίνει διάσημος για τη μοναδική τεχνική, γνωστή ως «φωτοστέφανο», που εφαρμόζει στα μαλλιά, δημιουργώντας ένα διακριτικό στεφάνι από ανταύγειες σε όλο το κεφάλι. Ετσι πετυχαίνει τη φωτεινή απόχρωση που αποκτούν τα μαλλιά όταν «ξανοίγουν» από τον ήλιο.

Η άκρα μυστικότητα για τους πελάτες του είναι το ένα ατού του. Το ότι δουλεύει και κατ’ οίκον, ασχέτως αποστάσεων, το δεύτερο. Ο Τζος Γουντ πρόθυμα ταξιδεύει στην άλλη άκρη του πλανήτη – από το Ντουμπάι μέχρι το Πεκίνο και τη Μόσχα – για να ικανοποιήσει τους δισεκατομμυριούχους πελάτες του. «Το να πετάω ανά τον κόσμο για να βάψω τα μαλλιά κάποιου, πλέον μου φαίνεται πολύ φυσικό. Ολα άλλωστε είναι χτίσιμο σχέσεων. Δουλεύω μαζί τους πολύ καιρό και το να πεταχτώ μέχρι τη Μόσχα, που στο κάτω κάτω είναι μόνο τέσσερις ώρες ταξίδι, δεν είναι και τόσο δύσκολο. Είναι καλύτερο να πάω εγώ από το να τους βάψει τα μαλλιά κάποιος που δεν γνωρίζουν. Είμαι ένα κινητός κομμωτής» σχολιάζει ο Τζος Γουντ που χρεώνει μέχρι και δώδεκα χιλιάδες ευρώ κάθε διεθνή μετακίνησή του. Τις εγχώριες ωστόσο υπηρεσίες του τις κοστολογεί φθηνότερα: ένας νέος πελάτης πληρώνει 1.200 ευρώ στην πρώτη επίσκεψη ενώ οι τιμές για τις αμέσως επόμενες κυμαίνονται από 200 έως 700 ευρώ.

Τρίχες

και εχεμύθεια

Γεννημένος και μεγαλωμένος από τη χήρα μητέρα του σε μια εργατική γειτονιά του Νότιου Γιόρκσαϊρ, ο Τζος Γουντ κόλλησε το μικρόβιο της κομμωτικής όταν ένας φίλος του πρωτόπιασε δουλειά σε συνοικιακό κομμωτήριο. Σύντομα ακολούθησε και αυτός το παράδειγμά του, παρακολουθώντας ταυτόχρονα μαθήματα σε μια από τις τοπικές σχολές που εκπαίδευαν τότε νεαρούς Βρετανούς. «Εκεί ήταν που κατάλαβα πως υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε αυτόν που κουρεύει και σε αυτόν που βάφει. Το παραδέχομαι πως ποτέ δεν υπήρξα καλός στο κούρεμα και στο χτένισμα όπως στο χρώμα. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν και πολλοί κόλοριστ – ούτε ένας άντρας – και σκέφτηκα πως με αυτή την επιλογή η καριέρα μου θα είχε περισσότερες ευκαιρίες» θυμάται ο κομμωτής, ο οποίος εκτός από το ταλέντο του διακρίνεται και για την εχεμύθειά του. Δύσκολα μιλάει σε συνεντεύξεις του για τη διάσημη πελατεία του. «Πρέπει να είσαι πολύ διακριτικός όταν έχεις να κάνεις με αρχηγούς κρατών ή με συζύγους πρωθυπουργών. Με κάποιους μάλιστα έχω υπογράψει σύμφωνο εμπιστευτικότητας. Εάν μπαίνεις στο μπάνιο κάποιου κάθε τρεις εβδομάδες, γίνεσαι μέρος της ζωής του και πρέπει να τηρείς τη δεοντολογία του. Το ότι βρίσκομαι σε αυτή την προνομιούχο θέση άλλωστε το οφείλω σε αυτούς και πρέπει να το σεβαστώ».