Ο ένας ανέδειξε με τα μυθιστορήματά του την τραγικότητα του Ψυχρού Πολέμου και ο άλλος ζωντάνεψε το αδιέξοδο της ισραηλινοπαλαιστινιακής διένεξης. Και οι δύο, όμως, ο Βρετανός Τζον Λε Καρέ και ο Ισραηλινός Αμος Οζ έχουν ένα κοινό παιδικό τραύμα: έχασαν τη μητέρα τους σε πολύ νεαρή ηλικία. Ο Λε Καρέ στα πέντε του επειδή εκείνη εγκατέλειψε σύζυγο και γιο χωρίς να θελήσει να τον ξαναδεί παρά στα 20 του. Ο Οζ επειδή εκείνη αυτοκτόνησε όταν ο ίδιος ήταν δώδεκα χρονών.

Ενα παρόμοιο τραύμα μοιράζονται και ο περουβιανός νομπελίστας Μάριο Βάργκας Λιόσα και ο Γιασμίνα Χάντρα, ο αλγερινός πρώην στρατιωτικός που κρύφτηκε πίσω από ένα γυναικείο λογοτεχνικό ψευδώνυμο προκειμένου να σκαλίσει την άνοδο του πολιτικού Ισλάμ και του ισλαμικού φονταμενταλισμού στη Μέση Ανατολή. Οι πατεράδες τους παράτησαν τις μανάδες τους και οι οικογενειακές ανακατατάξεις υποχρέωσαν τα δύο αγόρια να μπουν σε στρατιωτική σχολή, όπου εκεί εκδήλωσαν πρώτη φορά τη λογοτεχνική τους έφεση

«Η παιδική ηλικία είναι το πιστωτικό υπόλοιπο ενός συγγραφέα», έλεγε ο Γκράχαμ Γκριν και τα περισσότερα ιερά τέρατα της διεθνούς λογοτεχνικής σκηνής επιβεβαιώνουν αυτή τη ρήση του. Κάπου βαθιά στο αποσιωπημένο παρελθόν τους κρύβεται ο σπόρος της αγωνίας που τους έστρεψε στο γράψιμο. Ετσι προκύπτουν μεταξύ τους και αναπάντεχες συγγένειες που ανακαλύπτει κανείς διαβάζοντας λοξά το βιβλίο του Ανταίου Χρυσοστομίδη, με 33 πορτρέτα συγγραφέων (μεταξύ τους πέντε νομπελίστες) που σημάδεψαν την τελευταία πεντηκονταετία.

Ο Ολλανδός Χάρι Μούλις για παράδειγμα, που μίλησε για τα εγκλήματα των νικητών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κουβαλάει στο οικογενειακό του παρελθόν ένα αγκάθι παρόμοιο με εκείνο του Γερμανού Μάρτιν Βάλζερ, ο οποίος κατήγγειλε στα τέλη του ’90 όσους «αξιοποιούν» την τραγωδία του Ολοκαυτώματος για να μειώνουν εις το διηνεκές τους Γερμανούς. Ο πρώτος είχε πατέρα που συνεργάστηκε με τους Ναζί και διαχειρίστηκε τις κλεμμένες περιουσίες των Εβραίων προκειμένου να διασώσει την Εβραία (πρώην) γυναίκα του και τον γιο του. Ο δεύτερος είχε μάνα που έγινε μέλος του ναζιστικού κόμματος το 1932 προκειμένου να θρέψει την οικογένειά της διασώζοντας τη μικρή επιχείρηση, το εστιατόριό τους στο χωριό. Και οι δύο προσπάθησαν έκτοτε να εξηγήσουν με τα βιβλία τους γιατί η Γερμανία πήρε τον δρόμο που πήρε.

Ενα εφηβικό σοκ συνδέει επίσης δύο εξέχοντες αμερικανούς, τον Πολ Οστερ που ψυχογραφεί τη Νέα Υόρκη και τον ελληνικής καταγωγής Τζορτζ Πελεκάνος που με τα αστυνομικά μυθιστορήματά του βγάζει τους σκελετούς του φυλετικού ρατσισμού από το ντουλάπι της καλοσιδερωμένης Ουάσιγκτον. Ο πρώτος είδε ένα συμμαθητή του να σκοτώνεται δίπλα του από κεραυνό, και ο δεύτερος παραλίγο να σκοτώσει έναν παιδικό φίλο του, πυροβολώντας τον καθώς έπαιζε με μια καραμπίνα…

Από τη μια λοιπόν σε κάνουν να δακρύζεις, από την άλλη σου δίνουν μια γροθιά στο στομάχι. Από τη μια καθρεφτίζουν τον κόσμο μας, από την άλλη τον εξηγούν. Αφυπνίζουν τη συνείδησή μας και διαλύουν τις βεβαιότητές μας, αφουγκράζονται το πνεύμα των καιρών και τροφοδοτούν τις σκέψεις μας. Οι 33 συγγραφείς που «κυκλοφορούν» στις «Κεραίες της εποχής μου» του Ανταίου Χρυσοστομίδη (Εκδ. Καστανιώτης) έχουν ο καθένας να πουν κάτι ενδιαφέρον.

Κωδικοποιημένη φιλοσοφία

Ολοι τους έχουν εμφανιστεί στα ωριαία τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ της σειράς «Οι κεραίες της εποχής μας», με τις συνεντεύξεις που κάνουν από το 2006 για την ΕΤ1 ο Χρυσοστομίδης (διευθυντής ξένης λογοτεχνίας στις Εκδόσεις Καστανιώτη και αρθρογράφος στην «Αυγή») από κοινού με τη Μικέλα Χαρτουλάρη (υπεύθυνη των σελίδων βιβλίου στα «ΝΕΑ»). Ομως στο βιβλίο του Χρυσοστομίδη θα βρει κανείς πλήθος λεπτομέρειες της ιδιοσυγκρασίας και της προσωπικής ζωής των συγγραφέων, οι οποίες ξέφυγαν από τον φακό. Οπως λ.χ. η έκρηξη της νομπελίστριας Ναντίν Γκόρντιμερ για την ελληνική παροικία της Νότιας Αφρικής που με ελάχιστες εξαιρέσεις «υποστήριζε φανατικά μέχρι τέλους το Απαρτχάιντ», ή η διγαμία του Τζον Μπάνβιλ, ή τα συγκλονιστικά αγάλματα στον κήπο του Λε Καρέ κ.ο.κ. Θα βρει επίσης ο αναγνώστης μια (κωδικοποιημένη) φιλοσοφία για τη ζωή, τη λογοτεχνία, την ιστορία και την επικαιρότητα, καθώς και μια ιδανική σύγχρονη βιβλιοθήκη αφού παρουσιάζονται συστηματικά τα σημαντικότερα μυθιστορήματα 33 σπουδαίων γραφιάδων. Και παράλληλα, θα βρει μια ελληνική διάσταση: τον προσωπικό αναστοχασμό του Χρυσοστομίδη πάνω στις απόψεις των ξένων συγγραφέων, τις οποίες συχνά σχολιάζει σε σχέση και με την πολιτικοκοινωνική επικαιρότητα στην Ελλάδα.

Οι μεγάλες συγκρούσεις

«Γιατί όμως, αν πέντε τίγρεις βρεθούν σε ένα κλουβί, οι τέσσερις συμμαχούν για να σκοτώσουν την πέμπτη;». Είναι η ερώτηση που έθεσε ο Μεξικανός Κάρλος Φουέντες στο τελευταίο του μυθιστόρημα και καθρεφτίζει έναν βασικό προβληματισμό των συγγραφέων του βιβλίου: πώς εξηγούνται οι μεγάλες συγκρούσεις και τα λουτρά του (αδελφικού) αίματος που σημάδεψαν την Ιστορία του 20ού αιώνα; Η Νοτιοαφρικανή Γκόρντιμερ ζωντανεύει τις φυλετικές διώξεις που επέβαλε το καθεστώς του Απαρτχάιντ έως το ’90, αλλά και ο Πελεκάνος μιλά για τον ξεσηκωμό των μαύρων στις ΗΠΑ από το ’60. Ο Ρώσος Μακάνιν μιλά για τους συμβιβασμούς και τις τούμπες που σήμανε για πλήθος διανοουμένων το πέρασμα στη μετα-σοβιετική εποχή. Ενα αντίστοιχο κλίμα περιγράφει και ο Ρουμάνος Νόρμαν Μάνεα, ενώ ο πορτογάλος νομπελίστας Σαραμάγκου, αμετανόητος κομμουνιστής αλλά όχι δογματικός, σχολιάζει ότι «σήμερα περνάμε σε μια περίοδο όλο και πιο αυταρχικών δημοκρατιών».

Οι Λιόσα, Φουέντες, Σαντιάγο Ρονκαλιόλο εξηγούν τα ένοπλα κινήματα που ξέσπασαν το ’80 στη λατινοαμερικανική υποήπειρο, που ήταν τσακισμένη από τις δικτατορίες και τις βορειοαμερικανικές επεμβάσεις. «Αν δεν καταφέρει η δημοκρατία να προσφέρει φαγητό, μόρφωση, στέγαση στα εκατομμύρια των μη προνομιούχων Λατινοαμερικανών, τότε οι δημοκρατικοί θεσμοί που κατακτήσαμε θα κινδυνέψουν», δήλωνε ο Φουέντες το 2008. Απ’ την άλλη πλευρά του χάρτη, οι Χάντρα, Γιτάνι, Οζ φωτίζουν τις πληγές του Μεσανατολικού και μερικούς από τους λόγους που θα οδηγήσουν στη λεγόμενη Αραβική Ανοιξη. Και ο τούρκος νομπελίστας Ορχάν Παμούκ προσθέτει μια ψηφίδα, σημειώνοντας: «Υπάρχει η ανάγκη να επινοήσουμε ένα νέο οθωμανικό παρελθόν που θα μας βοηθήσει να δούμε με διαφορετικά μάτια το μέλλον μας». Ο ναζισμός και ο φρανκισμός σχολιάζονται αναλόγως από τους Χάρι Μούλις, Μάρτιν Βάλζερ και Χαβιέρ Θέρκας, ενώ ο βραβευμένος με Μπούκερ Ιρλανδός Τζον Μπάνβιλ περιγράφει γλαφυρά τι σημαίνει να εξαναγκάζεσαι να παραιτηθείς από τη γλώσσα σου και να υιοθετήσεις τη γλώσσα του αυτοκρατορικού κατακτητή σου.

Πολύ επίκαιρος σήμερα είναι ο Αγγλοπακιστανός Χανίφ Κιουρέισι, που σκύβει με τα μυθιστορήματά του πάνω στη δεύτερη γενιά των μεταναστών στην Ευρώπη. Οπως λέει, η εκλογή Ομπάμα εδραίωσε τη λεγόμενη «μετα-ρατσιστική πολιτική», η οποία όμως δεν συνεπάγεται την εξάλειψη του ρατσισμού. «Το μεταναστευτικό δεν είναι απλώς πρόβλημα κάποιων που έρχονται για μερικά χρόνια κι έπειτα φεύγουν. Βάζει το ζήτημα του πώς οργανώνουμε την κοινωνία μας με αυτούς που ζουν εδώ: μας υποχρεώνει να δούμε τι σημαίνει φιλελευθερισμός και ποια είναι τα όριά του. Διότι νομίζω πως στην Ευρώπη υπάρχει ακόμη αρκετός αντισημιτισμός αλλά και ρατσισμός, ιδιαίτερα κατά των μουσουλμάνων».

Ο νεότερος όλων είναι Γερμανός, ο 37χρονος Ντανιέλ Κέλμαν που εξηγεί τη γερμανική νοοτροπία στην οποία σκοντάφτουμε σήμερα. «Οι Γερμανοί έχουν τη συνήθεια να ερμηνεύουν την πραγματικότητα και τα γεγονότα σύμφωνα με