Οποιος πιστεύει ότι καλύτερες βιογραφίες είναι αυτή για τον «Capote» µε τον Φίλιπ Σέιµουρ Χόφµαν και η άλλη, το «Walk the line», της ίδιας χρονιάς, του 2005, για τον Τζόνι Κας µε τον Χοακίν Φίνιξ είναι ή χαϊβάνι ή αναλφάβητος περί του Σινεµά. Οσα χρόνια και να περάσουν, όσες βιογραφίες οι Αµερικανοί και να αγιάσουν, «Ο λαϊκός ζωγράφος Πιροσµάνι» του Γκιόργκι Σενγκελάγια θα τους κοιτάει από ψηλά και θα χαµογελάει σαρκαστικά!
Ποιος είπατε; Ο Γκιόργκι Νικολάγιεβιτς Σενγκελάγια. Ο σεµνός. Ο αφοσιωµένος. Ο γεωργιανός καλλιτέχνης, ο Σοβιετικός. Μάλιστα, έτσι ακριβώς. Γιατί όσο κι αν ακούγεται κουφό, επί Στάλιν και επί Μπρέζνιεφ, έλαµψε και µεσουράνησε ο ρωσικός και ο ευρύτερος σοβιετικός κινηµατογράφος. Αρέσει δεν αρέσει αυτή η αλήθεια. Αποτυπωµένη σε δεκάδες ονόµατα, εκατοντάδες ταινιάρες και χιλιάδες, διεθνείς διακρίσεις. Πώς έγινε αυτό; Για δύο λόγους. Ο πρώτος, η άφθονη κρατική χορηγία. Οταν λέω άφθονη, εννοώ διαστάσεων Χόλιγουντ. Μα θα πείτε, όλα τα σκίαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η λογοκρισία. Ναι, θα πω. Αλλά µέσα απ’ αυτή την αυταρχική διαδικασία φούντωσε η φαντασία, η πνοή, η πρωτοτυπία και η ακάµατη θέληση σπουδαίων καλλιτεχνών και έτσι ξέφυγαν από κάθε εµπόδιο ιδεολογικό και κρατικό. Αυτός είναι ο δεύτερος λόγος. Γιατί _ και το πιστεύω σοβαρά αυτό _ ο καλλιτέχνης, σε αντίθεση µε το αρκούδι, χορεύει όταν είναι νηστικός!

Παράδειγµα, ο Αντρέι Ταρκόφσκι (1932-1986). Για τον οποίο ο Ινγκµαρ Μπέργκµαν (1918-2007) είχε πει «αυτός ο µεγαλύτερος σκηνοθέτης όλων των εποχών». Παρά το γεγονός της άθλιας λογοκρισίας, τα σοβιετικά στούντιο επιχορηγούσαν τις ταινίες αυτού του «µεταφυσικού» κινηµατογραφιστή και «εχθρού του λαού». Αντε, τώρα να είσαι Αµερικανός να πηγαίνεις κόντρα στο σύστηµα και να υπογράφεις ιστορίες για µια µειοψηφία θλιβερή και από πάνω να σε πληρώνει ο παραγωγός. Ούτε µία πιθανότητα στο εκατοµµύριο! Παράδειγµα ακόµα πιο εξωφρενικό. Αυτή η «µικρή» Γεωργία, επί Μπρέζνιεφ ανέδειξε τρεις κορυφαίες υπογραφές που στο άκουσµα τους υποκλίνονται άπαντες οι «εργάτες», οι δηµιουργοί και οι επαίοντες του σινεµά: Σεργκέι Παρατζάνοφ (1924-1990), Οτάρ Ιοσελιάνι (1934) και Γκιόργκι Σενγκελάγια (1937). Τηρουµένων των αναλογιών, τέτοια αναστήµατα στην ελεύθερη και δηµοκρατική Ελλάδα ούτε από µακριά.

Αντε, µάθετε µερικά πράγµατα για να µην καταλήξετε κωθώνια τυφλά!

Ενα και ασυναγώνιστο το αισθητικό πλεονέκτηµα του Σενγκελάγια σ’ αυτό το «κέντηµα». Ακολουθεί σχεδόν πιστά «φωτογραφικά» την «πριµιτίφ» ζωγραφική του Πιροσµάνι. Ετσι απεικονίζει τα πρόσωπα. Ετσι «ζωγραφίζει» τα τοπία. Ετσι φωτογραφίζει τα πάντα και τους πάντες σ’ αυτή την ταινία. Απίστευτη οµοιότητα. Κάθε σκηνή και κάθε πλάνο σαν πίνακας µιας τεράστιας Πινακοθήκης αφιερωµένης στον ταπεινό, ρακένδυτο, µονήρη λαϊκό γεωργιανό ζωγράφο!

Ο Νίκο _ πασίγνωστες οι ελληνικές ρίζες από αλεξανδρινών εποχών _ Πιροσµανοσβίλι ή Πιροσµάνι (1862-1918), από το µικροσκοπικό χωριό Μizaani της Γεωργίας, είναι το συνώνυµο του Θεόφιλου Χατζηµιχάλη (1870-1934) από το χωριό Βαρειά της Λέσβου. Αυτοδίδακτος. Πριµιτίφ. Ιδιαίτερος. Αφανής. Σεµνός. Περιφρονηµένος. Με τη ζωγραφική σωµατικά αυτοκόλλητος και ψυχικά ολότελα αφοσιωµένος. Πώς του ‘ρθε; Αυτό το µέγιστο, άλυτο, γοητευτικό και απροσπέλαστο µυστήριο της αληθινής τέχνης. Οπως ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ (1853-1890). Παρεµπιπτόντως αυτή, ο «Βαν Γκογκ» του Μορίς Πιαλά (1925-2003), η δεύτερη µετά το «Ρirosmani» καλύτερη βιογραφία όλων των εποχών. Των αχράντων τα µυστήρια. Διότι από χωριό. Διότι οι γονείς του ουδεµία σχέση είχαν µε την καλλιτεχνία. Διότι από µικρός ορφανός από µάνα και πατέρα. Και διότι επί σειρά ετών, να µην πω µέχρι τον θάνατό του, έβγαζε τον επιούσιο ως υπηρέτης πλουσίων οικογενειών της Τιφλίδας, ως µπογιατζής και ως οτιδήποτε έβρισκε µπροστά του. Το τίποτα δηλαδή. Σα να λέµε ο ρακένδυτος Πακιστανός που στα φανάρια σκουπίζει τα παρµπρίζ.

Αντε µπαγασάκο, πάρε τριάντα σέντσια!

Το 1910 και αφού προηγουµένως είχε ζωγραφίσει µερικά ανεπανάληπτα αριστουργήµατα, ο ρώσος ποιητής Μιχαήλ Λε Νταντρού τον ανακαλύπτει και σε µια εφηµερίδα κάτι γράφει. Ο Νίκο το προσπερνάει. Εκεί, στο κουκούλι του, το προσωπικό µοναστήρι του. Ταγµένος. Τρία χρόνια αργότερα ακολουθεί δηµοσίευµα στη «Μoskovskaia Gazeta». Πάλι τα ίδια. Μέχρι που το 1916 το φρέσκο Σωµατείο Γεωργιανών Ζωγράφων του ανοίγει την πόρτα. Τάχα µου από γενναιοδωρία. Αυτός δείχνει κάποια διαµάντια _ το «Πορτρέτο του Ζµπάνεβιτς» ας πούµε και τον «Γεωργιανό γάµο» _ κάποιος από τους ακαδηµαϊκούς πετάει µια µπαρούφα και ο Νίκο επιστρέφει στο καβούκι του. Μ’ αυτούς τους αχαΐρευτους; Ούτε µε το περίστροφο στον κρόταφο. Ωσπου πέφτει πάνω σε µια γαλλίδα ηθοποιό. Η καρδιά του λιποθυµάει. Με τα όνειρά του σκηνοθετεί έρωτα φλογερό. Παραµύθι αληθινό. Μέσα στην τρέλα του στολίζει όλο το ξενοδοχείο που έµενε η καλή του µε εκατοντάδες τριαντάφυλλα. Το πορτοφόλι ανοίγει και το αδειάζει. Το περιστατικό τόσο συγκινητικό που έγινε τραγούδι µε τον τίτλο «Εκατοµµύρια κόκκινα τριαντάφυλλα». Τι έγινε µετά; Τα γνωστά. Η παριζιάνικη κουλτούρα τον ανακαλύπτει, τα µουσεία φιλοξενούν έργα του και ο Πάµπλο Πικάσο (1881-1973) σκιτσάρει το πορτρέτο του Πιροσµάνι. Η αναγνώρισή του µετά τον θάνατό του. Είµαι σίγουρος πως δεν τον νοιάζει. Ο,τι έκανε το έκανε από και για την ψυχούλα του. Ολα τ’ άλλα εφήµερα, κοσµικά, ασήµαντα και περιττά. Οι έσχατοι έσονται πρώτοι στη δική µου καρδιά!

Αύριο: «Το πάρτι» του Μπλέικ Εντουαρντς

Η ταυτότητα


§ Πρωτότυπος τίτλος: Ρirosmani § Ετος:  1969 § Είδος: Βιογραφία § Σκηνοθεσία: Γκιόργκι Νικολάγιεβιτς Σενγκελάγια § Σενάριο: Ερλοµ Αχβλεντιάνι, Γκιόργκι Νικολάγιεβιτς Σενγκελάγια § Πρωταγωνιστής: Αβταντίλ Βαράζι § Μουσική: Νουτάρ Γκαµπούνια, Βακτάνγκ Κουχιανίτζε § Φωτογραφία: Κονσταντίν Απριάτιν, Ντούνταρ Μαργκιέβι, Αλεσκάντερ Ρεκιασβίλι § Διάρκεια:  85’ § Χώρα: ΕΣΣΔ (Γεωργία)