Ολα κρίνονται από τους προέδρους των δύο κριτικών επιτροπών στο Φεστιβάλ Βενετίας.

Η Αθηνά Ραχήλ Τσαγκάρη από τον Κουέντιν Ταραντίνο. Ο Σύλλας Τζουµέρκας από τον Φατίχ Ακίν. Στη θέση τους θα τους βράβευα.

Ελληνικό φιλότιµο; Καθόλου. Η διαπίστωση προσωπική και καθόλου «φιλελληνική». Η πρώτη, χθεσινή συνάντηση των δύο ελληνικών ταινιών µε τον διεθνή Τύπο θα κρίνει τη φεστιβαλική τους κατάληξη στην απονοµή των βραβείων της Μostra το Σάββατο το βράδυ.

Τρία τα γενικά συµπεράσµατα: το πρώτο, πως το ελληνικό σινεµά των νέων, σχεδόν πρωτοεµφανιζόµενων σκηνοθετών πορεύεται απείρως καλύτερα από το µίζερο, εσωστρεφές και κακότεχνο παρελθόν. Οι διεθνείς φεστιβαλικές επιλογές η καλύτερη επιβράβευση. Το δεύτερο συµπέρασµα, πως από τις στερήσεις, την κρατική περιφρόνηση, τις κόντρες και ταυτόχρονα την ορµή, το πάθος, την ανησυχία προέκυψε όλο αυτό το πρωτόγνωρο πλήθος νέων υπογραφών. Στοιχηµατίζω. Στο µέλλον θα δούµε θαύµατα από αυτά τα παιδιά. Και το τελευταίο. Επιτέλους: ο Λάνθιµος, ο Τσίτος, ο Κούτρας, ο Αλέξανδρος Βούλγαρης, ο Οικονοµίδης, ο Φάγκρας και τώρα η Τσαγκάρη και ο Τζουµέρκας «φωνάζουν» από µακριά: η ελληνική δηµιουργία ποτέ δεν πεθαίνει! Στην αρχή, αµηχανία.

Στη, συνέχεια θαυµασµός. Στο τέλος, συγκίνηση. Αυτή η εναλλαγή συναισθηµάτων και εντυπώσεων από την πρώτη συνάντησή µου µε το «Αttenberg» της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγκάρη. Μια εντελώς «αλλιώτικη» ιστορία και σκηνοθεσία. Αρχίζει µε δύο κολλητές φίλες (Αριάν Λαµπέντ – Ευαγγελία Ράντου)

να ανταλλάσσουν γλωσσόφιλα – ενώ δεν είναι λεσβίες. Ακούγεται σαν σκάνδαλο και σαν πορνογραφία. Οµως σας βεβαιώ όσο περνάει η ώρα τόσο η ιστορία κατευθύνεται στο «χειρουργείο».

Σχέσεων, σεξουαλικών αποστροφών, µεταφυσικών φόβων. Το «Αttenberg» είναι η επιτοµή µιας ταραγµένης, ευαίσθητης, τραυµατισµένης, φοβισµένης νεανικής διαδροµής. Πολύ καλό!

Στο άλλο άκρο, η «Χώρα προέλευσης» του πρωτοεµφανιζόµενου Σύλλα Τζουµέρκα. Με τη µηχανή στο χέρι, όπως ο Δανός Τόµας Βίντερµπεργκ στην «Οικογενειακή γιορτή». Με τον ιδρώτα του Αλέξη Δαµιανού της «Ευδοκίας». Με την οικογενειακή βία του Γιάννη Οικονοµίδη στην «Ψυχή στο στόµα». Και µε το «χάος» της αφήγησης από τα θρυλικά «Στιγµιότυπα» του Ρόµπερτ Ολτµαν. Η σταδιακή αποσύνθεση µιας οικογένειας της µεσαίας γενιάς των πενηντάρηδων. Η αυτοκαταστροφική πορεία των σηµερινών, ανήσυχων και «αυτοκτονικών» εικοσάρηδων. Και η θριαµβευτική επιβίωση – ως ελπίδα – των ιδεών και των αγώνων των παππούδων της Αντίστασης. Δράµα, θρίλερ, αγωνία, η έκρηξη από τα Δεκεµβριανά του 2008, οικογενειακά µυστικά, ψέµατα και προδοσίες. Μια ιστορία που µοιάζει µε την Ελλάδα. Τίποτα δεν ολοκληρώνεται και όλοι φταίνε για όλα! Χαρισµατικός ο Τζουµέρκας. Γι’ αυτό, του τα συγχωρώ όλα!

Ο Λάνθιµος, ο Τσίτος, ο Κούτρας, ο Αλέξανδρος Βούλγαρης, ο Οικονοµίδης, ο Φάγκρας και τώρα η Τσαγκάρη και ο Τζουµέρκας «φωνάζουν» από µακριά:

η ελληνική δηµιουργία ποτέ δεν πεθαίνει!

«Ελπίζουµε να εκφράσουµε την αγωνία για ζωή»

Παύλος Κάγιος

«Βρισκόµαστε σ’ ένα από τα µεγαλύτερα φεστιβάλ του κόσµου, κάτι που είναι τιµή για τον ελληνικό κινηµατογράφο, πόσω µάλλον που συµµετέχουµε σε αυτό µε τέσσερις ταινίες», έλεγε χτες στα «ΝΕΑ» ο 32χρονος Σύλλας Τζουµέρκας. «Είµαστε όλοι από τη νέα φουρνιά κινηµατογραφιστών που έχει ξεπηδήσει τα τελευταία χρόνια και ελπίζουµε να εκφράσουµε την αγωνία για ζωή που έχουµε όλοι µας». Η ταινία του «Χώρα προέλευσης» συµµετέχει στην Εβδοµάδα Κριτικής (Settimana Ιnternazionale della Critica). Με την πρώτη µικρού µήκους ταινία του «Τα µάτια που τρώνε» είχε εκπροσωπήσει την Ελλάδα, το 2001, στο Φεστιβάλ Καννών.

«Η χαρά µου δεν περιγράφεται. Είναι ό,τι καλύτερο µπορούσα να ευχηθώ για την ταινία µου η επιλογή της στο διαγωνιστικό τµήµα» µας είπε η 37χρονη Αθηνά Ραχήλ Τσαγκάρη για το «Αttenberg». «Αυτό, πάντως, που θέλω κυρίως είναι να πάει καλά η ταινία µου στην Ελλάδα και να τη δει όσο γίνεται περισσότερος κόσµος, γιατί αυτός είναι ο αποδέκτης και ο τελικός κριτής». Περιέγραψε δε την ταινία της (η εταιρεία διανοµής FeelGood Εntertainment θα την προβάλει στις αίθουσες τον χειµώνα) ως «ένα αστικό γουέστερν».

«Αttenberg»

Επίσηµο, διαγωνιστικό πρόγραµµα Θέµα: Σε βιοµηχανικό «σκουριασµένο» τοπίο» η 23χρονη Μαρίνα (Αριάν Λαµπέντ) όσο χειραφετείται σεξουαλικά και ξεπερνάει τον φόβο και την αηδία που της προκαλεί το πέος τόσο ο πατέρας της (Βαγγέλης Μουρίκης) βαδίζει προς τον τάφο. Ερωτας και θάνατος µαζί!

Σκηνοθεσία: Συµπαγής, συµπυκνωµένη, της «σχολής» του Γιώργου Λάνθιµου και του «Κυνόδοντα». Ευρωπαϊκή avant garde.

n Ακρότητες: Γλωσσόφιλα ανταλλάσσουν οι δύο φίλες, «βυζιές» τα δέντρα που βλέπει η Μαρίνα στον ύπνο της, γυµνό χωρίς πέος θέλει τον ηµιθανή πατέρα της, µε γεύση πικραµύγδαλου το σπέρµα που δεν έχει γευτεί στο στόµα της, ένα πιστόνι το αρσενικό εργαλείο που δεν θέλει να µπαινοβγαίνει µέσα της!

Χαρίσµατα: Η ιδιαίτερη σκηνοθεσία, η αποκάλυψη της πρωταγωνίστριας Αριάν Λαµπέντ και η εξαιρετική χρήση σιωπών και µουσικής.

Μειονεκτήµατα: Ταινία αποκλειστικά για απαιτητικό, ψαγµένο, κοινό.

«Χώρα προέλευσης»

Παράλληλο πρόγραµµα της Κριτικής Θεσσαλονίκη, τρία αδέλφια, ένας ηµιθανής πατέρας και τρία εγγόνια. Η διάλυση της οικογένειας συγχρονίζεται µε την κοινωνική και πολιτική «ανωµαλία».

n Σκηνοθεσία: Πληθωρική, προσωπική και ταυτόχρονα χαρισµατική.

n Ακρότητες: Οικογενειακή βία, αυτοκτονία σε στυλ σαµουράι και αιµοµιξία.

n Χαρίσµατα: Διαρκής, οµοιόµορφη, εναλλαγή των χρόνων, κορυφαίες οι ερµηνείες, κυρίως της Ιωάννας Τσιριγκούλη αλλά και της Αµαλίας Μουτούση, εξαιρετική χρήση των δραµατικών στιγµών και εντυπωσιακή ποικιλία των µουσικών επιλογών, ενσωµατωµένων στο «πετσί» της δραµατουργίας.

n Μειονεκτήµατα: Η αφήγηση, εκ πρώτης όψεως, χαοτική, φορτωµένη και φλύαρη.