Η Σουηδέζα που ενσάρκωνε στο Χόλιγουντ τόσο την ομορφιά όσο και την αρετή, ερωτεύθηκε τον ιταλό σκηνοθέτη όταν είδε την ταινία «Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη». Εκείνη εγκατέλειψε την ήσυχη ζωή της με τον σύζυγο και την κόρη της. Εκείνος εγκατέλειψε την εκρηκτική ηθοποιό Αννα Μανιάνι. Αυτοί οι δύο αμαρτωλοί μοιχοί απέκτησαν τρία παιδιά και υπερασπίστηκαν την ελευθερία τους απέναντι στους επικριτές τους, μέχρι που έσβησε το ηφαίστειο που τους ένωσε στο Στρόμπολι.


O αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω, εκείνος που δεν ερωτεύθηκε ποτέ του ένα πρόσωπο στην οθόνη του κινηματογράφου, εκείνος που δεν ένιωσε ένα παροδικό φλογερό πάθος ή έναν αιώνιο έρωτα. Σίγουρα κανείς δεν έχει ξεφύγει από αυτά τα μάγια. Γι΄ αυτό δημιουργήθηκαν οι σταρ του σινεμά- και κατά κανόνα είναι άξιοι του μισθού τους.

Αυτό συνέβη και στην ίδια την Ινγκριντ Μπέργκμαν, όταν ήταν στο απόγειο της καριέρας της. Ναι, τη γυναίκα την οποία είχαν ερωτευτεί θαυμαστές απ΄ όλο τον κόσμο, με την ευλογία ακόμη και των αξιοπρεπών συζύγων τους. Ηταν, έλεγαν, η νέα Γκρέτα Γκάρμπο- όχι μόνο επειδή καταγόταν όπως κι εκείνη από τη Σουηδία, αλλά και επειδή διέθετε το ίδιο είδος ψυχρής και συγχρόνως ευάλωτης ομορφιάς. Η Μπέργκμαν έπαιζε με σαγηνευτική φυσικότητα και ταυτόχρονα ήταν αποστασιοποιημένη. Ηταν η κορυφή ενός φλογερού παγόβουνου. Οι χαρακτήρες τους οποίους υποδυόταν, συχνά θύματα σατανικών ανδρών ή κάποιου καπρίτσιου της τύχης, συγκινούσαν ένα κοινό που αγαπούσε το μελόδραμα. Ηταν δημοφιλής από τη στιγμή που πρωτοεμφανίστηκε στο Χόλιγουντ, το 1939.

Τώρα, δέκα χρόνια αργότερα, ερωτεύεται βλέποντας μια ταινία, τη «Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη» του ιταλού σκηνοθέτη Ρομπέρτο Ροσελίνι. Το περίεργο είναι ότι η Μπέργκμαν δεν μαγεύτηκε από την ομορφιά κάποιου ηθοποιού ή από το ταμπεραμέντο αυτού του χειμάρρου που ονομάζεται Αννα Μανιάνι. Η Ινγκριντ ερωτεύθηκε τον σκηνοθέτη της ταινίας, του οποίου η μορφή δεν εμφανιζόταν στην οθόνη. Η ταινία της αποκάλυψε ένα νέο είδος κινηματογράφου και ένιωσε ότι αυτό το είδος την καλούσε. Χωρίς να διστάσει, του έγραψε: «Κύριε Ρομπέρτο Ροσελίνι, αν χρειάζεστε μια σουηδή ηθοποιό που μιλάει πολύ καλά αγγλικά, δεν έχει ξεχάσει τα γερμανικά της, μιλάει λίγα γαλλικά και στα ιταλικά ξέρει μόνο το “ti amo”, είμαι πρόθυμη να γυρίσω ταινία μαζί σας».

Τον σεισμό που τη συγκλόνισε από εκείνη τη στιγμή τον έχουν περιγράψει πολλοί, με πολύ διαφορετικές απόψεις. Ολοι όμως συμφωνούν, ακόμα και η ίδια, ότι εκείνο το γράμμα άλλαξε τη ζωή και των δύο. Το ερωτικό πάθος που τη συνεπήρε ήταν σκέτη κόλαση.

Ο Ρομπέρτο Ροσελίνι δεν έχασε την ευκαιρία. Ηταν ένας από τους ιδρυτές του νεορεαλισμού, ίσως ο πιο αντιπροσωπευτικός, όταν εξιστορούσε τις δυστυχίες εκείνης της σκληρής μεταπολεμικής Ιταλίας. Παρά το ότι είχε κερδίσει τη γενική αναγνώριση, τόσο με την ταινία «Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη» όσο και με την «Αυτοί που έμειναν ζωντανοί (Παϊζά)» ή τη «Γερμανία, έτος μηδέν» (ο νεορεαλισμός, ως γνωστόν, ξεκίνησε μια νέα σελίδα στην ιστορία του κινηματογράφου), δούλευε με περιορισμένους πόρους: η παρουσία της Ινγκριντ Μπέργκμαν στη διανομή των ρόλων μίας από τις ταινίες του θα μπορούσε να δώσει μεγάλη ώθηση στην καριέρα του.

Η Ινγκριντ Μπέργκμαν βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας της. Η αθωότητά της στο φιλμ «Εφιάλτης», η θυσία της στην «Καζαμπλάνκα», ο ηρωισμός της στην ταινία «Για ποιον χτυπά η καμπάνα», η ικανότητά της να αγαπάει στο «Νύχτα Αγωνίας», η υπέροχη ερμηνεία της ως μοναχή στο «Οι Καμπάνες της Αγίας Μαρίας» ή η θυσία της στην «Ιωάννα της Λωραίνης» την είχαν κάνει σύμβολο του πολιτικά και ηθικά ορθού.

Η ομορφιά της συνδυαζόταν με την αρετή. Είχε απορρίψει ερωτικές προτάσεις πολύ δελεαστικές, όπως του μεγιστάνα Χάουαρντ Χιουζ, που έφτασε σε σημείο να της χαρίσει ένα κινηματογραφικό στούντιο για να γυρίζει τις ταινίες που ήθελε. Κανένα αποτέλεσμα. Ο σταθερός της γάμος και η κορούλα της αρκούσαν για να είναι ευτυχισμένη. Αυτό τουλάχιστον έλεγε στα κουτσομπολίστικα περιοδικά, που τρέφονταν, ως συνήθως, με κλισέ και εικασίες.

Στην πραγματικότητα, όπως εξομολογήθηκε αργότερα, ήταν κουρασμένη από τον γάμο της με τον οδοντίατρο Πίτερ Λίντστρομ. Δεκατέσσερα χρόνια νωρίτερα της είχε προσφέρει τη σταθερότητα που χρειαζόταν τότε, αλλά νέοι άνεμοι συγκλόνιζαν το ανεξάρτητο πνεύμα της. Ηθελε να ανοίξει νέους δρόμους.

Εμεινε γοητευμένη από τον Ρομπέρτο Ροσελίνι από την πρώτη τους συνάντηση. Ηταν το είδος του ανθρώπου που ήθελε, το αντίθετο ακριβώς από τον αξιοσέβαστο οδοντίατρο. Ο Ροσελίνι ήταν η ενσάρκωση της δημιουργικότητας, του ενθουσιασμού, της περιπέτειας, της ελευθερίας. Αποφάσισαν, λοιπόν, να γυρίσουν την ταινία «Στρόμπολι» και να μοιραστούν τις ζωές τους. Ενας έρωτας παθιασμένος σαν το ηφαιστειογενές νησί όπου γίνονταν τα γυρίσματα, ένα πάθος στο οποίο κανείς τους δεν θέλησε να αντισταθεί.

Ετσι το περιέγραψε η Ινγκριντ στον μετριοπαθή σύζυγό της, ο οποίος προσπάθησε πολιτισμένα να διακόψει αυτήν τη σχέση με κάθε τρόπο, ενώ ο Ρομπέρτο με τη σειρά του έδινε εξηγήσεις για τον καινούργιο του έρωτα στη φλογερή Αννα Μανιάνι, η οποία πήρε μια πιο απλή απόφαση: του πέταξε στο κεφάλι ένα πιάτο σπαγγέτι και τον έστειλε στον διάολο.

Με την επιμονή του ότι εκείνο που είχε προτεραιότητα ήταν να «σώσουν τον γάμο τους», ο Σκανδιναβός έβαλε μπροστά τη μηχανή διάδοσης των φημών και στη συνέχεια όλος ο κόσμος έμαθε ότι η Ινγκριντ Μπέργκμαν απατούσε τον άνδρα της. Αθελά του, είχε γράψει το πρώτο κεφάλαιο της εκατόμβης.

Τι θα μπορούσαν να σκεφτούν οι σεμνότυφοι Αμερικανοί για τις ατασθαλίες αυτής της λατρεμένης σουηδής ηθοποιού που την είχαν © ΕL ΡΑΙS SΕΜΑΝΑL δεχθεί ως δική τους; Πώς ήταν δυνατόν αυτή η συγκεκριμένη γυναίκα να έχει εγκαταλείψει σύζυγο και κόρη για να πέσει στην αγκαλιά ενός άλλου άντρα, επίσης παντρεμένου, όταν ήταν το σύμβολο ηθικής που όλοι είχαν αποφασίσει να λατρέψουν; Τώρα ήταν διεφθαρμένη, σχιζοφρενής, μάγισσα που έπρεπε να καεί στην πυρά σαν την Ιωάννα της Λωραίνης, πόρνη, ανεύθυνη μητέρα, απόστολος της διαφθοράς… Πήρε επιστολές από ιερείς και επισκόπους, παραγωγούς ταινιών, τις ίδιες τις μητέρες που έως τότε την λάτρευαν, δημοσιογράφους διψασμένους για σκάνδαλα, ακόμα και από τον ίδιο τον διευθυντή του Κώδικα Παραγωγής Κινηματογραφικών Ταινιών, ένα ακόμα παρακλάδι του πανταχού παρόντος γερουσιαστή Μακάρθι, που είχε επιδοθεί σε ένα κυνήγι μαγισσών: «Οι αμερικανικές εφημερίδες διαδίδουν επίμονες φήμες ότι ετοιμάζεστε να χωρίσετε τον άνδρα σας, να εγκαταλείψετε την κόρη σας και να παντρευτείτε τον Ρομπέρτο Ροσελίνι». Αυτός ο στυλοβάτης της δημόσιας ηθικής δεν μασούσε τα λόγια του: «Τέτοιες φήμες μπορούν να καταστρέψουν την καριέρα σας ως ηθοποιού».

Και πράγματι έτσι έγινε: η «Ιωάννα της Λωραίνης» άρχισε να αποσύρεται από τους κινηματογράφους και η επόμενη ταινία της Ινγκριντ Μπέργκμαν, «Στον Αστερισμό του Αιγόκερω», σε σκηνοθεσία του Χίτσκοκ, θεωρήθηκε η χειρότερη της καριέρας της…

Κακό περιβάλλον για μια ιστορία αγάπης που σκόπευε να καταλήξει σε γάμο. Γιατί η Ινγκριντ και ο Ρομπέρτο ήθελαν να παντρευτούν, φυσικά. Θα υπερασπίζονταν τον εαυτό τους σε αυτό το ανελέητο κυνηγητό και θα απολάμβαναν αυτήν τη σπάνια ευκαιρία πάθους την οποία μόνο κάποιοι συγγραφείς περηφανεύονται ότι γνωρίζουν. Καταλάβαιναν ο ένας τον άλλον, ήταν αδελφές ψυχές, «καμιά καταιγίδα δεν είναι αρκετά ισχυρή για να μας παρασύρει», έλεγε εκείνη…

Ωστόσο, ο κλοιός στένευε γύρω τους. Οι συντηρητικές φωνές που είχαν βραχνιάσει να απαιτούν την αιώνια καταδίκη για το αμαρτωλό ζευγάρι έγιναν ακόμα πιο δυνατές όταν μαθεύτηκε ότι η Ινγκριντ ήταν έγκυος. «Κηλιδώνει τη σουηδική σημαία», έγραφε μια εφημερίδα. «Είναι μια ανοιχτή και ξεδιάντροπη προσβολή προς τους νόμους του Θεού» έλεγε μια άλλη, ενώ ακόμη κι ένας ιερωμένος έφτασε να δηλώσει απερίφραστα: «Οι πράξεις της Ινγκριντ Μπέργκμαν είναι μια δυσωδία που προσβάλλει την όσφρηση των αξιοπρεπών ανθρώπων και ένα όνειδος απέναντι στην αγνή ευαισθησία της θηλυκότητας» (όπως αναφέρεται στα «Απομνημονεύματα της Μπέργκμαν», καθώς και στο βιβλίο του εξαιρετικού βιογράφου της Ντόναλντ Σπότο). Και τον Ροσελίνι τον στόλισαν καταλλήλως. Ηταν «ο πειρατής της αγάπης», ο απατεώνας, αυτός που την υπνώτισε και, σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήταν ένας εξαρτημένος από τα ναρκωτικά, συνεργάτης των ναζί και μαυραγορίτης… Και οι δύο ήταν «ξένοι, ένοχοι ηθικής εξαχρείωσης και δεν θα έπρεπε να πατήσουν το πόδι τους σε αμερικανικό έδαφος, σύμφωνα με τη νομοθεσία μας περί μετανάστευσης»- όπως έφτασαν να ζητήσουν από τη Γερουσία. Εκείνη η παρανοϊκή Αμερική που έψαχνε για κομμουνιστές κάτω από κάθε πέτρα ρουφούσε με μεγάλη απόλαυση αυτήν τη διαπόμπευση.

Φαίνεται απίστευτο ότι οι ταλαιπωρίες τις οποίες πέρασε αυτό το ζευγάρι που αποφάσισε να κάνει το δικό του συνέβησαν στη συγκεκριμένη χώρα και τόσο πρόσφατα. Ωστόσο αυτό αναφέρουν οι χρονικογράφοι, ορισμένοι από τους οποίους τους βγάζουν το καπέλο για τη νίκη που κατάφεραν να κερδίσουν η Ινγκριντ και ο Ρομπέρτο. Γιατί, όπως φαίνεται, η επιμονή τους να απολαύσουν τον έρωτά τους ενάντια σε όλο τον κόσμο τους έκανε ευτυχισμένους. Δεν χρειάστηκε να εξαργυρώσουν την υποστήριξη των οπαδών τους για να απολαύσουν το αίσθημα που είχαν ανακαλύψει αμοιβαία. Απέκτησαν και τρία παιδιά εν όσω γύριζαν τις έξι ταινίες που, παρά το ότι είχαν άνιση επιτυχία, έμειναν ως μαρτυρία για τη διάρκεια του έρωτά τους.

Οι ταινίες αυτές, φυσικά, δεν εκφράζουν τις εσωτερικές διενέξεις τους, το βάρος των οικονομικών προβλημάτων τους, τις διαφορετικές τους συνήθειες, την οδυνηρή διαπίστωση ότι κι αυτό ήταν επίσης μια ψευδαίσθηση. Αυτές οι τρικυμίες, τόσο συνηθισμένες στις ερωτικές περιπέτειες, θα είχαν μετατρέψει την ιστορία σ΄ ένα συνοικιακό μελόδραμα. Αλλά είχαν το θάρρος να αντιμετωπίσουν τον κόσμο ολόκληρο και μπορεί γι΄ αυτό να τους οφείλουμε κάτι.

Κατάφεραν να βγάλουν διαζύγιο στο Μεξικό, που αργότερα ακυρώθηκε, ξαναπαντρεύτηκαν και οι δύο, τους κατήγγειλαν γι΄ αυτό, τους μπλόκαραν τους λογαριασμούς τους… Παρ΄ όλα αυτά, όταν πολλά χρόνια αργότερα η Ινγκριντ θυμόταν αυτό το στάδιο της ζωής της, παρέμενε πιστή σε αυτό που είχε ζήσει. Και με το δίκιο της: «Το διαμέρισμά μου στη Ρώμη ήταν πάντα γεμάτο με κόσμο κάθε είδους: μοναχοί, συγγραφείς, οδηγοί αγώνων, ζητιάνοι. Εμαθα για τη ζεστασιά και την αγάπη, τα πράγματα που ποτέ δεν είχα φανταστεί δίπλα στην πισίνα μου στο Χόλιγουντ. Στην Ιταλία, βέβαια, υπήρχαν δυσκολίες, αλλά οι δυσκολίες στην Ιταλία είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσες…».

ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΣΑΒΒΑΤΟ: Εβίτα και Χουάν Περόν