Εκατό χιλιάδες εισιτήρια σε τρεις µέρες.

Η Βαρκελώνη ζει στους ρυθµούς του φεστιβάλ που µέσα σε δέκα χρόνια έγινε παγκόσµιος µουσικός θεσµός µε επισκέπτες από όλον τον κόσµο – ανάµεσά τους και εκατοντάδες Ελληνες

Ο DJ Coco (δηλαδή ο Αbel Suarez) διοργάνωσε το πρώτο µονοήµερο Φεστιβάλ Ρrimavera στο τέλος Απριλίου 2001. Η Βαρκελώνη συµπλήρωνε σχεδόν δέκα µεταολυµπιακά χρόνια και ήδη είχε γίνει γνωστή ως επίσηµη συνεδριακή πρωτεύουσα της Ευρώπης, τονώνοντας αφάνταστα την καταλανική οικονοµία και υπερηφάνεια. Τότε δεν υπήρχε το Forum, σηµερινό σπίτι της «Πριµαβέρα» (όπως τη λένε οι έλληνες επισκέπτες), το έτερο καταλανικό φεστιβάλ Sonar αφορούσε περισσότερο µια αβάν γκαρντ ελίτ που άκουγε αποκλειστικά ηλεκτρονική µουσική και τίποτα δεν προδίκαζε τη σηµερινή εικόνα. Ποια είναι αυτή; Στα 10α γενέθλιά του, το Ρrimavera αποτελεί παγκόσµιο µουσικό θεσµό που διεξάγεται (από το 2005 και µετά) σε έναν υπέροχο χώρο στην παραλία της Βαρκελώνης.

Το φετινό τριήµερο 27-29/5 έκανε ρεκόρ προσέλευσης, κόβοντας περισσότερα από 100.000

εισιτήρια. Παρά το γεγονός ότι συνέβη σε περίοδο οικονοµικής κρίσης µε την Ισπανία να χτυπάει την πόρτα του ΔΝΤ. Οµως αν εξαιρέσει κανείς τα θηριώδη, πλην παραδοµένα στις λάσπες και λοιπές «ειδικές συνθήκες», βρετανικά φεστιβάλ είναι µάλλον το σηµαντικότερο της Γηραιάς Ηπείρου. Και σίγουρα το πιο καταξιωµένο στη συνείδηση των ελλήνων µουσικόφιλων που έχουν παραδοσιακά σηµειωµένη στο ηµερολόγιό τους την τελευταία εβδοµάδα του Μαΐου. Οι πιο µετριοπαθείς εκτιµήσεις υπολογίζουν τη φετινή ελληνική συµµετοχή σε 150-200 πρόσωπα (στην πλειονότητά τους είχαν πάει και προηγούµενες χρονιές) παρά το γεγονός ότι το περασµένο Σαββατοκύριακο στην Αθήνα είχε Βob Dylan, Τhievery Corporation, Τhe Βlack Ηeart Ρrocession και… Εurovision. Αφιξη στο Ελ Πρατ. Φθάνοντας στο Αεροδρόµιο Ελ Πρατ την παραµονή της έναρξης του φεστιβάλ στη Βαρκελώνη, ναι µεν απέφευγες τον πρώιµο αθηναϊκό καύσωνα, παραδινόσουν όµως στην παραλυτική υγρασία της επίσης ζεστής καταλανικής πρωτεύουσας. Η οποία διόλου επηρέαζε τους χιλιάδες τουρίστες να βολτάρουν στη Ράµπλα και τα µνηµεία του Γκαουντί, ελισσόµενοι ανάµεσα στα εκλογικά κέντρα των υποψήφιων προέδρων της Μπαρτσελόνα που ήταν, είναι και θα παραµείνει «κάτι παραπάνω από ένα ποδοσφαιρικό κλαµπ». Ας πούµε µια αόρατη κόλλα που συνδέει την πόλη και της µοιράζει χαµόγελα. Οι τουρίστες πολύ σύντοµα θα ξεχωρίσουν σε δύο κατηγορίες. Σε εκείνους που απλώς παίρνουν τον µεσογειακό τους αέρα γαρνιρισµένο µε τουριστικά πιάτα παέγιας και σ’ αυτούς που τριγυρνάνε στην πόλη φορώντας το χαρακτηριστικό βραχιολάκι – πάσο του φεστιβάλ και κατευθύνονται οµαδόν µετά τις 18.00 το απόγευµα στην κίτρινη γραµµή του µετρό που οδηγεί στο Forum.

Χρηµατιστήριο Ρrimavera. Αυτό όµως που ξεχωρίζει στo Ρrimavera δεν είναι µόνο ότι συγκεντρώνει την αφρόκρεµα, τα σπουδαιότερα ονόµατα της παγκόσµιας indie (ανεξάρτητης ) σκηνής.

Ούτως ή άλλως, ποτέ δεν µπορείς να προεξοφλήσεις από πριν τι θα σου αρέσει και τι όχι. Κάποιοι βετεράνοι όπως οι Ρixies, Wire, Liquid Liquid θα αποδειχθούν δυναµίτες, κάποιοι άλλοι όπως οι Fall και οι Ρet Shop Βoys δεν θα εκπληρώσουν τις προσδοκίες.

Κάποια συγκροτήµατα, όπως οι Les Savy Fav του εκπληκτικού performer Τim Ηarington, θα «ιδρώσουν τη φανέλα» αποδεικνύοντας τη συναυλιακή τους δυναµική. Από τα νέα ονόµατα, οι Grizzly Βear θα τιµήσουν τον παγκόσµιο θόρυβο, οι ΧΧ ίσα που θα τον ακουµπήσουν και οι Βig Ρink θα απογοητεύσουν. Η παλιά ηλεκτρονική φουρνιά (Οrbital) θα αντικατασταθεί µε βόµβο από την καινούργια (Fuck Βuttons) και κάποιες σταθερές αξίες θα παραµείνουν ως έχουν (Wilco). Οταν τελείωσε όµως το τριήµερο µε το πανηγύρι των Βlack Lips στο club Αpollo στη συνοικία του Αγίου Αντωνίου µέσα στην πόλη, αυτό που σου µένει δεν είναι οι µεµονωµένες εµφανίσεις. Είναι η συνολική εµπειρία. Μιας πόλης που κινείται στους ρυθµούς του φεστιβάλ.

Με τα δισκάδικα να παίζουν στα ηχεία τους µόνο τους καλλιτέχνες του Ρrimavera, τα ξενοδοχεία να έχουν ειδικά πακέτα διαµονής, τα fast food να δίνουν ονόµατα συγκροτηµάτων στα σάντουιτς, την αστική ατµόσφαιρα να σου δίνει την εντύπωση ότι αν δεν είσαι εκεί χάνεις κάτι µοναδικό.

Στον αχανή χώρο του Forum (που παραδίδεται δωρεάν στους διοργανωτές, αν θέλετε συγκρίσεις) δεκάδες περίπτερα µε δίσκους, t-shirts, βιβλία, προγράµµατα και λοιπά αναµνηστικά, καντίνες µε κάθε είδους γρήγορο φαγητό και, το σηµαντικότερο, εντυπωσιακή ποιότητα παραγωγής. Μεγάλες σκηνές, χωρίς «ο αέρας να παίρνει και να σηκώνει τον ήχο», µεγάλες ουρές π.χ. στα ποτά (αλλά και κοινό που περιµένει υποµονετικά), άλλοτε ψαρωτική κι άλλοτε διακριτική ασφάλεια, παντελής απουσία πατροπαράδοτων ελληνικών συναυλιακών εθίµων όπως τα περίφηµα «ντου».

Προς γνώσιν και συµµόρφωσιν… Τα παραπάνω δεν αποτελούν ούτε γκρίνια ούτε επίσης πατροπαράδοτη ξενοµανία. Απλώς, το Ρrimavera δείχνει πώς µπορεί να είναι το ελληνικό συναυλιακό µέλλον. Αποτελούµενο από συναυλίες – γεγονότα (που ασφαλώς δεν λείπουν τα τελευταία χρόνια), ενταγµένες σε φεστιβάλ που διαµορφώνουν συναυλιακή κουλτούρα, περπατάνε µαζί µε τον τουρισµό και απασχολούν όλη την πόλη σε συνεργασία µε δηµοτική αρχή και αρµόδια υπουργεία. Αρκεί να σηµειωθεί ότι αυτές τις δύσκολες εποχές, οι άνθρωποι που εργάστηκαν τις µέρες του φεστιβάλ, χωρίς να υπολογίζονται οι τεχνικοί των γκρουπ, ξεπέρασαν τους 700. Και δυο εκατοντάδες Ελληνες χαµογελούσαν αποκαµωµένοι από την κούραση στις πτήσεις της επιστροφής…

Κάθε χρόνο αυξάνεται το µέγεθός του φεστιβάλ Ρrimavera και φέτος χρειάστηκε επτά σκηνές για να στεγάσει τους περισσότερους από 140 σόλο καλλιτέχνες

Χορός µέχρι το πρωί

Η πολιτική του φεστιβάλ όσον αφορά τα ονόµατα που φιλοξενεί είναι συγκεκριµένη. Απλώς κάθε χρόνο αυξάνεται το µέγεθός του και φέτος χρειάστηκε επτά σκηνές για να στεγάσει τους περισσότερους από 140 σόλο καλλιτέχνες / συγκροτήµατα που έπαιξαν (έφθασαν τους 240 µε όσους εµφανίστηκαν σε εκδηλώσεις σε όλη την πόλη κατά τη διάρκεια της εβδοµάδας). Κάθε βράδυ ένα πολύ µεγάλο όνοµα ήταν στη 01.00 στη µεγάλη κεντρική σκηνή για να προσελκύει το µεγάλο κοινό. Δηλαδή, οι Ρavement σε τουρ επανένωσης ύστερα από µια δεκαετία, οι γονείς του «εναλλακτικού ροκ» των 90s Ρixies και οι «σίγουροι» Ρet Shop Βoys, αντίστοιχα. Και οι τρεις µπάντες έπαιξαν µπροστά σε πενταψήφιο αριθµό θεατών και τη δεύτερη µέρα σηµειώθηκε ρεκόρ όλων των εποχών µε απόλυτο sold-out 35.000 εισιτηρίων. Από εκεί και πέρα, υπάρχει η δεύτερη τάξη µεγάλων συγκροτηµάτων που µοιράζεται στις σκηνές και καλύπτει το χρόνο από τις 20.00 µέχρι τα µεσάνυχτα. Νωρίς, παίζουν ανερχόµενα, σχετικά άσηµα σχήµατα, που αποτελούν και το πιο ενδιαφέρον κοµµάτι, αφού δείχνουν την επόµενη µέρα και αργά τα κιθαριστικά γκρουπ δίνουν τη θέση τους στην electronica που πάει το φεστιβάλ χορεύοντας µέχρι το πρωί.