Με την είσοδο του νεαρού πιανίστα στη σκηνή του Royal Music Hall, το θέατρο

ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Ο James Tangery, εμφανώς ναρκωμένος, φάνηκε ν’

αποφεύγει την οπτική επαφή με την πλατεία. Βρισκόταν, άλλωστε, υπό την επήρεια

ηρεμιστικών χαπιών που είχε καταπιεί το ίδιο πρωί, για να ξεπεράσει μία από

τις συνηθισμένες νευρικές του κρίσεις. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του η

κατάσταση της εύθραυστης υγείας του ολοένα χειροτέρευε και τα συμπτώματα

λιποθυμιών και ανεξέλεγκτων σπασμών, στην κοιλιακή κυρίως χώρα, είχαν γίνει

καθημερινό φαινόμενο. Παρά τα δεκαοχτώ του χρόνια, ο Tangery είχε όψη

καλοδιατηρημένου τριανταπεντάρη. Το απλανές βλέμμα του μαρτυρούσε την

ημισαλεμένη προσωπικότητά του.

Εσώκλειστος από την πρώτη μέρα της ζωής του σ’ έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο

στα υπόγεια του «Πρότυπου Κέντρου Ιατρικών Ερευνών» του Λονδίνου, ο Tangery

ήτανε θύμα μιας ανίερης συμφωνίας μεταξύ της γυναίκας που τον κυοφόρησε, μιας

πάμπτωχης δηλαδή και ραδιούργας πόρνης, ενός διάσημου, αιρετικού συνθέτη και

ενός αδίστακτου καθηγητή γενετικής, παθιασμένου με την κλασική μουσική.

Ο δόκτωρ Michael Donnaly και ο Matthew Hew ήταν οι άνθρωποι που είχαν συλλάβει

την ιδέα και είχαν εργαστηριακά «δημιουργήσει» με εξωσωματική γονιμοποίηση τον

James εξαγοράζοντας την εγκυμοσύνη της αδαούς πόρνης, η οποία είχε

εξαφανιστεί, όπως όριζε το συμβόλαιο, αμέσως μετά τη γέννα προς άγνωστη

κατεύθυνση με την παχυλή αμοιβή της ανά χείρας. Όταν μερικούς μήνες αργότερα

το πτώμα της βρέθηκε να επιπλέει στα παγωμένα νερά του Τάμεση και η φωτογραφία

της δημοσιεύτηκε μαζί μ’ ένα μικρό μονόστηλο στην κυριακάτικη έκδοση των

«Times», κανείς δεν υποψιάστηκε τίποτα περισσότερο από ένα σύνηθες ξεκαθάρισμα

λογαριασμών στους κύκλους του οργανωμένου εγκλήματος και του πληρωμένου έρωτα.

Ο Tangery είχε μεγαλώσει μυστικά υπό την επίβλεψη μιας έμπειρης νοσοκόμας και

ενός συνταξιούχου εκπαιδευτικού, που είχε αναλάβει την επιμέλεια της μόρφωσής

του. Κανείς, εκτός των προαναφερομένων, δεν γνώριζε την ύπαρξή του και γι’

αυτό είχε φροντίσει ο καθηγητής Donnaly. Ο χώρος στα έγκατα του Κέντρου είχε

μονωθεί ανάλογα, ώστε σε συνάρτηση με την ειδική φαρμακευτική αγωγή να

«πνίγει» τα ουρλιαχτά του παιδιού, που διψούσε για εικόνες και παραστάσεις και

διαισθανόταν πως πέρα από τα ασφυκτικά όρια του υπογείου υπήρχε μια άλλη ζωή,

μια μικρή γεύση της οποίας έπαιρνε με εξαιρετικά φειδωλό τρόπο από τις

ελάχιστες φωτογραφίες που περιείχαν τα βιβλία του δασκάλου του.

Με τη συμπλήρωση των έξι του χρόνων ο James άρχισε να δέχεται τις καθημερινές

επισκέψεις του συνθέτη Matthew Hew, ενώ στα λιγοστά αντικείμενα του

μικρόκοσμού του προστέθηκε ένα ολοκαίνουργιο πιάνο Steinway and Sons, ειδική

παραγγελία του Hew. Ο ήχος του πρώτου ντο είχε τέτοια ευεργετική επίδραση στον

ψυχισμό του μικρού αγοριού, που έκανε ημέρες να αρθρώσει λέξη. Ο κόσμος της

μουσικής έγινε μεμιάς η διέξοδος που έδινε νόημα στην ύπαρξή του.

Με την πάροδο των χρόνων και παρά τις δυσκολίες και τις συνεχείς απόπειρες

αυτοκτονίας του James (ύστερα από την αποτυχημένη προσπάθειά του να πνιγεί

στην μπανιέρα του διαμερίσματός του, τοποθετήθηκαν άμεσα μικρές κάμερες

παρακολούθησης που τον επιτηρούσαν συνεχώς) το παράνομο εγχείρημα των Donnaly

και Hew φαινόταν να έχει εντυπωσιακή επιτυχία. Ο έφηβος James Tangery είχε

αναπτύξει μια αυτιστική σχέση με το πιάνο ταυτιζόμενος απόλυτα με το όργανο

που απάλυνε τους αλλόκοτους εφιάλτες του. Δύσκολα απομακρυνόταν απ’ αυτό και ο

γιατρός και «πατέρας» του τον νάρκωνε τεχνητά, για να ανακτήσει δυνάμεις, αφού

επί ημέρες αρνείτο να σταματήσει το παίξιμο.

Τις περίεργες, πειραματικές παρτιτούρες τού προμήθευε και τού δίδασκε ο Hew.

Επρόκειτο αποκλειστικά για συνθέσεις του τελευταίου, τις οποίες απαγορευόταν

αυστηρά να συνακούσουν τόσο η επιβλέπουσα νοσοκόμα όσο και ο δάσκαλος του

James.

Όταν πια ο Tangery συμπλήρωσε τα δεκαεπτά του χρόνια, οι κύριοι Hew και

Donnaly αποφάσισαν να αποκαλύψουν το «μυστικό» τους και να παρουσιάσουν

δημόσια τον ολοκληρωμένο, πλέον, πιανίστα. Όμως, το σοκ της πρώτης εξόδου του

νεαρού από το υπόγειο όπου έμενε έγκλειστος άργησε πολύ να ξεπεραστεί, γι’

αυτό και τα πλάνα για την πρώτη του συναυλία μετατέθηκαν χρονικά κατά έξι

μήνες. Η όψιμη ανακάλυψη του κόσμου συγκλόνισε τον James και η ήδη σχιζοφρενής

προσωπικότητά του διαταράχθηκε ακόμα περισσότερο. Ρίχτηκε, αφού συνήλθε κάπως,

με μεγαλύτερο πάθος στο πιάνο.

Στις 14 Μαρτίου ο εβδομηνταπεντάχρονος sir Matthew Hew έδωσε συνέντευξη Τύπου

αναγγέλλοντας τη συναυλία τού παντελώς άγνωστου πιανίστα James Tangery, ο

οποίος θα ερμήνευε αποκλειστικά άγνωστες συνθέσεις του ίδιου του δημιουργού. Ο

Hew μίλησε με στόμφο για την έλευση μιας «νέας μουσικής» αποφεύγοντας, όμως,

να πει περισσότερα παρά τις επίμονες ερωτήσεις των δημοσιογράφων. «Σας

προσκαλώ όλους να την ακούσετε από κοντά», είπε μοναχά χαμογελώντας στα έντονα

φλας. Οι υπαινιγμοί για την παρουσίαση κάτι παντελώς νέου και τα διφορούμενα

λόγια του προκάλεσαν αμέσως το παγκόσμιο ενδιαφέρον και οι εικόνες της

συνέντευξής του αναμεταδόθηκαν εκείνη την ημέρα από δεκάδες κανάλια σε όλο τον

πλανήτη.

Το βράδυ της συναυλίας το θέατρο είχε γεμίσει από νωρίς από πολυάριθμους

θαυμαστές του διάσημου συνθέτη, στον οποίο μόλις τον περασμένο χρόνο είχε

απονεμηθεί ο τίτλος του sir από την ίδια τη βασίλισσα για την γενικότερη

προσφορά του στην τέχνη. Τα βασιλικά θεωρεία, μάλιστα, ήταν ασφυκτικά γεμάτα

από τους γαλαζοαίματους μουσικόφιλους, που δεν ήθελαν επ’ ουδενί λόγω να

χάσουν το γεγονός.

Η περιέργεια για τον νεαρό πιανίστα Tangery και για τις άγνωστες συνθέσεις του

sir Matthew Hew ήταν διάχυτη στο πλήθος. Στα καμαρίνια ο καθηγητής Donnaly

προετοίμαζε ψυχολογικά το ημιναρκωμένο σαρκίο του έφηβου James, που για μέρες

είχε πέσει σ’ ένα παράξενο κώμα επικοινωνώντας μοναχά με το πιάνο. Μια γηραιά

κυρία – υπεύθυνη για τον καλλωπισμό των καλλιτεχνών – πουδράριζε αργά το ωχρό

πρόσωπο του πιανίστα καλύπτοντας επιδέξια τους γκρίζους κύκλους κάτω από τα

μάτια του και τις μικρές ρυτίδες που είχαν αρχίσει να διαγράφονται δεξιά κι

αριστερά από την ντελικάτη του μύτη, σημάδια της ματαιωμένης εφηβείας που ο

Tangery με τραυματικό τρόπο είχε βιώσει.

Η είσοδός του στη σκηνή του θεάτρου συνοδεύτηκε από ηχηρά χειροκροτήματα, τα

οποία φάνηκε να μη λαμβάνει υπ’ όψιν. Το ασυνήθιστα μεγάλο πιάνο είχε

τοποθετηθεί αρκετά μακριά από το κοινό, σχεδόν στο βάθος της σκηνής. Η ουρά

του ήτανε στραμμένη προς τη πλατεία, έτσι που ο κόσμος να μην έχει οπτική

επαφή με τα πλήκτρα. Ο James Tangery κάθησε στο ειδικό σκαμπό φτιάχνοντας

άτσαλα το φράκο του. Για μια στιγμή τίποτα δεν ακουγόταν στον χώρο του Royal

Music Hall. Ώσπου μια θεσπέσια μελωδία άρχισε να χαϊδεύει τα αυτιά του κοινού,

το οποίο αρχικά φάνηκε να ξενίζεται από το πρωτόγνωρο άκουσμα, γρήγορα, όμως,

έπεσε σε πελάγη ενθουσιασμού απολαμβάνοντας εκστατικά την κάθε νότα. Οι

κατέχοντες την μουσική τέχνη αδυνατούσαν να εξηγήσουν τις μελωδίες που

έβγαιναν από το πιάνο. Γνώριζαν πως ήταν αδύνατο να παιχτούν από ανθρώπινο

χέρι. Τι συνέβαινε, τι ήταν αυτός ο πρωτόγνωρος ήχος, αυτή η αλλόκοτη μα και

μεγαλειώδης αρμονία κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει.

Επί μιάμιση ώρα τα δεκατέσσερα, εξαιρετικά μακριά και με ασυνήθιστα ελαστικές

αρθρώσεις δάχτυλα του James Tangery έπαιζαν την «νέα» μουσική του sir Matthew

Hew, που έθετε νέους όρους και έδινε καινούργιο νόημα στη λέξη «μελωδία».

«Αλλάξαμε τον ρου της ιστορίας της μουσικής!», φώναξε συγκινημένος ο διάσημος

δημιουργός αγκαλιάζοντας θερμά τον καθηγητή γενετικής Michael Donnaly. Την

ίδια στιγμή η αυλαία του θεάτρου έπεφτε κρύβοντας το λιπόθυμο σώμα του James

Tangery, ενώ χιλιάδες κόσμου είχαν αφήσει τις θέσεις τους και ζητωκραυγάζοντας

άρχισαν να περικυκλώνουν τους δύο άνδρες.