«Πράσινα» αντί για συνθετικά ρούχα προτείνουν για φέτος οι μόδιστροι των… οικολογικών οργανώσεων. Η μόδα που έχει αρχίσει από την Αμερική και την Αγγλία κάνει την εμφάνισή της και στην Ελλάδα.


«Όχι στους εκατοντάδες τόνους συνθετικών ρούχων που καταλήγουν στις χωματερές επιβαρύνοντας το περιβάλλον», είναι το σύνθημα των οικολόγων.

Η… πέτρα του σκανδάλου για τις οικολογικές οργανώσεις είναι η βιομηχανία «φαστ φουντ» ρούχων: «Πρόκειται για μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων που παράγουν κάθε εβδομάδα νέα ρούχα, σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές. Επιπλέον, στην αγορά διατίθενται ρούχα “μιας χρήσης” και από τα κινέζικα καταστήματα. Συνήθως όμως το κόστος τους είναι ανάλογο των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή τους, οι οποίες σαφώς είναι πιο φθηνές παράλληλα όμως είναι ιδιαίτερα ρυπογόνες για το περιβάλλον», επισημαίνουν.

Ενεργοβόρα. Χαρακτηριστικό της κατάστασης είναι πως, κάθε χρόνο, μόνον οι Αθηναίοι, πετούν από τις ντουλάπες τους τουλάχιστον 100.000 τόνους ρούχων, λευκών ειδών και άλλων υφασμάτων. «Στην πλειονότητά τους τα ρούχα κατασκευάζονται από πλαστικές πρώτες ύλες, δηλαδή πολυεστέρα. Για την παραγωγή του πολυεστέρα όμως σπαταλώνται φυσικοί πόροι και καταναλώνονται μεγάλες ποσότητες ενέργειας» λέει στα «ΝΕΑ» ο Αχιλλέας Πληθάρας, υπεύθυνος εκστρατειών πολιτικής τής περιβαλλοντικής οργάνωσης WWF Ελλάδας.

Πιο συγκεκριμένα, παράγονται μεγάλες ποσότητες νιτρώδους οξειδίου, το οποίο είναι ακόμη πιο επιβλαβές συγκριτικά με το διοξείδιο του άνθρακα. «Επιπλέον, από την καύση των εν λόγω ρούχων εκλύονται τοξικές ουσίες, λόγω των χλωριωμένων παραγώγων που περιέχουν» συμπληρώνει ο κ. Πληθάρας.

Συνήθεις ύποπτοι. Η λίστα όμως των ειδικών για τις βλαβερές για το περιβάλλον ουσίες που… λανσάρονται κάθε χρόνο στην αγορά δεν σταματά εδώ. Ένας από τους «συνήθεις υπόπτους» είναι οι βαφές που χρησιμοποιούνται για να προσδώσουν χρώμα και… στυλ στα ρούχα. Όπως οι ίδιοι επισημαίνουν, πρόκειται για υλικά κάθε άλλο παρά αθώα, ενώ συμπληρώνουν πως το μεγαλύτερο πρόβλημα συναντάται στα είδη ένδυσης που εισάγονται από τρίτες χώρες όπου δεν διεξάγονται οι απαιτούμενοι ποιοτικοί έλεγχοι.

Πάντως οι περιβαλλοντολόγοι είναι χωρισμένοι στα δύο, καθώς παραδέχονται πως ούτε τα βαμβακερά ρούχα δεν αποτελούν την «πράσινη» απάντηση για την προστασία του περιβάλλοντος! Για να καθαριστούν καλά τα βαμβακερά ρούχα, τα οποία έχουν το μειονέκτημα να απορροφούν τις μυρωδιές, απαιτείται πλύσιμο σε υψηλές θερμοκρασίες και μεγάλη κατανάλωση νερού. Ταυτόχρονα, η βαμβακοκαλλιέργεια απαιτεί τεράστιες ποσότητες νερού, ενώ το περιβάλλον επιβαρύνεται από την εκτεταμένη χρήση φυτοφαρμάκων.

Παρενέργειες. Αντίθετα, για τους καταναλωτές που προτιμούν τα συνθετικά ρούχα από πολυεστέρα και βισκόζ, το καθαριστήριο είναι… μονόδρομος. «Στο στεγνό καθάρισμα όμως χρησιμοποιούνται ειδικά προϊόντα που περιέχουν πτητικές οργανικές ενώσεις, οι οποίες προκαλούν παρενέργειες καθώς προκαλούν ερεθισμό στο αναπνευστικό, ενώ παράλληλα έχουν χαρακτηρισθεί από τους επιστήμονες της Ε.Ε. επικίνδυνοι ρύποι». Στη Βρετανία. Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των «πλαστικών» ρούχων που καταλήγουν στον… κάλαθο των αχρήστων έχουν αρχίσει να προβληματίζουν σοβαρά τη βρετανική κυβέρνηση η οποία, σε συνεργασία με τη περιβαλλοντική οργάνωση Οι φίλοι της Γης, διοργανώνει εκστρατεία κατά της γκαρνταρόμπας «μιας χρήσης». Αυτός είναι και ο λόγος που ο ειδικός σύμβουλός του πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ, για το περιβάλλον, εξέφρασε τη συμπαράστασή του στις βιοτεχνίες που στηρίζουν και προωθούν «πράσινα» ρούχα.

Προτείνουν τώρα και οικολογικά πλυντήρια


Τα πλυντήρια με οικολογικό σήμα είναι μία από τις φιλικές προς το περιβάλλον λύσεις που προτείνουν οι περιβαλλοντικές οργανώσεις στους καταναλωτές. Πρόκειται για οικολογικά πλυντήρια που καταναλώνουν κάτι λιγότερο από 17 λίτρα νερού ανά 1 κιλό ρούχων, ενώ παράλληλα χρειάζονται λιγότερο απορρυπαντικό! Μάλιστα κάνουν οικονομία και στην…

τσέπη εκείνων που τα επιλέγουν, αφού η κατανάλωση ενέργειας είναι πολύ χαμηλή.

Επιπλέον, «πράσινη» λύση είναι και τα υφάσματα από βιολογικό βαμβάκι. Το αρνητικό όμως σε αυτήν τη περίπτωση είναι πως όσον αφορά τη σύγκριση τιμών υστερούν και μάλιστα με διαφορά: είναι συνήθως 50% πιο ακριβά σε σύγκριση με τα αντίστοιχα συνθετικά ή βαμβακερά ρούχα. «Πάντως, οι Έλληνες καταναλωτές γνωρίζουν ελάχιστα για τα συγκεκριμένα προϊόντα, κι αυτό γιατί υπάρχει ελλιπής ενημέρωση. Άλλωστε η αγορά των βιολογικών ρούχων είναι περιορισμένη ακόμη στη χώρα μας» λέει η κ. Αλεξάνδρα Μασαρέ, διευθύντρια του τμήματος εκστρατειών της Greenpeace στην Ελλάδα.