Η καταψήφιση της πρότασης μομφής ήταν το αναμενόμενο αποτέλεσμα για το γαλάζιο επιτελείο. Παρόλα αυτά, στην αποτίμηση της Πειραιώς η κοινοβουλευτική διαδικασία που προκάλεσαν είχε τελικά πολιτικά οφέλη για τους ίδιους. Οταν τους ζητά κανείς να τα κωδικοποιήσουν, λένε πως κατόρθωσαν μέσω αυτής να αποδείξουν «την πρωτοφανή υποκρισία Τσίπρα – Καμμένου», κατέστησαν σαφές ότι ο Πρωθυπουργός «ψεύδεται επανειλημμένα» και κατόρθωσαν να τον αναγκάσουν «να διχάσει το κόμμα του».

Στη νεοδημοκρατική ανάγνωση όποιος παρακολούθησε τη διαδικασία στη Βουλή πείστηκε πως οι δυο κυβερνητικοί εταίροι «υποκριτικά διαφωνούν μεταξύ τους» και ότι «η υπογραφή στις Πρέσπες φέρει και το όνομα του Πάνου Καμμένου». Στα κέρδη τους προσμετρούν και την ψήφο του Δημήτρη Καμμένου, αλλά και την αποχώρηση της πρώην εκπροσώπου Τύπου των Ανεξαρτήτων Ελλήνων Μανταλένας Παπαδοπούλου από την πολιτική, επειδή και τα δύο αυτά περιστατικά αποδεικνύουν πως «το εθνολαϊκιστικό μόρφωμα του κ. Καμμένου είναι πια ζήτημα χρόνου να αυτοδιαλυθεί».

Παράλληλα, διαβάζοντας τη χθεσινή δημοσκόπηση της Marc («Πρώτο Θέμα») επισημαίνουν ότι «το 49% των ψηφοφόρων του Τσίπρα δεν ήθελαν να υπογραφεί η σημερινή συμφωνία των Πρεσπών», οπότε θεωρούν ότι «αντί να διασπάσει ο κ. Τσίπρας τη ΝΔ, το μόνο που πέτυχε ήταν να διχάσει το κόμμα του». Οσο για την κριτική που δέχθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ στη συζήτηση περί λαϊκιστικής στροφής απαντούν ότι οι συριζαίοι είναι εκείνοι που «συνευρίσκονταν στις πλατείες με τους χρυσαυγίτες, αυτοί που μαζί με την ΧΑ έριξαν την προηγούμενη κυβέρνηση της ΝΔ. Ο κ. Βούτσης ήταν που προσμετρούσε τις ψήφους της ΧΑ για να υποστηρίξει ότι υπάρχει επαρκής πλειοψηφία για την αλλαγή του εκλογικού νόμου».

Χωρίς επιστροφή. Πέρα, όμως, από τους πανηγυρισμούς στο στενό περιβάλλον του προέδρου της ΝΔ κατανοούν ότι η συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ προκαλεί τετελεσμένα που δύσκολα αλλάζουν. Εξού και στο χθεσινό non paper της Πειραιώς αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «είναι προφανές ότι αν τα καταφέρουν, καμία ελληνική Βουλή, είτε η παρούσα είτε η επόμενη, δεν θα είναι εύκολο να ανατρέψει τη Συμφωνία των Πρεσπών. Διότι αν το πράξει θα είναι σαν να αξιώνει από τους Σκοπιανούς να ξαναλλάξουν το Σύνταγμά τους και το όνομά τους, γεγονός που θα καταστήσει περίγελο την Ελλάδα σε όλη τη διεθνή κοινότητα». Με άλλα λόγια, προετοιμάζουν το έδαφος για μια μελλοντική επικύρωσή της ακόμη και από μια ελληνική Βουλή με άλλη σύνθεση.