Σε κοσμηματοπωλείο το οποίο πουλούσε παλιά κοσμήματα στο Κολωνάκι καθώς και σε άλλα τουλάχιστον δέκα καταστήματα που έχουν σχέση με την αγορά χρυσού φέρεται ότι κατέληγε μεγάλο μέρος των κοσμημάτων που έκλεβε το μαφιόζικο δίκτυο από σπίτια στην Αττική και σε άλλες περιοχές της χώρας.

Βασικός σύνδεσμος με το δίκτυο πελατών – κλεπταποδόχων, βασικός αποδέκτης των κλεμμένων κοσμημάτων κυρίως ρολογιών και δαχτυλιδιών με πολύτιμους λίθους φέρεται ότι ήταν ο bon viveur επιχειρηματίας. Λόγω των γνωριμιών του στα κοσμικά στέκια, οι αρμόδιοι αξιωματικοί που χειρίζονται την υπόθεση δεν αποκλείουν να έπαιζε και τον ρόλο του πληροφοριοδότη στους «υψηλούς- ακριβούς» στόχους που επέλεγε να «χτυπήσει» η συμμορία.

Είναι χαρακτηριστικό, ότι ανάμεσα στα κατασχεθέντα εντοπίσθηκαν και κλοπιμαία από το σπίτι της γνωστής τραγουδίστριας Αννας Βίσση.

Στην ογκώδη δικογραφία περιλαμβάνονται ως κατηγορούμενοι τρεις αστυνομικοί ενώ η αρμόδια υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων διερευνά τυχόν σχέση με το κύκλωμα και άλλων επτά αστυνομικών.

Βανδαλισμοί στα σπίτια που έκλεβαν

Τα μέλη του κυκλώματος επιδίδονταν συχνά σε βανδαλισμούς στα σπίτια που «επισκέπτονταν ».Μετά τις λεηλασίες σε κάποιες περιπτώσεις άφηναν ανοικτές τις βρύσες για να πλημμυρίσει το σπίτι.

Αποφασισμένοι για όλα ,στα τετ-α τετ με την αστυνομία δεν δίσταζαν να εμβολίσουν περιπολικά για να σπάσουν το μπλόκο και να διαφύγουν. Σε μια καταδίωξη χρησιμοποίησαν πυροσβεστήρα για να θολώσουν τα τζάμια και να μην έχουν ορατότητα οι αστυνομικοί να τους ακολουθήσουν .

Για να αποπροσανατολίσουν την Αστυνομία κατά τη διάρκεια των διαρρήξεων , έκαναν τηλεφωνήματα «μαίμού » στο τηλεφωνικό κέντρο της Αμεσης Δράσης καταγγέλλοντας ψευδή περιστατικά σε μεγάλη γεωγραφική απόσταση από την αχτίνα δράση τους.

Συνομιλίες με κωδικούς

«Εχω Ελληνα » στους κωδικούς που χρησιμοποιούσαν στις μεταξύ τους συνομιλίες σήμαινε έχω πληροφοριοδότη. Από την ανάλυση των στοιχείων οι αρμόδιοι εκτιμούν ότι δεν πρόκειται για ένα μόνο πρόσωπο, αλλά για περισσότερα για τον εντοπισμό των οποίων και την πλήρη εξάρθρωση του μαφιόζικου δικτύου σε όλα τα επίπεδα ,η έρευνα συνεχίζεται .

Σε μια από τις μεγαλύτερες αστυνομικές επιχειρήσεις που έχουν γίνει στη χώρα για την εξάρθρωση του «συνδικάτου » των διαρρηκτών συνελήφθησαν σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλες περιοχές 41 μέλη της συμμορίας , πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 60 έρευνες και κατασχέθηκαν – μεταξύ άλλων -πάνω 600.000 ευρώ σε μετρητά, 120 κιλά ασημιού σε ράβδους, φύλλα χρυσού, χρυσές λίρες, πλήθος χρυσαφικών – κοσμημάτων μεγάλης αξίας και περισσότερα από 60 πολυτελή οχήματα.

Στο ερευνητικό πεδίο :

* Εξακριβώθηκε η σύνθεση των μελών που αποτελούσαν κάθε εγκληματική ομάδα και υποομάδα, τα οχήματα που χρησιμοποιούσαν, οι διευθύνσεις διαμονής τους και οι λοιποί χώροι (καβάτζες) που διατηρούσαν.

* Διευκρινίσθηκαν οι ρόλοι και η ιεραρχική σχέση των μελών κάθε ομάδας και υποομάδας.

* Εξακριβώθηκε η μεθοδολογία δράσης τους (modus operandi) και οι διασυνδέσεις τους σε όλη την χώρα

* Διαπιστώθηκε και εξετάζεται η περαιτέρω εμπλοκή Αστυνομικών, οι οποίοι κατά περίπτωση παρείχαν πληροφορίες ή ενεργούσαν με μέλη των ομάδων στην τέλεση αξιόποινων πράξεων

* Διαπιστώθηκε η νομιμοποίηση εσόδων από τις παράνομες δραστηριότητες, τα οποία επένδυαν σε κατασκευές πολυτελών κατοικιών και αγορά πολυτελών αυτοκινήτων.

Η μεθοδολογία δράσης

Αναφορικά με τη μεθοδολογία δράσης (modus operandi) τους, διαπιστώθηκε η παράλληλη, διαρκής και δομημένη δράση των δυο συμμοριών καθεμία απο τις οποίες δρούσε αυτοδύναμα και ανεξάρτητα. Οι δυο οργανώσεις διατηρούσαν άμεση και συνεχή επικοινωνία μεταξύ τους, αναφορικά με τους τομείς δραστηριοποίησης τους, ώστε να μη συμπίπτει χρονικά και τοπικά η δράση τους.

Ωστόσο, σε περιπτώσεις επιπλοκών και συλλήψεων, τα μέλη της μίας οργάνωσης υποστήριζαν «επιχειρησιακά» τις δραστηριότητες της άλλης ομάδας.

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των συμμοριών είναι η ιεραρχική δομή, η σαφήνεια ως προς την κατανομή των ρόλων των μελών τους καθώς και η αφθονία υλικοτεχνικού εξοπλισμού, όπως πλήθος οχημάτων, διαρρηκτικών εργαλείων και ασυρμάτων πομποδεκτών, που τους διευκόλυνε στην διάπραξη των κλοπών και στην αποφυγή της σύλληψής τους.