Η τραγωδία διαδραματίστηκε το μεσημέρι της 16ης Αυγούστου στη θαλάσσια περιοχή νότια της Αίγινας, όταν το ταχύπλοο που φέρεται ότι οδηγούσε ο 77χρονος Θρασύβουλος Λυκουρέζος και επέβαιναν τρεις ηλικιωμένοι εμβόλισε και διέλυσε μια λάντζα, με 24 επιβάτες. Οι επιβάτες και ο καπετάνιος έπεσαν στη θάλασσα με αποτέλεσμα τέσσερις άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους, ανάμεσά τους ένα κοριτσάκι ηλικίας πέντε χρόνων και άλλοι να τραυματιστούν στην αγωνιώδη προσπάθειά τους να σωθούν.

Τα γεγονότα όμως που ακολούθησαν με την απομάκρυνση του ταχύπλοου και τη «φυγάδευση» των επιβατών του αποτελούν το σκοτεινό σημείο.
Το τραγικό γεγονός του ναυαγίου επισκίασε και βάρυνε μία σειρά αδικαιολόγητων παραλείψεων, ακόμα και αυτονόητων διαδικασιών στην έρευνα, δίνοντας την εντύπωση ότι κάποιοι δεν ήθελαν να αποκαλυφθεί η αλήθεια για τους εμπλεκόμενους, όπως είναι ο χειριστής του ταχύπλοου, για τους συνεπιβάτες καθώς και γι’ αυτούς που τους βοήθησαν να διαφύγουν.
Η ναυτική τραγωδία της Αίγινας πήρε διαστάσεις θρίλερ και τα απόνερα άγγιξαν ακόμα και την πολιτική σκηνή. Η πολύκροτη υπόθεση ως προς τους χειρισμούς για την αποκάλυψη της αλήθειας έφτασε μέχρι τη Βουλή και όσα διαδραματίστηκαν στο πεδίο των ερευνών άφησαν περιθώρια και υπόνοιες για πολιτικές προεκτάσεις και παρεμβάσεις. Οι λέξεις «πολιτική σπέκουλα» και «τυμβωρυχία» που ακούστηκαν, έριξαν ακόμα πιο βαριά τη σκιά και καθόρισαν την υπόθεση.

Ο φάκελος της υπόθεσης

Στο παρελθόν έχουν γίνει μεγάλες και πολύνεκρες ναυτικές τραγωδίες, καμία όμως δεν πήρε τέτοιες διαστάσεις και τέτοια χροιά. Ουδέποτε άλλοτε επαναλήφθηκε τόσο συχνά η φράση: «Μα δεν έγιναν ούτε τα αυτονόητα», προκαλώντας τόσες υπόνοιες. Στα συντρίμμια του ναυαγίου βούλιαξε η αξιοπιστία των αρμοδίων, ενώ αναδύθηκε η καχυποψία. Ως αποτέλεσμα, εδώ και δυόμισι μήνες αιωρούνται βασικά ερωτήματα και υπόνοιες συγκάλυψης για το ποιος πραγματικά ήταν ο χειριστής του μοιραίου ταχύπλοου και οι επιβάτες του, ενώ το τοπίο παραμένει θολό.

Στη δίνη της ιστορίας βρίσκονται ακόμα οι συγγενείς των θυμάτων της ναυτικής τραγωδίας, που εκτός από το βάρος του πένθους, σηκώνουν και το βάρος της δικαίωσης με την αποκάλυψη της αλήθειας.

Οι απαντήσεις που τους δόθηκαν από τις αρμόδιες διωκτικές Αρχές δεν έπεισαν και έτσι αναγκάστηκαν να κινήσουν τις διαδικασίες με τον δικηγόρο τους Αλέξη Κούγια. Δικό τους αίτημα, ανάμεσα σε άλλα, ήταν να γίνει –έστω και καθυστερημένα –άρση του τηλεφωνικού απορρήτου ώστε από τις επικοινωνίες να δοθεί το στίγμα του τι ακριβώς συνέβη και ποια είναι πράγματι τα εμπλεκόμενα πρόσωπα.

Ο φάκελος της υπόθεσης χρειάζεται ακόμα πολλές σημαντικές σελίδες για να συμπληρωθεί ώστε να καλυφθούν τα κενά της έρευνας με την πλήρη καταγραφή των αποτυπωμάτων, του βιολογικού υλικού και κυρίως με το πακέτο των εισερχόμενων και εξερχόμενων τηλεφωνικών κλήσεων. Παρά τη σύγχυση και τις συνεχείς ανατροπές, τα μέχρι τώρα δεδομένα για τα αποτυπώματα και το βιολογικό υλικό –βασικά αποδεικτικά στοιχεία –φέρεται να είναι τα εξής:

Ως προς την ανάλυση του βιολογικού υλικού, δείγμα DNA του 77χρονου Θρασύβουλου Λυκουρέζου βρέθηκε στα κουμπιά των χειριστηρίων των μηχανών. Στο τιμόνι του ταχύπλοου βρέθηκε μείγμα –άνω του ενός ατόμου –γενετικών τύπων, εκ των οποίων ένα ταυτοποιήθηκε ότι είναι του Θρασύβουλου Λυκουρέζου.
Οσον αφορά τα αποτυπώματα, από τις μέχρι τώρα έρευνες έγινε γνωστό ότι βρέθηκε ένα τμήμα παλαμικού αποτυπώματος του 77χρονου στη μεταλλική επιφάνεια του χειριστηρίου.
Χαρακτηριστικό για τους «ρυθμούς χελώνας» με τους οποίους έγινε η έρευνα είναι ότι για να φθάσει κλιμάκιο αρμοδίων από την Αθήνα για την έρευνα αποτυπωμάτων χρειάστηκαν δύο ημέρες. Η έρευνα τελικά έγινε στις 18 Αυγούστου, ενώ το ταχύπλοο βρισκόταν αφύλακτο και εκτεθειμένο στο λιμάνι.
Το κομβικό σημείο των ερευνών βρίσκεται στις τηλεφωνικές κλήσεις που έγιναν το κρίσιμο χρονικό διάστημα. Ο δικηγόρος θυμάτων της τραγωδίας Αλέξης Κούγιας επισημαίνει ότι «είμαι βέβαιος πως τα στοιχεία που έρχονται ρίχνουν σιγά σιγά άπλετο φως στην υπόθεση. Μια λογική επεξεργασία των μέχρι τώρα στοιχείων που είναι ελάχιστα και αφορούν τα πρώτα στοιχεία από τα αποτυπώματα, τα πρώτα στοιχεία του DNA και τα πρώτα στοιχεία από τις τηλεφωνικές επικοινωνίες δίνει τη βεβαιότητα στους συγγενείς των θυμάτων και σε μένα ότι κάτι σκοτεινό και πολύ σοβαρό υπάρχει σε αυτή την υπόθεση».

Σοβαρές ενδείξεις ενοχής

Το χρονικό του δυστυχήματος στην Αίγινα και όσα ακολούθησαν περιγράφονται στο βούλευμα-καταπέλτη του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιώς κατά του φερόμενου ως χειριστή του ταχύπλοου Θρασύβουλου Λυκουρέζου που οδήγησε στην προφυλάκισή του καθώς όπως τονίζεται προέκυψαν «σοβαρές ενδείξεις ενοχής».

Το περιεχόμενο του βουλεύματος καίει τον χειριστή του ταχύπλοου αναφέροντας τις αντιδράσεις του μετά τον εμβολισμό της λάντζας όπως και τη διαδρομή διαφυγής την οποία ακολούθησαν ο ίδιος και οι επιβάτες.

«Αντί να ενημερώσει έγκαιρα το Λιμεναρχείο για τον συντονισμό και τη διάσωση των ναυαγών, αντί να παράσχει άμεση βοήθεια –διά της ρίψης σωσιβίων –στους παθόντες, φέρεται να τηλεφωνεί σε οικεία προς αυτόν πρόσωπα».
Στο βούλευμα επισημαίνεται και το γεγονός ότι προσήλθε στις λιμενικές Αρχές δυόμισι ώρες μετά την τραγωδία: «Θα ανέμενε κανείς να ειδοποιήσει πρώτα το Λιμενικό και να μεταβεί ο ίδιος στο πλησιέστερο λιμάνι της Πέρδικας, αφού ήδη είχε υπάρξει μέριμνα για τη ρυμούλκηση του σκάφους, μαζί με τους λοιπούς τρεις συνεπιβαίνοντες και όχι να καταλήξει ύστερα από τηλεφωνικές συνεννοήσεις με φίλους του σε άλλο μέρος όπου αναμένει να τον παραλάβει αυτοκίνητο».

Οι κινήσεις του που ακολούθησαν την τραγωδία χαρακτηρίστηκαν «προπαρασκευαστικές ενέργειες διαφυγής». Το Συμβούλιο έκρινε επίσης ότι τα προβλήματα υγείας που επικαλέσθηκε ο Θρασύβουλος Λυκουρέζος δεν είναι αρκετά για τη μη προφυλάκισή του, καθώς δεν τον είχαν εμποδίσει να αναλάβει τη διακυβέρνηση ταχύπλοου σκάφους.

Στο απόλυτο χάος
Οι εφιαλτικές στιγμές που έζησαν οι επιβάτες της λάντζας περιγράφονται στη δικογραφία. Περιγραφές που καίνε τον χειριστή του ταχύπλοου, ο οποίος εμβόλισε και διέλυσε τη λάντζα και απομακρύνθηκε χωρίς να ρίξει ούτε ένα σωσίβιο. Μαρτυρίες αποτυπώνουν την απουσία του Λιμενικού στα κρίσιμα λεπτά της επιχείρησης διάσωσης, η οποία έγινε κυρίως από παραπλέοντα ιδιωτικά σκάφη. Εντύπωση πάντως προκαλούν καταθέσεις επιβατών ότι στο ταχύπλοο επέβαιναν δύο νεαρά άτομα.
«Τρία λεπτά περίπου της ώρας μετά τον απόπλου και ενώ το σκάφος μας πήγαινε με πάρα πολύ μικρή ταχύτητα άκουσα τον κυβερνήτη να φωνάζει: «Πού πάει αυτός;» και άρχισε να σφυρίζει με την κόρνα του σκάφους» περιγράφει επιβάτισσα στην κατάθεσή της.
«… Μετά από έναν εκκωφαντικό θόρυβο αντιλήφθηκα τον εαυτό μου να βρίσκεται στη θάλασσα παλεύοντας να κρατηθώ στην επιφάνεια. Βγαίνοντας στην επιφάνεια, σχεδόν ταυτόχρονα με τον γιο μου και αφού πιαστήκαμε από επιπλέοντα συντρίμμια του σκάφους μας, το οποίο είχε βυθιστεί, στη συνέχεια γύρισα το βλέμμα μου τριγύρω να δω τι είχε γίνει και διαπίστωσα την ύπαρξη ενός ταχύπλοου σκάφους το οποίο βρισκόταν ακίνητο σε απόσταση περίπου 30 μέτρων. Πάνω επέβαινε ένας άνδρας ηλικίας περίπου 70 ετών και μια κοπέλα καθόταν δίπλα του ηλικίας περίπου 30 ετών. Αυτοί τουλάχιστον ήταν ορατοί από το σημείο που ήμουν. Φωνάζαμε στον άνδρα να μας πετάξει σωσίβια τόσο εγώ όσο και ο γιος μου, αλλά αυτός δεν ανταποκρινόταν».
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η κατάθεση 26χρονου επιβάτη της λάντζας, ο οποίος ανέφερε ότι διέκρινε ολοκάθαρα να επιβαίνουν στο ταχύπλοο «ένας άνδρας και μια γυναίκα όχι προχωρημένης ηλικίας».
Τη φρίκη περιγράφει άλλος ένας επιβάτης της μοιραίας λάντζας: «Ακουσα μια κυρία που καθόταν δίπλα μου να λέει ότι «ένα σκάφος έρχεται καταπάνω μας». Γύρισα το κεφάλι μου και όντως το είδα, με τεράστια ταχύτητα. Μέχρι την τελευταία στιγμή πίστευα ότι θα αλλάξει πορεία το «Duende», δεν πρόλαβα να σκεφτώ κάτι άλλο. Τελικά το ταχύπλοο εμβόλισε το σκάφος που επέβαινα και εγώ και οι φίλοι μου βρεθήκαμε κατευθείαν στον βυθό ανάμεσα σε συντρίμμια. Οταν βγήκα στην επιφάνεια αντίκρισα τους φίλους μου. Προσπαθούσαμε να σωθούμε, επικρατούσε το απόλυτο χάος. Ανθρωποι ήταν σοβαρά τραυματισμένοι, άκουγα κραυγές τρόμου και αγωνίας, έβλεπα νεκρούς να επιπλέουν. Δεν υπήρχαν σωσίβια στη θάλασσα, κολυμπούσαμε περιμένοντας βοήθεια».
Συγκλονιστική είναι και η κατάθεση συγγενούς του καπετάνιου της μοιραίας λάντζας, ο οποίος όταν ειδοποιήθηκε για τη σύγκρουση έτρεξε για βοήθεια και περισυνέλεξε νεκρό το παιδάκι.
«Εντρομο ήρθε ένα παιδί και μας ενημέρωσε ότι μια βάρκα αναποδογύρισε και βρίσκονται άνθρωποι στη θάλασσα. Αμέσως επιβιβάστηκα στο καΐκι μαζί με έξι επιβάτες προκειμένου να συνδράμουν. Πλησίασα όσο πιο κοντά μπορούσα και πέταξα τα κυκλικά σωσίβια προς τους ναυαγούς. Από αυτούς δύο άτομα πιάστηκαν από τα σωσίβια και δύο ανέβηκαν μόνα τους. Στη συνέχεια, και περίπου πέντε μέτρα από το σκάφος, περισυνέλεξα ένα παιδάκι ηλικίας πέντε ετών, το οποίο έμοιαζε νεκρό, και απέπλευσα άμεσα από το σημείο, προκειμένου να βγω γρήγορα στη στεριά για να του δοθούν οι πρώτες βοήθειες. Κατά τη διάρκεια της επιστροφής μία επιβάτισσα παρείχε τις πρώτες βοήθειες στο παιδί χωρίς αποτέλεσμα».

Βασανιστικό τέλος στο νερό

Καταπέλτης και το πόρισμα του ιατροδικαστή, σύμφωνα με το οποίο θύματα βρήκαν τον θάνατο από πνιγμό ή έφεραν ελάχιστες κακώσεις. Το πεντάχρονο κοριτσάκι είχε τις αισθήσεις του όταν έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε αβοήθητο. Το ίδιο βασανιστικό τέλος είχε και ο πατέρας του παιδιού που επίσης πέθανε από πνιγμό καθώς στο σώμα του βρέθηκαν ελάχιστες κακώσεις (πιθανότατα από χτύπημα πάνω στο πλοίο, πριν πέσει στο νερό).

Το ζήτημα των πολύτιμων λεπτών που χάθηκαν και τα θύματα έμειναν αβοήθητα στη θάλασσα θέτει ο δικηγόρος Αλέξης Κούγιας: «Ολοι οι θανόντες έχουν πνιγεί. Αν γύριζε πίσω ο φερόμενος ως δράστης μπορεί να μην είχαμε θύματα».
Στο απολογητικό του υπόμνημα ο 77χρονος φερόμενος ως χειριστής του ταχύπλοου Θρασύβουλος Λυκουρέζος επικαλείται ότι «η ταχύτητα με την οποία ταξίδευε το σκάφος «Duende» κατά τη στιγμή προ της πρόσκρουσης ήταν 21 ν.κ., ήταν δηλαδή ταχύτητα, με την οποία πραγματοποιείτο ασφαλής πλους».

Για τους λόγους που δεν μετείχε στη διάσωση ανέφερε ότι ήθελε να βοηθήσει τους ναυαγούς, αλλά ήταν αδύνατο να το πράξει καθώς μετά τη σύγκρουση το σκάφος παρασύρθηκε από το θαλάσσιο ρεύμα. Το καίριο ζήτημα γιατί δεν έριξε ούτε ένα σωσίβιο το απέδωσε στον άνεμο. Ανέφερε ότι «η εκτόξευση σωσιβίων από το παρασυρόμενο «Duende» αντίθετα προς τη φορά του ανέμου από υπερήλικες σε κατάσταση σοκ και πανικού δεν θα μπορούσε επ’ ουδενί να έχει θετικά αποτελέσματα».