Σήμα κινδύνου για τις επιπτώσεις στην υγεία από τον λιγνίτη εκπέμπουν οι περιβαλλοντικές οργανώσειςGreenpeaceκαιWWF.

Οι δυο περιβαλλοντικές οργανώσεις υποστηρίζουν ότι δεκάδες χιλιάδες ανθρώπινες ζωές απειλούνται στην Ευρώπη αν περάσει η πρόταση των υπουργών Περιβάλλοντος της Ελλάδας, της Πολωνίας, της Τσεχίας και της Βρετανίας για πολυετή καθυστέρηση στην εφαρμογή νέων αντιρρυπαντικών τεχνολογιών σε μεγάλα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας.

Σύμφωνα με την Greenpeace και την WWF για κάθε μέρα που δεν εφαρμόζονται οι Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές για τον περιορισμό της ρύπανσης στα μεγάλα εργοστάσια άνθρακα της Ευρώπης, 56 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους με ημερήσιο κόστος για την ευρωπαϊκή οικονομία 154 εκατομμύρια ευρω.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, από τις προαναφερόμενες περιβαλλοντικές οργανώσεις υποστηρίζουν πως όλοι οι εν λειτουργία σταθμοί της ΔΕΗ όχι μόνο δεν εφαρμόζουν τις πιο σύγχρονες αντιρρυπαντικές τεχνολογίες αλλά κάνουν και χρήση όλων των δυνατών παρεκκλίσεων από την ευρωπαϊκή νομοθεσία.

«Προκαλούν έτσι επιπλέον ρύπανση που ευθύνεται για τον θάνατο 475 ανθρώπων κάθε χρόνο με αντίστοιχες δαπάνες υγείας που αγγίζουν τα 1,37 δις. ευρω ετησίως, σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη πέντε Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων : « Lifting Europe’s Dark Cloud: How cutting coal saves lives», επισημαίνεται χαρακτηριστικά σε κοινή ανακοίνωση των δυο περιβαλλοντικών οργανώσεων.

Η κρίσιμη συνάντηση των αντιπροσωπειών των πέντε χωρών για το θέμα θα γίνει στις Βρυξέλες την Πέμπτη 20 Οκτωβρίου. Εν όψει αυτής της συνάντησης τα ελληνικά τμήματα των δυο περιβαλλοντικών οργανώσεων ζητούν εξηγήσεις για την παρελκυστική, όπως τη χαρακτηρίζουν στάση του υπουργείου Περιβάλλοντος.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην επιστολή που εστάλη την Τρίτη στον υπουργό Περιβάλλοντος Πάνο Σκουρλέτη : « η εφαρμογή των νέων ορίων εκπομπών που περιέχονται στις νέες αντιρρυπαντικές προδιαγραφές θα μειώσει τους ετήσιους πρόωρους θανάτους στην Ευρώπη από 22.900 σε 8.900 ( μείωση 61%) και θα περιορίσει το οικονομικό κόστος που προκαλείται από τη ρύπανση από 63,2 δις. ευρω σε 24,3 δις ευρω ετησίως».