Toν Ιούνιο του 2013 δημοσιεύτηκε στον ιστότοποTvxsένα κείμενο με τίτλο «Γράμμα στον παλιό μου καθοδηγητή». Αφορούσε τον Χρύσανθο Λαζαρίδη, σύμβουλο του τότε πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, τον οποίο η συντάκτρια κατηγορούσε για διάφορα πράγματα: ότι χρησιμοποιούσε εναντίον της Αριστεράς επιχειρήματα που έστειλαν χιλιάδες αριστερούς στην εξορία, ότι υποστήριζε το ξεπούλημα της ενέργειας στους επιχειρηματικούς του φίλους και των λιμανιών στους Κινέζους, ότι δικαίωνε τους ναζιστές μαχαιροβγάλτες. «Δεν αναρωτηθήκατε ποτέ, κύριε σύμβουλε», αναρωτιόταν, «πώς είναι δυνατό να βρίσκονται στη φυλακή μόνο οι αντιεξουσιαστές και αριστεροί «τρομοκράτες» ενώ πάνω από 600 δολοφονικές επιθέσεις (μόνο μέσα στο 2012 και 2013) ακόμα και με νεκρούς μετανάστες δεν έχουν εξιχνιαστεί;».

Το κείμενο το υπέγραφε η Αντα Ψαρρά. Και τα εισαγωγικά στη λέξη «τρομοκράτες» έδιναν το στίγμα σε ένα στυλ δημοσιογραφίας που κατά τους συντρόφους της δείχνει μαχητικότητα, κατ’ άλλους όμως δείχνει φανατισμό. Ολο και μεγαλύτερο φανατισμό. Αλλά αυτά παθαίνεις όταν έχεις καθοδηγητή τον Λαζαρίδη.

HΑντα άρχισε να πολιτικοποιείται την εποχή της διάσπασης του ΚΚΕ εσωτερικού και της ίδρυσης της Β’ Πανελλαδικής. Σε αντίθεση όμως με άλλες γυναίκες του κύκλου της, δεν ήταν ούτε διανοούμενη ούτε φεμινίστρια. Ενας παλιός της γνωστός τη θυμάται ως αντικείμενο του πόθου όλων των συντρόφων. Οπως μου είπε, «ήταν για τους αριστεριστές ό,τι ήταν η Γκαλά για τους σουρεαλιστές. Η Αντα ήταν η Ηγερία της Β’ Πανελλαδικής».

Και όχι μόνο της Β’ Πανελλαδικής. Οταν πήγαινε για μπάνιο στον Αστέρα της Βουλιαγμένης, τραβούσε τα βλέμματα ανθρώπων όλων των ηλικιών – και προφανώς όλων των ιδεολογιών. Το βεβαιώνουν αυτόπτες μάρτυρες. Ηταν η εποχή της αθωότητας. Ηταν η εποχή των προκλήσεων. Θα ακολουθούσε η εποχή της σοβαρότητας, που σηματοδοτήθηκε από τη γνωριμία της και τον γάμο της με τον δημοσιογράφο Δημήτρη Ψαρρά.

Σοβαρότητα δεν σημαίνει τέλος των απολαύσεων –η Αριστερά δεν υποτιμούσε άλλωστε ποτέ τις απολαύσεις. Θρυλικά έχουν μείνει τα πρωτοχρονιάτικα πάρτι που οργάνωνε στο σπίτι της, όπου συναντούσες από τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη μέχρι τον Ρολφ Πόλε. Οπως και οι διακοπές στη Φολέγανδρο, κι ας αντιπαθούσε πάντα τα μακρινά θαλασσινά και αεροπορικά ταξίδια. Η Αντα ήταν όμως πλέον ταγμένη σε έναν στόχο: πίστευε ότι ο κόσμος πρέπει να αλλάξει και είχε έρθει η ώρα να κάνει την πίστη της πραγματικότητα. Υστερα από μια θητεία στον Κάκτο, άνοιξε για ένα διάστημα δικό της εκδοτικό οίκο. Και μετά αφοσιώθηκε στη δημοσιογραφία, πρώτα στον «Ιό» της «Ελευθεροτυπίας» και στη συνέχεια στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Εκεί, σύμφωνα με συναδέλφους της, προσπαθεί να προσηλυτίσει τους νεαρούς δημοσιογράφους στον ιερό αριστερό σκοπό. Κυρίως όμως αρθρογραφεί. Θεωρητικά, ως «ανεξάρτητη». Πρακτικά, ως μία από τους κεντρικούς εκφραστές της κυβερνητικής γραμμής. Και συγκεκριμένα των «προεδρικών», τους οποίους γνώρισε στα συχνά της ταξίδια στην Αίγινα.

Η Αντα καταγγέλλει τον Αδωνι Γεωργιάδη (επειδή προκαλεί αίσθημα φόβου και ανασφάλειας στους πολίτες), θλίβεται για το πόσο άλλαξε ο Σταύρος Θεοδωράκης (επειδή τα βάζει με τους καταληψίες της Νομικής αντί να κάνει διάλογο μαζί τους), τη λέει στον Κώστα Βαξεβάνη (επειδή υπηρετεί τη δημοσιογραφία της κλειδαρότρυπας), αλλά υπερασπίζεται τον Πάνο Καμμένο (επειδή παρεξηγήθηκαν οι θέσεις του για την προαιρετική στράτευση των γυναικών). Κρίνοντας από την αρθρογραφία της, οι βασικοί της εχθροί είναι δύο. Η Χρυσή Αυγή, εναντίον της οποίας ξιφουλκεί με επιμονή και γενναιότητα. Και ο… ΔΟΛ. Εδώ μάλιστα συμβαίνει κάτι περίεργο: η αρθρογράφος που μετά το περυσινό δημοψήφισμα κατηγορούσε παλιούς της συντρόφους ότι χρησιμοποιούσαν «αριστερόμετρο» ισχυρίστηκε τις προάλλες ότι «στα μέσα του ΔΟΛ δεν υπάρχει όχι αποτύπωμα αλλά ούτε καν ίχνος δημοσιογραφικής παρουσίας που να ασπάζεται την Αριστερά». Και ότι «ακόμα κι αν έχει ξεμείνει κάποιος δημοσιογράφος στο συγκρότημα που να διατηρεί αριστερή άποψη, είναι απολύτως απίθανο να μπορέσει να τη διατυπώσει».

Αν το να είσαι αριστερός σημαίνει να στέλνειςSMSσε έναν υπουργό του ΣΥΡΙΖΑ για να του πεις ότι «η μισή εφημερίδα προσκυνά» έναν άλλο υπουργό που εκείνη την ώρα βρισκόταν στο βήμα, και να καθοδηγείς στη συνέχεια τον τελευταίο για τις επόμενες κινήσεις του, τότε πράγματι στη δική μας εφημερίδα είμαστε όλοι δεξιοί. Αλλά, διάολε, να έχει επιβάλει ο Ψυχάρης «απόλυτη μονοφωνία, τύπου Β. Κορέας» και να μην το έχουμε πάρει χαμπάρι; Τόσο ανόητοι είμαστε; Ή τόσο υποταγμένοι; Ο μακαρίτης ο Μίμης Σουλιώτης, με τον οποίο η Αντα έκανε στενή παρέα στη Φλώρινα με αφορμή τις έρευνές της για το Μακεδονικό, δεν την έμαθε να είναι πιο ανοιχτή και λιγότερο δογματική;

Ο Σουλιώτης και ο Παπαγιαννάκης ζούσαν όμως σε μια άλλη εποχή. Μια εποχή που η ανανεωτική Αριστερά ήταν μια μικρή μειοψηφία και δεν αποτελούσε έγκλημα –τουναντίον, αποτελούσε τίτλο τιμής –να έχεις διαφορετική άποψη από την κρατούσα. Βέβαια, κρατούσα τότε ήταν η Δεξιά. Ενώ τώρα, η Αριστερά. Οπότε όλα αλλάζουν. Και μαζί τους, πρέπει να αλλάξουν και οι δημοσιογράφοι. «Οσο τα ΜΜΕ των εργολάβων και των εφοπλιστών συνεχίζουν να έχουν αυτά τα πρόσωπα και μόνο, στο γυαλί και το ραδιόφωνο», έγραφε μετά το δημοψήφισμα η Αντα Ψαρρά, «το ΟΧΙ θα στέκεται μπροστά τους σαν τοίχος αδιαπέραστος».

Μέχρι τουλάχιστον να μεταμορφωθεί σε ΝΑΙ. Αλλά για μια τόσο απροσδόκητη εξέλιξη, ούτε ένας έμπειρος ινστρούχτορας σαν τον Χρύσανθο Λαζαρίδη δεν θα μπορούσε να έχει προετοιμάσει την οργάνωσή του.