Στις φυλακές Κορυδαλλού όπου οδηγήθηκε η 38χρονη από την Αργολίδα για τη δολοφονία του 42χρονου συζύγου της- πρώην ναυτικού Θανάση Λάμπρου, γράφθηκε ο επίλογος του θρίλερ που διήρκεσε επτάμιση μήνες και έχει σοκάρει την τοπική κοινωνία. Η γυναίκα που αν και ανακάλεσε την ομολογία της, εντούτοις δεν έπεισε ανακριτή και εισαγγελέα που την προφυλάκισαν, φέρεται να σκηνοθέτησε το έγκλημα ως αυτοκτονία.

Θα μπορούσαν να ήταν σενάριο κινηματογραφικής ταινίας, με πλοκή , σκοτεινό παρασκήνιο, ροζ μυστικά ,κενά ,αντιφάσεις και ανατροπές, όσα ξετυλίχθηκαν μετά την ανεύρεση του πτώματος του 42χρονου , πέρσι στις 8 Δεκεμβρίου.

Με το περίστροφο στο χέρι, δίνοντας αρχικά την εικόνα ότι είχε αυτοκτονήσει, ο άτυχος πρώην ναυτικός είχε πέσει αιμόφυρτος στην αυλή του σπιτιού φίλου του στην περιοχή Κοιλάδα Ερμιονίδας. Τον βρήκε ο φίλος του, όταν πήγε στο σπίτι και ειδοποιήθηκαν η αστυνομία και η σύζυγός του.

Ο 42χρονος, όπως προέκυψε αργότερα είχε βληθεί με δυο σφαίρες , στην αριστερή πλευρά και στο κεφάλι.

Το μοιραίο απόγευμα έβρεχε καταρρακτωδώς και το νερό της βροχής είχε σβήσει πολλά ίχνη.

Από την αρχή οι αστυνομικοί αντιλήφθηκαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με την υπόθεση και ότι το σκηνικό της αυτοκτονίας, όπως φαινόταν , δεν «έδενε». Εκείνο που τράβηξε αμέσως την προσοχή τους ήταν ότι από το σπίτι όπου βρέθηκε το πτώμα έλειπε το τσαντάκι με το κινητό του τηλέφωνο και δεν υπήρχε κανένα προσωπικό του αντικείμενο, σαν κάποιος δηλαδή να τα είχε αφαιρέσει προκειμένου να καλύψει ίχνη.

Περιέργως και συμπτωματικά το τσαντάκι με το κινητό τηλέφωνο βρέθηκε στην πολυθρόνα του σπιτιού του θύματος και παραδόθηκαν στην αστυνομία.

Το κινητό τηλέφωνο ήταν «καθαρό » και δεν αποκάλυψε κάποια επίμαχη κλήση που θα μπορούσε να δώσει «στίγμα» για την πορεία των ερευνών.

Οι υποψίες αν όχι ότι ήταν η δράστιδα, έστω ότι κάτι γνώριζε για την υπόθεση της δολοφονίας, στράφηκαν στην 38χρονη σύζυγο του θύματος και μητέρα του ηλικίας δέκα χρόνων κοριτσιού τους.

Η ίδια έπαιζε πολύ καλά το ρόλο της και παρά το γεγονός ότι είχε κληθεί στην Αστυνομία δεν είχαν προκύψει στοιχεία εναντίον της. Κάποιες μικρές αντιφάσεις και κενά ως προς το χρόνο που ειδοποιήθηκε, δεν ήταν αρκετές ώστε να στοιχειοθετήσουν οποιαδήποτε εμπλοκή.

Ηταν ιδιαίτερα πειστική και είχε εμφανισθεί σε τηλεοπτική εκπομπή αναζητώντας το δολοφόνο του συζύγου της.

Οι αστυνομικοί που είχαν αναλάβει την υπόθεση, παρά τα εμπόδια δεν άφησαν την έρευνα μέχρι να βρουν την άκρη του νήματος.

Το μόνο ουσιαστικό που είχαν στην αρχή για την έρευνα ήταν η μαρτυρία ενός περιοίκου, ότι είχε ακούσει έντονο διαπληκτισμό του θύματος με μια γυναίκα που όμως δεν ήταν δυνατόν να αναγνωρίσει.

Συνεχίζοντας μεθοδικά όλους αυτούς τους μήνες τις έρευνες, κατάφεραν να βρουν το σημαντικότερο στοιχείο που τους βοήθησε να ξετυλίξουν το κουβάρι. Ένα sms , που είχε στείλει στον πρώην ναυτικό μια γυναίκα λίγο πριν από την δολοφονία και δεν αποκλείεται να ήταν η αιτία ώστε να ξεσπάσει ο μοιραίος καυγάς.

Την περασμένη Τετάρτη η 38χρονη κλήθηκε για μια ακόμα φορά στην Αστυνομία ομολόγησε . Παρουσίασε το σκηνικό σαν ατύχημα, ισχυρίσθηκε βρισκόταν σε άμυνα κατά τη διάρκεια συμπλοκής και ότι το όπλο εκπυρσοκρότησε. « Αυτός όρμησε και με τα δυο του χέρια με άρπαξε από τα χέρια και βιαίως με τράβηξε προς το μέρος μου κολλώντας με πάνω στο σώμα του », ανέφερε μεταξύ άλλων.

Η υπόθεση θρίλερ έχει και μια ακόμα ανατροπή. Τις επόμενες ημέρες η 38χρονη «έκανε στροφή » ανακαλώντας όσα είχε περιγράψει στην αστυνομία .

Στην απολογία της , αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες και πρόσθεσε ότι δεν βρισκόταν στο σπίτι την ώρα της δολοφονίας. Ισχυρίσθηκε ότι οι αστυνομικοί της άσκησαν έντονη ψυχολογική πίεση και ότι η εξέταση της κράτησε περισσότερο από 15 ώρες .

Η αστυνομική έρευνα ωστόσο συνεχίζεται καθώς δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να εμπλέκεται και τρίτο πρόσωπο ως συνεργός.