Το πολιτικό τηλεοπτικό θέαμα την ημέρα των εκλογών έφθασε στο απόγειό του. Τα κανάλια μετέτρεψαν τα προγράμματά τους σε τηλεοπτικούς μαραθωνίους για την παρουσίαση και την ανάλυση των εκλογικών αποτελεσμάτων και την ανακοίνωση των exit polls με τους νικητές και ηττημένους των εκλογών στις 19.00 ακριβώς. Ετσι, το κάθε τηλεοπτικό κανάλι που σέβεται τον εαυτό του προέβη σε μια άρτια και χλιδάτη παραγωγή. Πρόκειται για μια συνήθεια που έχει εισέλθει στα τηλεοπτικά δρώμενα της χώρας από τις εκλογές των αρχών της δεκαετίας του 1990, ιδίως από το 1993 και μετά. Ετσι, εκτός από την περίπτωση των εκλογών του 2000, οι εκλογικές αναμετρήσεις έχουν χάσει τη μαγεία τους, με αποτέλεσμα να μην περιμένουμε ούτε το 25% των επίσημων αποτελεσμάτων.

Στην πράξη πρόκειται για την πλήρη υπαγωγή των εκλογικών αποτελεσμάτων και της εκλογικής διαδικασίας στις ανάγκες, στη λογική, της τηλεόρασης. Για μια ακόμη φορά η τηλεόραση αποδεικνύει ότι συνεχίζει να κατέχει ηγεμονική θέση στο σύγχρονο επικοινωνιακό ψηφιακό περιβάλλον. Η πλήρης επιβολή της τηλεοπτικής λογικής δεν εμφανίζεται μόνο στην αναζήτηση των νικητών, των δεύτερων, τρίτων και λοιπών –που συχνά προβάλλεται με τη λογική μιας ιπποδρομίας –αλλά και σε όλο αυτό το «επικοινωνιακό τσίρκο» που συχνά καλείται να καταθέσει τις απόψεις του και να σχολιάσει τα εκλογικά αποτελέσματα.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ακόμη μία φορά τέθηκε το ζήτημα της ορθότητας της πρόβλεψης ή όχι των δημοσκόπων με τις γνωστές ατάκες, «όχι για εσάς, αλλά για κάποιους άλλους», και παράλληλα όλοι σχεδόν να σχολιάζουν επί των αποτελεσμάτων κυρίως των exit polls. Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον είχε το γεγονός ότι τα κανάλια κόμπαζαν ότι είχαν τις σωστές προβλέψεις, όταν τα περισσότερα μοιράζονταν κοινό exit poll, αλλά και την επομένη των εκλογών πρόβαλαν το πόσο σωστές ήταν οι προβλέψεις των δικών τους δημοσκοπήσεων.

Επανάληψη. Ετσι, ακόμη μία φορά στις πρόσφατες εκλογές είδαμε αυτό που είχαμε παρακολουθήσει και στις προηγούμενες: τον γνωστό τηλεοπτικό μετεκλογικό συναγελασμό ανάμεσα σε πολιτικούς, δημοσιογράφους (κυρίως τηλεοπτικούς), δημοσιολογούντες και ηθοποιούς (λιγότερους σε σχέση με προηγούμενες εκλογές). Ακόμη μία φορά είδαμε τους σχεδόν μόνιμους κατοίκους της «τηλεοπτικής γειτονιάς» μας να ανταλλάσσουν απόψεις, σχόλια, ίσως και πειράγματα. Ακόμη μία φορά οι πολιτικοί και αρκετοί δημοσιογράφοι περιφέρονταν από κανάλι σε κανάλι, συχνά ζητώντας να πάρουν τον λόγο επειδή «επείγονταν» να πάνε στο άλλο κανάλι για να πουν ακριβώς τα ίδια πράγματα. Πολλές φορές (στην ουσία στις περισσότερες) οι καλεσμένοι, αλλά και οι συντονιστές, μιλούσαν παράλληλα δημιουργώντας ένα συνεχές βουητό που στην πράξη ακύρωνε την επικοινωνιακή διαδικασία και την τηλεοπτική κάλυψη. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι σπάνια στην ιστορία της διεθνούς τηλεόρασης καταγράφεται το παράδοξο, που συναντάται τόσο συχνά στην ελληνική τηλεόραση, οι παρουσιαστές – οικοδεσπότες να μιλούν περισσότερο από τους προσκεκλημένους τους. Και αν αυτό συμβαίνει επειδή δεν γνωρίζουν στην πράξη το μέσο και τη γραμματική τής τηλεόρασης, ενδεχομένως συχνά λόγω του ναρκισσισμού τους γίνονται φλύαροι και ενδεχομένως αγενείς.

Από την άλλη πλευρά, ο συναγελασμός πολιτικών, δημοσιογράφων και δημοσιοτήτων επιβεβαιώνει την υπόρρητη συνθήκη, ένα σιωπηρό συμβόλαιο της εποχής της εικόνας, βάσει του οποίου προτιμάται όποιος έχει όχι μόνο συχνή παρουσία, αλλά και ψυχαγωγεί τους τηλεθεατές. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι οι προτιμήσεις των ψηφοφόρων στη σταυροδοσία όλων των κομμάτων στρέφονται σε άτομα που είναι τηλεοπτικά γνωστά, ανεξαρτήτως αν είναι ικανά ή όχι. Και σε αυτές τις εκλογές, η σχεδόν πλήρης έλλειψη κοινωνικών και πολιτικών επιστημόνων, εκτός των δημοσκόπων, σε ένα εκλογικό αποτέλεσμα που είχε πολλές κωδικοποιήσεις και διαστάσεις καταδεικνύει ακόμη μία φορά ότι η τηλεόραση δεν θέλει διαλογισμό αλλά παρουσίαση, δεν θέλει τον επιστήμονα αλλά τον ηθοποιό, δεν καλλιεργεί τον Λόγο αλλά την εντύπωση.