Αναχωρητής μοναχός, οπαδός μιας λαϊκής θυμοσοφίας, ανακηρύχθηκε σε άγιο της ελληνικής Oρθοδοξίας από το Πατριαρχείο. Η απόφαση δεν πέρασε ασχολίαστη. Και μια εύλογη κριτική δεν απαντήθηκε: πώς είναι δυνατόν να προτείνεται ως πρότυπο, στον 21ο αιώνα, ένας μοναχός που θεωρούσε ότι η λογική κάνει κακό;

Στις 13 Ιανουαρίου 2015 η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ανακήρυξε έναν νέο άγιο: τον Παΐσιο, αγιορείτη καλόγερο, με καταγωγή από την Καππαδοκία. Τα προηγούμενα χρόνια ο νέος ορθόδοξος άγιος είχε περιβληθεί την αχλύ του μύθου, έγινε κάτι σαν Κοσμάς ο Αιτωλός της σύγχρονης εποχής. Ιδίως μετά τον θάνατό του έβγαλε τη φήμη του θαυματουργού, ενώ πολλαπλασιάστηκαν οι εκδόσεις στις οποίες καταγράφονταν οι θυμοσοφίες του. Με την άνθηση, μάλιστα, μιας καλτ περιθωριακής εφημεριδογραφίας που επένδυε στον ανορθολογισμό ή και στον αντισημιτισμό, οι «προφητείες» του Παΐσιου (ή που αποδίδονταν στον Παΐσιο) εξασφάλισαν αρκετά χυμώδη πρωτοσέλιδα. Σε γενικές γραμμές, δηλαδή, ο νέος άγιος είχε γίνει προσοδοφόρο εμπόρευμα όσων εμπορεύονται την τυφλή θρησκευτική πίστη, τον φόβο του Θεού και μπερδεύουν την πνευματικότητα με ρητά και αφορισμούς.

Αλλά γιατί απέκτησε τόση φήμη ο Παΐσιος; Πώς πείστηκε το Πατριαρχείο να του δώσει το εισιτήριο της αγιοσύνης; Και τι θα μπορούσε να σημαίνει για την ελληνική Ορθοδοξία αλλά και ευρύτερα για την ελληνική κοινωνία η προσθήκη στον Ιερό Συναξαριστή του συγκεκριμένου προσώπου;

Η ΕΝΔΟΞΗ ΑΦΕΛΕΙΑ. Πριν γίνει γέρων Παΐσιος, ο νέος άγιος υπήρξε παιδί, έφηβος, άνδρας. Γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1924 σε ένα χωριό της μακρινής Καππαδοκίας, λίγο πριν οι ελληνικής καταγωγής κάτοικοι της περιοχής πάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς στην Ελλάδα, μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης στην οποία προβλεπόταν υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών. Λεγόταν Αρσένιος Εζνεπίδης και τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στην Κόνιτσα. Εκεί τελείωσε το Δημοτικό. Υστερα, όπως γινόταν με όλα τα φτωχά παιδιά, μπήκε στη δουλειά. Εμαθε την τέχνη του ξυλουργού και έφερνε ψωμί στο σπίτι μέχρι που τον κάλεσαν στον Στρατό. Κατετάγη μέσα στον Εμφύλιο, όπου γρήγορα μετατέθηκε στην πρώτη γραμμή. Υπηρέτησε στις Διαβιβάσεις, στις επιχειρήσεις εναντίον του Δημοκρατικού Στρατού. Αργότερα, όταν είχε γίνει μοναχός, επικαλούνταν τη στρατιωτική ειδικότητά του για να φτιάξει μια εύληπτη μεταφορά, σύμφωνα με την οποία οι καλόγεροι είναι «ασυρματιστές του Θεού», μεταφέρουν δηλαδή στους πιστούς τις εντολές και τις διδαχές του Υψίστου.

Μοναχός έγινε αμέσως μετά την απόλυσή του από τον Στρατό –λίγο πριν ή λίγο μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού. Κατευθείαν στο Αγιον Ορος. Περιπλανήθηκε από σκήτη σε σκήτη, αλλά κανονικός καλόγερος έγινε στη Μονή Εσφιγμένου με το όνομα Αβέρκιος. Το όνομα Παΐσιος το έλαβε πολλά χρόνια αργότερα, το 1956, στη Μονή Φιλοθέου. Δύο χρόνια μετά έφυγε από το Αγιον Ορος, έζησε για λίγο στην Κόνιτσα, πήγε στο όρος Σινά και, γενικώς, περιπλανήθηκε σε διάφορα μοναστήρια, έως το 1964, οπότε και επέστρεψε για να εγκατασταθεί στη σκήτη Τιμίου Προδρόμου της Μονής Ιβήρων. Η συνέχεια της ζωής του ήταν συνυφασμένη με τον μοναχισμό και το Αγιον Ορος.

Αν θελήσει κανείς να ρίξει έστω και μια ματιά στον Ιερό Συναξαριστή, το μεγάλο βιβλίο με τις συνόψεις του βίου όλων των αγίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, θα διαπιστώσει ότι, σύμφωνα με τα θρυλούμενα, οι περισσότεροι (και οι περισσότερες) μαρτύρησαν για την πίστη τους. Η πλειονότητα βρέθηκε απέναντί στον ρωμαϊκό διωγμό, συχνά αντιμετώπισε κατηγορίες που σήμερα θα τις ονομάζαμε αντικαθεστωτικής δράσης και η θανατική καταδίκη, στην οποία οι υποψήφιοι άγιοι πήγαιναν με χαρά, προσβλέποντας μέσω του μαρτυρίου στην αιώνια ζωή στον παράδεισο, εκτελούνταν με μαρτυρικό τρόπο: εγκλεισμό σε φρικτές φυλακές, ξυλοδαρμούς, ακρωτηριασμούς.

Οι νεότεροι άγιοι, προφανώς, δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μαρτύρια και θανατικές καταδίκες, οι πύλες του χριστιανικού παραδείσου δεν ανοίγουν εύκολα στις ημέρες μας (αντίθετα, είναι ορθάνοιχτος ο παράδεισος μαρτύρων του φανατικού Ισλάμ). Αλλά ο Παΐσιος αντιμετώπισε ως δοκιμασία τον κλονισμό της υγείας του.

Ολα ξεκίνησαν το 1966, όταν ο Παΐσιος προσβλήθηκε από ασθένεια των πνευμόνων, με αποτέλεσμα να χειρουργηθεί στο Νοσοκομείο Παπανικολάου της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με μία εκδοχή, η αντιμετώπιση της ασθένειας με αντιβιοτικά του δημιούργησε δυσπεπτικά προβλήματα. Πιθανόν αυτός ήταν και ο λόγος που άρχισε να αποστρέφεται τους γιατρούς και δεν έκανε τίποτα ούτε όταν, αργότερα, προσβλήθηκε από βουβωνοκήλη. Το 1993 διαγνώσθηκε και καρκίνος, τον οποίο ο ίδιος θεωρούσε αναγκαία δοκιμασία που του είχε δώσει ο Θεός. «Ολα θα διορθωθούν στο χώμα» συνέχιζε να λέει. Πέθανε τον Ιούλιο του 1994 –και ο θάνατός του ήταν η αφετηρία αναβίωσης του θρύλου του.

Τις τελευταίες δεκαετίες στην ελληνική κοινωνία κέρδισε έδαφος μια τάση που θα μπορούσαμε να την αποκαλέσουμε ένδοξη αφέλεια. Είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας της βασικής και της μέσης εκπαίδευσης να εξοπλίσει όλους τους πολίτες της χώρας με τις βασικές γνώσεις και μια λογική συγκρότηση και της ευρείας διάδοσης του Ιντερνετ, που ευνοεί την πρόσβαση σε κάθε λογής παραδοξολογία. Σε αυτά τα περιβάλλοντα, ιδίως στις λαϊκές τάξεις, κυριαρχούν οι θεωρίες συνωμοσίας, ο φόβος του διαφορετικού, η αποστροφή της προόδου –ενώ τη συνοχή μας κοινωνίας σε σύγχυση την εξασφαλίζουν η θρησκοληψία και η αναζήτηση προσώπων που εκπροσωπούν με τη ζωή και το παράδειγμά τους την «πνευματικότητα του φτωχού».

ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ. Κάπως έτσι κερδίζει έδαφος η αποστροφή στη λογική, στην πρόοδο, στη δύναμη του ανθρώπινου πολιτισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι στα ελληνικά σχολεία δεν διδάσκεται ο Δαρβίνος, τα Θρησκευτικά είναι σε μεγάλο βαθμό η ορθόδοξη δογματική και ακόμα και μια κυβέρνηση της Αριστεράς δεν φαίνεται να έχει στις πολιτικές προτεραιότητές της τον διαχωρισμό Εκκλησίας και Κράτους.

Οι διδαχές του Παΐσιου ήταν εναρμονισμένες με αυτό το πλαίσιο. Καμία σχέση δεν έχουν με τις αναζητήσεις κορυφαίων θεολόγων του καιρού μας –του μακαρίτη Σάββα Αγουρίδη, του επισκόπου Αλβανίας Αναστασίου, του Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα και ορισμένων νεότερων, όπως π.χ. ο Αλέξανδρος Καρυώτογλου.

Ο βασικός ισχυρισμός του Παΐσιου, στον αντίποδα, στηρίζεται στην αυθαιρεσία ότι «στην εποχή μας, που έχουν αυξηθεί οι γνώσεις, δυστυχώς η λογική κλόνισε την πίστη των ανθρώπων από τα θεμέλια και γέμισε τις ψυχές από ερωτηματικά και αμφιβολίες». Ενα διάσημο χαρακτικό του ισπανού ζωγράφου Φρανσίσκο Γκόγια έχει τίτλο «Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα». Απεικονίζει έναν άνδρα γερμένο σε ένα τραπέζι (ο ίδιος ο καλλιτέχνης;), ενώ γύρω του ξεχύνονται απειλητικά νυχτερίδες και κουκουβάγιες –σύμβολα της ευήθειας και της αμάθειας. Είναι όμως δυνατόν σήμερα, έστω στο όνομα της λαϊκής πρόσληψης του Θείου, να επιβραβεύεται ό,τι αντιστρατεύεται τη γνώση;