Πυρά κατά της κυβέρνησης εξαπέλυσαν χθες οι πρόεδροι των δικαστικών ενώσεων θέτοντας επί τάπητος μια σειρά σοβαρών θεσμικών και οργανωτικών ζητημάτων, η τήρηση των οποίων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη όχι μόνο με τη λειτουργία της Δικαιοσύνης αλλά πρωτίστως με τον δικό τους ρόλο που είναι συνταγματικά κατοχυρωμένος.

Η αυτονόητη αναγκαιότητα να εφαρμόσει η εκτελεστική εξουσία την απόφαση του Μισθοδικείου που ενώ τους έχει δικαιώσει ως προς την καταβολή των αναδρομικών τους εδώ και δέκα μήνες παραμένει μόνο στα χαρτιά, ήταν το κυρίαρχο μήνυμα στις δημόσιες τοποθετήσεις των εκπροσώπων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών.

Για τον λόγο αυτόν, η πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου – Χριστοφίλου εξήγησε ότι «αποφασίσαμε όλες μαζί οι δικαστικές ενώσεις την πανδικαστική συγκέντρωση, διότι θεωρήσαμε ότι πρέπει να καταγγείλουμε, άλλη μία φορά, τόσο τη συνεχιζόμενη προσπάθεια απαξίωσης και υποβάθμισης του θεσμού της Δικαιοσύνης και του θεσμικού ρόλου των δικαστικών λειτουργών όσο και τη συνεχιζόμενη αδιαφορία των κυβερνώντων για τα λειτουργικά και οργανωτικά προβλήματα της Δικαιοσύνης που προκαλούν καθυστέρηση στην απονομή της».

Σκληρή γλώσσα. Χρησιμοποιώντας σκληρή γλώσσα, οι δικαστικοί λειτουργοί μίλησαν για «συνταγματική ασέβεια» και κατήγγειλαν την κυβέρνηση ότι «κινείται εκτός των πλαισίων του κράτους δικαίου» με πρόσχημα τις δημοσιονομικές συνέπειες.

«Εμείς οι δικαστές δεν είμαστε αντίπαλοι των άλλων κοινωνικών ομάδων, ούτε προνομιούχοι έναντι αυτών, όπως επιμένει να θέλει να μας εμφανίζει για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Είμαστε μαζί με τους έλληνες πολίτες» πρόσθεσε η κυρία Θάνου, υπογραμμίζοντας ότι και στους δικαστές επιβλήθηκαν τα ίδια μνημονιακά μέτρα με μειώσεις μισθών που άγγιξαν το 60% και δίνοντας ουσιαστικά τη δική της απάντηση σε όσους χρεώνουν στους δικαστές ότι διεκδικούν αναδρομικές οικονομικές απολαβές σε καιρό κρίσης.

Τα αγκάθια. Οι συνεχείς τροποποιήσεις των νόμων, η πολυνομία και οι αιφνιδιαστικές, αποσπασματικές και συχνά φωτογραφικές τροπολογίες σε άσχετα με το θέμα τους νομοσχέδια είναι σύμφωνα με την ανώτατη δικαστική λειτουργό ένα ακόμα μεγάλο αγκάθι που προκαλεί δυσλειτουργία στη Δικαιοσύνη.

Εκανε μάλιστα ιδιαίτερη αναφορά στη χρόνια «ασθένεια» των δικαστηρίων που είναι οι ελλείψεις σε προσωπικό –δικαστές και δικαστικούς υπαλλήλους –καθώς και σε υποδομές, με αποτέλεσμα να επιτείνεται η καθυστέρηση απονομής της Δικαιοσύνης.

Στο σημείο αυτό επικαλέστηκε συγκεκριμένους αριθμούς λέγοντας ότι οι δικάσιμοι για τις υποθέσεις υπερχρεωμένων νοικοκυριών δίνονται για έπειτα από 5 έως 8 χρόνια ενώ την ίδια ώρα υπάρχουν 50 κενά ειρηνοδικών που είναι αναγκαίοι για την ταχύτερη εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων. Υπερβολικά όμως παραμένουν εδώ και δυόμισι χρόνια και τα κενά σε δικαστικούς υπαλλήλους: σε σύνολο 5.000 θέσεων υπάρχουν 2.800 κενές θέσεις. Από την πλευρά της η πρόεδρος της Ενωσης Διοικητικών Δικαστών, πρόεδρος Εφετών Ειρήνη Γιανναδάκη αναρωτήθηκε πώς είναι δυνατόν να έρθει κάποιος να κάνει επενδύσεις σε μια χώρα όπου το κράτος δεν εφαρμόζει τις δικαστικές αποφάσεις, αποδίδοντας ευθύνη στην κυβέρνηση για το ότι έχουν «μπλοκάρει» τα δικαστήρια. Μάλιστα τόνισε η κυρία Γιανναδάκη ότι στα Διοικητικά Δικαστήρια εκκρεμούν σήμερα 368.000 υποθέσεις, εκ των οποίων οι 85.520 είναι φορολογικές.

Για παραπληροφόρηση σε σχέση με τις πραγματικές αποδοχές των δικαστικών λειτουργών έκανε λόγο η πρόεδρος της Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αντιπρόεδρος του Ανώτατου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου Ανδρονίκη Θεοτοκάτου επισημαίνοντας ότι η απόφαση του Μισθοδικείου προβλέπει και φοροαπαλλαγή των συναδέλφων της, πράγμα που από την πλευρά της κυβέρνησης αντιμετωπίζεται σαν να μην υπάρχει.

Ανάλογες θέσεις ανέπτυξαν οι πρόεδροι της Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, αντεισαγγελέας Εφετών Κωνσταντίνος Τζαβέλλας, και της Ενωσης Μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Κωνσταντίνος Βαρδακαστάνης.

Η πρόταση του ΔΣΑ

Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Βασίλης Αλεξανδρής πρότεινε να νομοθετηθεί κοινό όργανο δικαστών και δικηγόρων, το οποίο θα προωθεί τα προβλήματα στον χώρο της Δικαιοσύνης