Ταλαιπωρία επιφυλάσσουν σε βαρέως πάσχοντες –όπως καρκινοπαθείς, ανοσοκατασταλμένοι και ασθενείς με σοβαρά μεταβολικά νοσήματα –οι ασφυκτικοί προϋπολογισμοί καθώς στεγνώνουν τα νοσοκομεία του ΕΣΥ από ακριβά φάρμακα. Οι νοσοκομειακοί φαρμακοποιοί αναγκάζονται συχνά να δείχνουν στους ασθενείς την έξοδο του φαρμακείου, παραπέμποντας για να προμηθευτούν την αγωγή τους στα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, δηλώνοντας αδυναμία να τους εξυπηρετήσουν.

Ετσι, ακόμη και για μια προγραμματισμένη χημειοθεραπεία οι ασθενείς εξαναγκάζονται σε έξτρα δρομολόγια –προς τα φαρμακεία του Οργανισμού και εν συνεχεία πίσω στο νοσοκομείο όπου βρίσκεται ο γιατρός τους –για να υποβληθούν στην απαραίτητη για τη ζωή τους θεραπεία. Και μεταφέρουν πανάκριβα φάρμακα σε νάιλον σακούλες ή σε ψυγειάκια των διακοπών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλειά τους.

Ομηροι της ένδειξης «Στερούμεθα», που αναφέρεται στο σχετικό παραπεμπτικό, βρίσκονται και εξωτερικοί ασθενείς (π.χ. πάσχοντες από σκλήρυνση κατά πλάκας και νεφροπαθείς), οι οποίοι θεωρητικά έχουν την επιλογή να εξυπηρετούνται από τα φαρμακεία του ΕΣΥ και να υποβάλλονται σε κατ’ οίκον θεραπεία, όμως στην πράξη γίνονται μπαλάκι των ελλείψεων.

Πρέπει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι κάποια από αυτά τα σκευάσματα είναι ιδιαίτερα ακριβά –παραδείγματος χάριν, η κάθε θεραπεία ασθενούς που πάσχει από μεταβολικό νόσημα δύναται να αγγίζει και τα 15.000 ευρώ.

Το αποτέλεσμα είναι τα κεντρικά νοσοκομεία –τόσο της Αττικής όσο και της περιφέρειας –να στενάζουν υπό το βάρος της προμήθειας των σκευασμάτων υψηλού κόστους, αφού απορροφούν έως και το 60% του κονδυλίου για τη συνολική φαρμακευτική κάλυψη των ασθενών (δηλαδή, τόσο των νοσηλευομένων όσο και των εξωτερικών ασθενών).

Μεγάλες μειώσεις. Η οικονομική κατάσταση των νοσοκομείων γίνεται ακόμη πιο δραματική εάν συνυπολογίσει κανείς και τα υψηλά κόστη για την αγορά αντιρετροϊικών φαρμάκων (κατά του ιού HIV) και αυξητικών ορμονών. Είναι ενδεικτικό ότι κεντρικό νοσοκομείο της Αθήνας δαπανά κάθε μήνα 180.000 για τις δυο αυτές κατηγορίες φαρμάκων που χορηγούνται αποκλειστικά από νοσοκομεία.

Ομως την ίδια ώρα οι προϋπολογισμοί για φάρμακα συρρικνώνονται όπως καταγγέλλουν γιατροί και φαρμακοποιοί. Είναι ενδεικτικό ότι πέρσι το Σισμανόγλειο έλαβε 8,5 εκατ. ευρώ για τις συνολικές ανάγκες του σε φάρμακα. Εναν χρόνο αργότερα το αντίστοιχο κονδύλι μειώθηκε στα 7,5 εκατ., παρόλο που πλέον από τον ίδιο προϋπολογισμό πρέπει να καλυφθούν για πρώτη φορά και οι θεραπευτικές ανάγκες των ασθενών του Αμαλία Φλέμινγκ. Από αυτά, τα 1,2 εκατ. αφορούν αποκλειστικά στην κάλυψη των ασθενών με AIDS (αντιρετροϊικά) ενώ το 40% του προϋπολογισμού αφορά σε φάρμακα υψηλού κόστους. Οι φαρμακοποιοί του νοσοκομείου εκπέμπουν σήμα κινδύνου επισημαίνοντας ότι εάν το νοσοκομείο δεν λάβει έκτακτη επιχορήγηση τα ράφια του φαρμακείου θα αδειάσουν επικίνδυνα από τον Οκτώβριο.

Τρικ. Μοιραία, όπως λένε άνθρωποι του χώρου, η παραπομπή των ασθενών προς τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ αποτελεί πλέον μία ευρέως εφαρμοζόμενη πρακτική την ώρα που οι διοικητές των νοσοκομείων αναζητούν –υπό την πίεση να παραμείνουν εντός προϋπολογισμού –διάφορα τρικ ώστε να παρουσιάσουν μειωμένη φαρμακευτική δαπάνη.

«Επί της ουσίας, όμως, αφενός δημιουργεί ψευδή εικόνα –αφού απλά η νοσοκομειακή δαπάνη μετακυλίεται στον ΕΟΠΥΥ -, αφετέρου ταλαιπωρεί επιπλέον τους ήδη επιβαρημένους λόγω της νόσου ασθενείς» υπογραμμίζει σε ανακοίνωσή της η Πανελλήνια Ενωση Φαρμακοποιών Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων (ΠΕΦΝΙ).

Οπως τονίζει η πρόεδρος της ΠΕΦΝΙ Δέσποινα Μακριδάκη στα «ΝΕΑ», «ο ΕΟΠΥΥ δεν εξοφλεί τις οφειλές του για τα φάρμακα εκτός κλειστού νοσηλίου ούτε και για τους εξωτερικούς ασθενείς που εξυπηρετούνται από τα νοσοκομεία, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μεγάλο πρόβλημα στην εξυπηρέτησή τους». Και συμπληρώνει ότι είναι αναγκαίο να αλλάξει άρδην ο τρόπος χρηματοδότησης των νοσοκομείων ώστε να είναι σε θέση το ΕΣΥ να υποστηρίξει τον ασθενοκεντρικό του χαρακτήρα: «Θα πρέπει να ισχύσει ξεχωριστό κονδύλι για τα σκευάσματα υψηλού κόστους που χορηγούνται στους εξωτερικούς ασθενείς, όπως επίσης και για τα αντιρετροϊικά και τις αυξητικές ορμόνες».