Η πολιτική σκηνή της Μεταπολίτευσης θα τροφοδοτήσει την Ιστορία με εντυπωσιακές περιπτώσεις δημόσιων ανδρών των οποίων το πολιτικό τέλος υπήρξε κάτι σαν προϋπόθεση για τη θριαμβευτική επιστροφή σε κορυφαίους ρόλους.

Κάρολος Παπούλιας

Η διαδρομή του σημερινού Προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια αποδεικνύει ότι στην πολιτική ποτέ δεν ξέρεις πού τελειώνει ο δρόμος σου. Εμβληματική φυσιογνωμία του ΠαΣοΚ επί Ανδρέα Παπανδρέου, βρέθηκε στο περιθώριο όταν οι εκσυγχρονιστές του Σημίτη άρχισαν να σαρώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους. Εχασε την έδρα του στη Βουλή και αποσύρθηκε στους Λιγκιάδες Ιωαννίνων και στο λιτό διαμέρισμα της οδού Ασκληπιού στην Αθήνα, για να περάσει την υπόλοιπη ζωή του με την ηρεμία που του είχε στερήσει η πολιτική. Εκεί τον βρήκε ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης ως απεσταλμένος του Κ. Καραμανλή και του παρέδωσε την πρόσκληση για το μεγάλο πάρτι της πολιτικής ζωής του. Ο «συνταξιούχος» το 1996 πρώην υπουργός Εξωτερικών έγινε το 2005 ο 6ος Πρόεδρος της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, επανεξελέγη με αριθμό ψήφων που κανείς άλλος δεν είχε πάρει ποτέ και τιμά το αξίωμά του όσο και οι σημαντικότεροι από τους προκατόχους του.

Κωστής Στεφανόπουλος

Ο πρώτος «διδάξας» τού τι σημαίνει να ανασταίνεσαι από τον πολιτικό σου θάνατο είναι ο Κωστής Στεφανόπουλος. Υπήρξε μία από τις ελπίδες της μεταδικτατορικής Δεξιάς. Αχαιός, δεινός ρήτορας και αρκούντως συντηρητικός, θα μπορούσε να πάρει τη σκυτάλη από τον ίδιο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Το επιχείρησε μετά την αποχώρηση του Γεωργίου Ράλλη σε αναμέτρηση με τον Ευάγγελο Αβέρωφ το 1981 και έχασε στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ – που έβγαζε τότε τους αρχηγούς – με 67-32. Εχασε και όταν δοκίμασε τρία χρόνια αργότερα με αντίπαλο έναν «μουσαφίρη»: ο Κ. Μητσοτάκης είχε προσχωρήσει στη ΝΔ μόλις πριν από έξι χρόνια, αλλά επικράτησε με σκορ 70-40, κυρίως γιατί υπήρξε ικανότατος στους παρασκηνιακούς χειρισμούς.

Ο Στεφανόπουλος άντεξε μόλις έναν χρόνο στη ΝΔ του Μητσοτάκη, αλλά από τους 30-35 βουλευτές που επρόκειτο να τον ακολουθήσουν όταν ίδρυσε τη ΔΗΑΝΑ μόλις 10 το αποτόλμησαν. Το νέο κόμμα ήταν εκτός κλίματος – έτσι τουλάχιστον όπως το διαμόρφωνε πλέον η ανελέητη σύγκρουση του Μητσοτάκη με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Και στις εκλογές του 1989 πήρε μόλις 1% και βγήκε βουλευτής μόνο ο ίδιος. Το 1990 πήρε κάτι λιγότερο, και ο μοναδικός βουλευτής είναι άλλος.

Ηταν θέμα ωρών για τον Κ. Μητσοτάκη να προσεγγίσει τον Θεόδωρο Κατσίκη που εξελέγη στο υπόλοιπο Αττικής και να τον πείσει ότι ο ρόλος του δεν είναι να παραιτηθεί υπέρ του αρχηγού του, αλλά να γίνει ο 151ος βουλευτής που θα του έδινε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που του στερούσε ο περίφημος «νόμος Κουτσόγιωργα», παρά το 47% που πήρε.

Ο Στεφανόπουλος πολιτεύτηκε για τελευταία φορά στις ευρωεκλογές του 1994 και απογοητευμένος από τη νέα αποτυχία κατέβασε τα ρολά του κόμματός του, επέστρεψε ό,τι δεν είχε ξοδέψει από την κρατική επιχορήγηση και αποσύρθηκε. Ετσι ο δημόσιος βίος έχασε έναν πολιτικό του οποίου οι απόψεις αμφισβητήθηκαν συχνά, αλλά ποτέ το ήθος. Αλλά αυτό αποδείχθηκε προσωρινό. Τρία χρόνια αργότερα ο θεός της πολιτικής τον συνάντησε στην παραλία του Ρίου όπου έκανε την πρωινή του βόλτα με ποδήλατο.

Το 1994 ο Ανδρέας Παπανδρέου έχει εξουδετερώσει τον Μητσοτάκη και είναι πάλι πρωθυπουργός ενώ ο Αντώνης Σαμαράς, που είχε ανατρέψει τον Μητσοτάκη λίγο νωρίτερα, βρίσκεται στη Βουλή με δικό του κόμμα και 10 έδρες. Ακριβώς όσες έλειπαν από το ΠαΣοΚ για να εκλεγεί το 1995 Πρόεδρος της Δημοκρατίας και να πάει πρόωρα σε αναμέτρηση με τη ΝΔ που έχει επιστρέψει στα χέρια ενός αυθεντικού τέκνου της Δεξιάς: του ορμητικού Μιλτιάδη Εβερτ, που περιμένει στη γωνία τον καταπονημένο Παπανδρέου.

Ως από μηχανής θεός, ο Σαμαράς συμφωνεί να δημιουργήσει προεδρική πλειοψηφία με τον Παπανδρέου, αρκεί ο πρόεδρος να προέρχεται από τη συντηρητική παράταξη. Η λύση βρίσκεται στο πρόσωπο του παροπλισμένου Στεφανόπουλου που έκανε δύο λαμπρές θητείες στο Προεδρικό Μέγαρο. Εκεί έγραψε Ιστορία, υποχρεώνοντας τον Μπιλ Κλίντον να απολογηθεί για την υποστήριξη της χώρας του προς τους έλληνες κολονέλους το 1967.

Αντώνης Σαμαράς

Αλλά ο Σαμαράς δεν θα βρίσκεται στην πολιτική για να συνεργαστεί με τον Στεφανόπουλο στη δεκαετή θητεία του. Η Πολιτική Ανοιξη το 1996 δεν μπαίνει στη Βουλή και ο ίδιος δείχνει να τα έχει χάσει όλα, αφού το 2000 δεν εμφανίζεται καν στις εκλογές. Αλλά και η συνέχεια με τίποτα δεν δείχνει ότι από το ναδίρ θα βρεθεί στο ρετιρέ της εξουσίας.

Ενώ το ΠαΣοΚ με τον Κώστα Σημίτη κυριαρχεί στα πολιτικά πράγματα, ο Κώστας Καραμανλής παίρνει τη ΝΔ από τον Μητσοτάκη για να την ανορθώσει. Αλλά με τον Μητσοτάκη και την κόρη του στις γραμμές της – άρα χωρίς τον Σαμαρά. Η οποιαδήποτε σχέση του μεσσήνιου πολιτικού με τη ΝΔ είναι αιτία πολέμου ανάμεσα στον Καραμανλή και στην οικογένεια Μητσοτάκη, που πατάει ακόμη στα πόδια της. Πράγματι, ο Καραμανλής δεν διακινδυνεύει μια σύγκρουση αλλά είναι αποφασισμένος να μην αφήσει στην πολιτική έρημο τον παλιό φίλο του από την ΟΝΝΕΔ. Ετσι το 2004, πανίσχυρος πρωθυπουργός πλέον, τον… εξόρισε στο Ευρωκοινοβούλιο – όπου απλώς παρέμεινε σε αγρανάπαυση. Το 2007 – όταν το μητσοτακαίικο, στην προοπτική να πάρει το μαγαζί η Ντόρα, κατευνάζεται – τον βάζει στο ψηφοδέλτιο της Μεσσηνίας και στη συνέχεια του δίνει το δευτεροκλασάτο υπουργείο Πολιτισμού.

Από εκείνη τη στιγμή αρχίζει η ανάσταση του Λαζάρου. Το 2009 Σαμαράς εκμεταλλεύθηκε την υπεροψία της Ντόρας – η οποία δεν κατάλαβε γιατί πρότεινε ο Δημήτρης Αβραμόπουλους να εκλεγεί ο νέος αρχηγός της ΝΔ από τη βάση και το αποδέχθηκε, ενώ είχε το κόμμα στο τσεπάκι με το παλιό σύστημα των εκλεκτόρων. Ηταν το γήπεδο στο οποίο ο Σαμαράς ήξερε να παίζει μπάλα και το έκανε με επιτυχία. Καλλιεργώντας τον αντιμητσοτακισμό στην κομματική βάση, μπήκε ο ίδιος στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ για την ανατροπή του 1993 και πήρε το κόμμα.

Αλλά η τύχη απλώς του είχε μισοχαμογελάσει. Στις πρώτες εκλογές που ηγήθηκε της ΝΔ – ως πρώην αντιμνημονιακός – συνετρίβη με 18% και παρότι ήταν πρώτος – σε σχέση με το χάλι του ΠαΣοΚ που καταβαραθρώθηκε με τον Βενιζέλο στο 13% – άρχισε να μετράει ημέρες. Εκείνη τη στιγμή τον έσωσαν η άρνηση του Τσίπρα και κυρίως του Κουβέλη να συμπράξουν στον σχηματισμό κυβέρνησης, με πρωθυπουργό κάποιον που ευλόγως θα μπορούσε να μην είναι ο Σαμαράς. Οι επαναληπτικές εκλογές του Ιουλίου ανέβασαν τις επιδόσεις της ΝΔ κοντά στο 30% και του έδωσαν την πρωθυπουργία. Αλλά για να φθάσει ώς εκεί είχε χρειαστεί βοήθεια από έναν άλλον παράγοντα της ΝΔ που έκανε μια βόλτα στο κρύο και επέστρεψε με όρεξη για τα ψηλά σκαλιά της εξουσίας.

Δηµήτρης Αβραµόπουλος

Ο Δημήτρης Αβραμόπουλος άρχισε να τρέχει στον κεντρικό ιμάντα της πολιτικής όταν τον έσπρωξε εκεί η υπεροψία του Θόδωρου Πάγκαλου απέναντί του, στην αναμέτρησή τους για τον Δήμο Αθηναίων το 1994 – αν και πολλοί πιστεύουν ότι λόγω ιδιοσυγκρασίας θα έβρισκε τρόπο να το πετύχει και χωρίς αυτό. Πάντως όταν κατατροπώνεις τον Πάγκαλο εκείνης της εποχής, που ήταν ο πιο υπολογίσιμος δελφίνος του Ανδρέα Παπανδρέου, οι δρόμοι στην πολιτική σού ανοίγονται διάπλατα.

Ο αυτοδημιούργητος Αβραμόπουλος με τη χαρισματική δημόσια παρουσία διέγραψε θριαμβευτική δεκαετή τροχιά στον Δήμο Αθηναίων και πήρε θέση στον βατήρα για την κορυφή της πολιτικής σκηνής με τους δικούς του όρους. Το 1999 βασάνισε τον Καραμανλή δημοσίως – σε ένα θρυλικό γεύμα στον Διόνυσο με θέα την Ακρόπολη – αλλά δεν του προσέφερε τη στήριξή του και το 2001 ίδρυσε το Κίνημα Ελεύθερων Πολιτών. Αλλά παρότι συγκέντρωνε υψηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις, δεν πήγε σε κανένα ραντεβού με τους ψηφοφόρους και το 2002 ανέστειλε τη λειτουργία του κόμματος. Ηταν το τέλος, όπως πολλοί διέβλεπαν.

Αλλά δεν ήρθε. Επέστρεψε στη ΝΔ το 2004 και περίμενε υπομονετικά, αλλά όταν άρχισε να γυρίζει η σελίδα μετά την ήττα του Καραμανλή το 2009 υποστήριξε τον Αντώνη Σαμαρά κόντρα στο μητσοτακαίικο, από το οποίο είχε ξεκινήσει. Αυτοί οι αριστοτεχνικοί ελιγμοί τον διατηρούν πάντα ως εφεδρεία της ΝΔ, αλλά πολλοί πιστεύουν ότι τα καλοραμμένα κοστούμια του θα πήγαιναν μια χαρά στις δεξιώσεις του Προεδρικού Μεγάρου.