Η ημέρα που οι μαθητές θα στέλνουν στο σχολείο το… άβατάρ τους, θα χρησιμοποιούν τα ηλεκτρονικά παιχνίδια ως πλατφόρμες διδασκαλίας και αντί να απομνημονεύουν πληροφορίες θα επιτρέπεται να τις γκουγκλάρουν, προκειμένου να επικεντρωθούν στην ανάλυσή τους, δεν είναι και τόσο μακριά!

Ισως να μην είναι κοντά για τη χώρα μας, αφού η πρόσβαση της τεχνολογίας στα σχολεία περιορίζεται στην πειραματική χρήση διαδραστικών πινάκων και στη χορήγηση λαπ τοπ σε μαθητές της πρώτης τάξης των γυμνασίων που έγινε μία και μόνη χρονιά.

Στην Ιταλία όμως, λέει στα «ΝΕΑ» ο έλληνας καθηγητής του δημόσιου ιταλικού –αλλά διεθνούς –Τηλεματικού Πανεπιστημίου Uninettuno κ. Κυριάκος Κουβελιώτης, «δημιουργήσαμε μια εικονική πανεπιστημιούπολη (virtual campus) όπου οι φοιτητές μου μπορούν σε πραγματικό χρόνο, όπου και να βρίσκονται στον κόσμο, χρησιμοποιώντας τον ψηφιακό τους εαυτό (avatar) να παρακολουθούν διαλέξεις, να λύνουν τις απορίες τους, να συνομιλούν με τους συμφοιτητές τους από τον υπολογιστή τους, το tablet τους ή το κινητό τους τηλέφωνο. Οπτικά μπορεί η διαδικασία να παραπέμπει σε ηλεκτρονικό παιχνίδι, ουσιαστικά όμως προσφέρει όλα τα θετικά στοιχεία ενός παιχνιδιού συνδυασμένα με μια απίστευτα αποδοτική μετάδοση γνώσης».

ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ. Στην εποχή μας, οι αυστηρά δομημένες μορφές και τύποι εκπαίδευσης που οι μεγαλύτεροι έχουμε συνηθίσει δεν είναι απλώς σε μια διαδικασία μετάβασης και αλλαγής, έχουν ήδη αλλάξει. Αυτό το αντιλαμβάνονται τα παιδιά, αλλά όχι και τόσο ευκρινώς οι μεγαλύτεροι! Η διαδικασία όμως αυτών των αλλαγών είναι τόσο γρήγορη που έχει ξεπεράσει τα όποια θεσμικά πλαίσια θα μπορούσαν να τις φιλοξενήσουν.

«Στην Ελλάδα νομίζουμε ότι η καθολική χρήση των διαδραστικών πινάκων ή μια πλατφόρμα ψηφιακού σχολείου είναι φοβερά καινοτόμες πρωτοβουλίες και μας οδηγούν σε μια νέα εποχή, ενώ ουσιαστικά αυτό που ονομάζουμε «νέα γνώση» είναι ήδη παρελθόν. Πλέον υπάρχει η διαδικασία της αυτομάθησης (self-learning), της μεικτής μάθησης (blended learning), της υβριδικής μάθησης (hybrid learning) και της ελεύθερης και ανοικτής μάθησης (open learning). Δεν απέχει πολύ η εποχή που οι μαθητές όχι απλώς θα μαθαίνουν μόνοι τους αλλά θα κάνουν οι ίδιοι το μάθημα!», παρατηρεί ο κ. Κουβελιώτης.

Στη Βρετανία, ο Ιαν Λίβινγκστον, πρωτοπόρος σχεδιαστής διάσημων ηλεκτρονικών παιχνιδιών όπως λ.χ. το Τομπ Ράιντερ, ετοιμάζεται να ιδρύσει ένα γκρουπ από «ελεύθερα σχολεία» στα οποία οι μαθητές δεν θα χρειάζεται να αφομοιώνουν πληροφορίες τις οποίες μπορούν να βρουν μέσω της Google. Θα χρησιμοποιούν τα παιχνίδια για να μαθαίνουν, ενώ τα ίδια τα παιδιά θα μπορούν να «διδάσκουν» τους συμμαθητές τους, όταν επιτυγχάνουν κάτι αξιομνημόνευτο!

Ο καθηγητής Συγκριτικής Παιδαγωγικής στο Πανεπιστήμιο Πατρών κ. Σήφης Μπουζάκης παρατηρεί ότι στο σχέδιο αυτό υιοθετείται ένας άλλος ρόλος του δασκάλου, ο ρόλος του πλοηγού, του διευκολυντή και όχι του δασκάλου από καθέδρας. «Το σχολείο που προτείνει ο Iαν Λίβινγκστον στηρίζεται στις παιδαγωγικές αρχές της ενθάρρυνσης, της επικοινωνίας και της επίλυσης προβλημάτων. Καταργούνται –έτσι πιστεύει ο Λίβινγκστον –η βιβλιοκεντρική μάθηση και τα κλειστά «προγράμματα-φυλακή» που προωθούνται στην Αγγλία. Προάγεται στο «νέο σχολείο» η επικοινωνιακή μέθοδος, η συνεργασία ανάμεσα στους μαθητές, ανάμεσα στους μαθητές και στον δάσκαλο. Και οι μαθητές μαθαίνουν από τους συμμαθητές τους», υποστηρίζει.

Η ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ. Ο θεσμός των «ελεύθερων σχολείων» λειτουργεί στη Βρετανία από το 2011 και βασίστηκε σε αντίστοιχες πρωτοβουλίες των ΗΠΑ, του Καναδά και της Σουηδίας. Η βασική τους καινοτομία έγκειται στο γεγονός ότι προάγουν την ολιστική εκπαίδευση και δίνουν τη δυνατότητα απόκλισης από το αναλυτικό πρόγραμμα του σχολείου και από τις παραδοσιακές μεθόδους μετάδοσης της γνώσης, αλλά και της αξιολόγησης. Η μεθοδολογία περιλαμβάνει βιωματική εκπαίδευση, κοινωνικές δεξιότητες, χρήση νέων τεχνολογιών και πολύ πειραματισμό. Η τελευταία φορά που εφαρμόστηκε τόσο καινοτόμα μέθοδος ήταν την εποχή που η Μαρία Μοντεσόρι επινόησε το παιδαγωγικό σύστημα όπου το διδακτικό υλικό προσαρμοζόταν στις ανάγκες του παιδιού, συνοδευόταν από εποπτικά βοηθήματα και παράλληλα γινόταν προσπάθεια οι μαθητές να χρησιμοποιούν όλες τις αισθήσεις τους.

Μόνο που στον καιρό μας η Μαρία Μοντεσόρι έγινε Λάρα Κροφτ! Αν απλουστεύαμε τη μεθοδολογία των «ελεύθερων σχολείων» θα μπορούσε κανείς να πει ότι αποτελούν επανάληψη της «μοντεσοριανής μεθόδου», συνδυασμένη με τη χρήση νέων τεχνολογιών και ηλεκτρονικών υπολογιστών. «Δεν είναι όμως έτσι, καθώς αυτό που θα πρέπει όλοι να καταλάβουμε σχετικά με την επίδραση της τεχνολογίας στην εκπαίδευση, όχι μόνο στην πρωτοβάθμια αλλά σε όλα τα επίπεδα, είναι ότι η εξέλιξη της τεχνολογίας δεν βοηθά απλώς τις διδακτικές μεθοδολογίες ως εργαλείο όπως οι περισσότεροι θεωρούν, αλλά αντίστροφα δημιουργεί πλέον η ίδια από μόνη της νέες μεθοδολογίες στην εκπαίδευση. Αν προσεγγίσουμε με αυτόν τον τρόπο το θέμα θα δούμε τους υπολογιστές, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, ακόμα και τα κοινωνικά δίκτυα με άλλη ματιά. Σίγουρα πιο ώριμη και χωρίς ενοχές», σημειώνει ο κ. Κουβελιώτης.

ΕΠΑΝΑΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ. Ο Ιαν Λίβινγκστον, λοιπόν, πιστεύει ότι τα παιδιά μαθαίνουν καλύτερα μέσω των παιχνιδιών και ότι είναι καλό να επικεντρωθεί η διδασκαλία σε πράγματα που απολαμβάνουν. Ο Λίβινγκστον μάλιστα, σύμφωνα με πρόφατο ρεπορτάζ των «Τάιμς» του Λονδίνου, φέρεται να επηρεάζει τον γραμματέα Εκπαίδευσης Μάικλ Γκοβ, τον οποίον έπεισε να επανασχεδιαστούν τα μαθήματα Επιστήμης Υπολογιστών.

«Οι μαθητές αναγκάζονται να μαθαίνουν πολλά πράγματα και γεγονότα, τα οποία είναι ασύνδετα μεταξύ τους, προκειμένου να περάσουν τις εξετάσεις που απαιτούν τυχαία μνήμη, εξετάσεις που βασικά αποτελούν μια λοταρία και σχετίζονται περισσότερο με καταλόγους παρά με τη διαδικασία της μάθησης. Αυτό ήταν καλό για τη βικτοριανή εποχή ίσως, αλλά όχι σήμερα. Τα πρωτοβάθμια σχολεία είναι πιο ευέλικτα καθώς εφαρμόζουν καλύτερα τη διδασκαλία μέσω παιχνιδιού, όμως όταν πηγαίνεις στο γυμνάσιο όλα αλλάζουν και σου ζητούν να καθήσεις ακίνητος, να δουλεύεις μόνος, χωρίς συνεργασίες και πολλά ομαδικά πρότζεκτ», υποστηρίζει.