Το πράσινο φως άναψε το Συμβούλιο της Επικρατείας για τη συνέχιση των έργων της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων (ΕΕΛ) στα Μεσόγεια, παρά τις έντονες αντιρρήσεις των Δήμων Ραφήνας και Σπάτων – Αρτέμιδας (πρώην Λούτσας).

Ειδικότερα, στο Ε’ Τμήμα του ΣτΕ είχε κατατεθεί σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος για την επικύρωση καθορισμού οριογραμμών τμήματος του ρέματος Ραφήνας στην περιοχή της ΕΕΛ Βορείων Μεσογείων του Δήμου Σπάτων-Αρτέμιδας.

Υπενθυμίζεται, ότι το 2011 το ίδιο σχέδιο είχε κριθεί μη νόμιμο, καθώς δεν υπήρχε γνωμοδότηση του αρμόδιου δημοτικού συμβουλίου για τον καθορισμό της οριογραμμής του ρέματος της Ραφήνας στο σύνολό του ή σε τμήμα του.

Σύμφωνα με τον Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας, τα ρέματα που βρίσκονται εντός ή εκτός ρυμοτομικού σχεδίου ή εντός οικισμών που δεν έχουν ρυμοτομικό σχέδιο, οριοθετούνται.

Η οριοθέτηση «συνίσταται στον καθορισμό και επικύρωση των πολυγωνικών γραμμών εκατέρωθεν της βαθιάς γραμμής του ρέματος, οι οποίες περιβάλλουν τις γραμμές πλημμύρας, τις όχθες, καθώς και τα τυχόν φυσικά ή τεχνητά στοιχεία, που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του υδατορέματος».

Επίσης, σύμφωνα με την πολεοδομική νομοθεσία, στην εκτός σχεδίου και εκτός ορίων οικισμών (προ του 1923) ευρύτερη περιοχή των Μεσογείων, προβλέπεται ότι τα κτίρια πρέπει να απέχουν 15 μέτρα από την οριογραμμή ρέματος, ενώ παράλληλα το ρέμα της Ραφήνας έχει χαρακτηριστεί ως «ιδιαίτερου φυσικού περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος».

Στο μεταξύ, το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Ραφήνας γνωμοδότησε υπέρ της απόρριψης της μελέτης τμηματικής οριοθέτησης του ρέματος Ραφήνας. Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Σπάτων-Αρτέμιδας.

Αντίθετα, τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης επέλεξαν την τμηματική οριοθέτηση του επίμαχου ρέματος, γιατί «υπάρχει επιτακτική ανάγκη για την κατασκευή της ΕΕΛ Βορείων Μεσογείων που αποτελεί υποχρέωση της χώρας μας, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οδηγίας για τα αστικά λύματα και προκειμένου να αποφευχθεί η επιβολή προστίμου στη χώρα μας λόγω της μεγάλης καθυστέρησης του έργου».

Ακόμη, σε έγγραφο του υπουργείου Περιβάλλοντος επισημαίνεται ότι δεν είναι εφικτή η συνολική οριοθέτηση του εν λόγω ρέματος, καθόσον δεν έχει εγκριθεί η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων της διευθέτησης του ρέματος. Και αυτό γιατί η μελέτη έχει επιστραφεί στην αρμόδια υπηρεσία για «διερεύνηση εναλλακτικών λύσεων με ηπιότερες επεμβάσεις στο περιβάλλον».

Στη συνέχεια, το Ε’ Τμήμα του ΣτΕ, με την υπ’ αριθμ. 206/2013 γνωμοδότησή του (προεδρεύων ο σύμβουλος Επικρατείας Ν. Ρόζος και εισηγήτρια η πάρεδρος Κωνστατία Λαζαράκη) έκρινε νόμιμο το επίμαχο σχέδιο διατάγματος.

Οι σύμβουλοι Επικρατείας το έκριναν νόμιμο, καθώς προκύπτει αφενός ότι για την τμηματική οριοθέτηση του ρέματος ελήφθησαν υπόψη «οι μελέτες (γεωλογική, υδρολογική, υδραυλική, περιβαλλοντική) που έχουν εκπονηθεί για το σύνολο του ρέματος και η πλημμυρική παροχή υπολογίσθηκε για περίοδο επαναφοράς 50 ετών, αφετέρου δεν αιτιολογείται ειδικώς η ανάγκη οριοθέτησης του τμήματος».

Οι δικαστές προσθέτουν ότι «η αρνητική γνωμοδότηση του δημοτικού συμβουλίου Σπάτων-Αρτέμιδας αναφέρεται κατ’ ουσίαν στο ζήτημα της εγκατάστασης του Κέντρου Επεξεργασίας Λυμάτων και όχι στην τμηματική οριοθέτηση του ρέματος καθ’ εαυτήν».