Την εκ βάθρων αναδιάρθρωση των δομών της Αστυνομίας με τη σύσταση νέων υπηρεσιών, την αναβάθμιση των υπηρεσιών ασφαλείας και αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας, αλλά και την κατάργηση 6.700 κενών οργανικών θέσεων αστυφυλάκων προβλέπει το νομοσχέδιο του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη για την αναδιοργάνωση της ΕΛ.ΑΣ. Στη βάση αυτή προβλέπεται μεταξύ άλλων η ίδρυση Κεντρικής Υπηρεσίας Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος και Αντιμετώπισης Τρομοκρατίας (αφού πλέον αναγνωρίζονται επισήμως ως συγκοινωνούντα δοχεία), η ίδρυση αυτόνομης Διεύθυνσης Πληροφοριών, ενώ η αναβαθμισμένη Υπηρεσία Εγκληματολογικών Ερευνών θα έχει ως αρμοδιότητα και την τήρηση τράπεζας στοιχείων DNA και δακτυλικών αποτυπωμάτων.

Το νομοσχέδιο έχει δοθεί ήδη από τον υπουργό Νίκο Δένδια στις συνδικαλιστικές ενώσεις των αστυνομικών, στο ΠΑΣΟΚ, αλλά και στη ΔΗΜΑΡ προ της εξόδου της από την κυβέρνηση, ενώ στο προσεχές διάστημα θα αναρτηθεί στο Διαδίκτυο για δημόσια διαβούλευση.

Η αναδιάρθρωση των υπηρεσιών της ΕΛ.ΑΣ. θα έχει ως συνέπεια, σε δεύτερο χρόνο, τη δημιουργία νέου χάρτη για τις αστυνομικές υπηρεσίες σε όλη τη χώρα με συγχωνεύσεις, καταργήσεις αλλά και ίδρυση νέων τμημάτων ανάλογα με τις διαπιστωμένες ανάγκες σε κάθε περιοχή. Οπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, οι αλλαγές στο οργανωτικό σχήμα και στη δομή των αστυνομικών υπηρεσιών είναι επιβεβλημένες «από τη ραγδαία ποιοτική και ποσοτική» εξέλιξη του εγκλήματος. «Το οργανωμένο και το οικονομικό έγκλημα, η τρομοκρατία, η παράνομη μετανάστευση, η έξαρση της ρατσιστικής βίας, τα ναρκωτικά, η εμπορία ανθρώπων, ακόμη και αυτό το έγκλημα της καθημερινότητας ή «μικροέγκλημα», που επηρεάζει σημαντικά το αίσθημα ασφαλείας των πολιτών, έχουν αναχθεί σε μείζονα απειλή για κάθε σύγχρονο κράτος», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Βασικό στοιχείο των αλλαγών στην οργάνωση της Αστυνομίας είναι η αναβάθμιση των υπηρεσιών της Ασφάλειας, όπου συγκροτείται πιο ευέλικτη δομή, με λιγότερα επίπεδα ιεραρχίας. Παράλληλα, δημιουργείται για πρώτη φορά ένας νέος κλάδος, ο Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, που θα συντονίζει, θα εποπτεύει και θα ελέγχει τις αρμόδιες υπηρεσίες για τον χειρισμό των συγκεκριμένων θεμάτων. Στο πρώτο κιόλας άρθρο του νομοσχεδίου θεσμοθετείται και η δυνατότητα σύναψης μνημονίων συνεργασίας ανάμεσα στην Αστυνομία και στην Αυτοδιοίκηση για την αντιμετώπιση ή τη διαχείριση θεμάτων κοινής αρμοδιότητας –κάτι τέτοιο, για παράδειγμα, θα μπορούσε να γίνει στην περίπτωση του κέντρου της Αθήνας, όπου πολλές φορές έχει διαπιστωθεί συναρμοδιότητα.

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ. Ο τομέας της εξασφάλισης πληροφοριών –τόσο για την πρόληψη όσο και για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας –αναγνωρίζεται ως κρίσιμο μέγεθος για τη νέα Αστυνομία. Για τον λόγο αυτόν, άλλωστε, το νομοσχέδιο προβλέπει τη θέσπιση αυτόνομης Διεύθυνσης Πληροφοριών η οποία, μάλιστα, θα υπάγεται απευθείας στον αρχηγό της Αστυνομίας. Οπως περιγράφεται, αποστολή της συγκεκριμένης διεύθυνσης θα είναι η συγκέντρωση, ιδίως μέσω των περιφερειακών υπηρεσιών, η αξιολόγηση, η ταξινόμηση, η ανάλυση και η διάθεση επεξεργασμένων ή μη πληροφοριών προς τον σκοπό της αντιμετώπισης κάθε μορφής εγκληματικότητας και ιδιαίτερα της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος. Μάλιστα η συγκεκριμένη υπηρεσία θα τηρεί και θα ενημερώνει ειδικές βάσεις δεδομένων. Τέτοιες βάσεις δεδομένων λειτουργούν σε υπηρεσίες όπως το FBI ή η Σκότλαντ Γιάρντ. Στην ίδια λογική, πάντως, η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (τα εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ.) αναβαθμίζεται σε Εθνική Εγκληματολογική Υπηρεσία και μία από τις αποστολές της είναι η τήρηση «των εθνικών αρχείων γενετικών τύπων (DNA) και δακτυλικών αποτυπωμάτων και η εξασφάλιση της ανταλλαγής δεδομένων και πληροφοριών στο πλαίσιο της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος».

Βασικός άξονας στο νέο διαρθρωτικό μοντέλο της Αστυνομίας, πάντως, είναι η άμεση σύνδεση των υπηρεσιών μεταξύ τους με στόχο να σπάσουν τα «στεγανά» και να οργανωθεί η «νέα ΕΛ.ΑΣ.» στη λογική της αλληλοσυμπλήρωσης και της διακλαδικής συνεργασίας. Το νομοσχέδιο προβλέπει επίσης τη διοικητική διάρθρωση των αστυνομικών υπηρεσιών και τις αρμοδιότητες των επικεφαλής τους. Ορίζεται ακόμη ότι ο αρχηγός του Σώματος θα εξακολουθεί να ορίζεται από το ΚΥΣΕΑ και θα έχει διετή θητεία, με δυνατότητα ανανέωσής της για έναν επιπλέον χρόνο.