Και όμως. Το Βερολίνο επιδεικνύει φαινομενικά αδιαφορία απέναντι στις δηλώσεις για διεκδίκηση πολεμικών αποζημιώσεων από την Ελλάδα, κατά βάθος όμως ανησυχεί. Σε αυτό το πλαίσιο ήταν και οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που χαρακτήρισε λήξαν το θέμα των αποζημιώσεων για το κατοχικό δάνειο, προσπαθώντας έτσι να λειτουργήσει προληπτικά και να κόψει με το μαχαίρι κάθε συζήτηση για το συγκεκριμένο θέμα.

Σύμφωνα με την εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής» μπορεί το Βερολίνο να «το παίζει» παγερά αδιάφορο και να απορρίπτει κάθε συζήτηση για αποζημιώσεις, αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν ανησυχεί για τις συνέπειες ενδεχόμενου αιτήματος.

«Πολύ πιο σημαντικό από το να οδηγούνται οι άνθρωποι στην Ελλάδα σε εσφαλμένη κατεύθυνση, θα ήταν να τους εξηγήσει και να τους διαφωτίσει κανείς σχετικώς με τον δρόμο προς τις μεταρρυθμίσεις και να τους συνοδεύσει σε αυτή την πορεία» είπε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει «καμία ελπίδα» στο θέμα και «το ζήτημα αυτό έχει ξεκαθαριστεί από καιρό».

Οπως αναφέρεται σε σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας «Το Βήμα της Κυριακής», οι φόβοι του Σόιμπλε εστιάζονται σε τρεις λόγους.

Ο πρώτος είναι ότι το αίτημα για τις πολεμικές αποζημιώσεις θα αποπροσανατόλιζε την ευρωπαϊκή ατζέντα, όπου κυριαρχούν σήμερα με απαίτηση της Γερμανίας τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής και λιτότητας.

Ο δεύτερος λόγος είναι, ότι η πρωτοβουλία της Ελλάδας θα έβρισκε πολλούς μιμητές με παρόμοιες αξιώσεις. Η Γερμανία βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με 53 χώρες στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και αν εξαναγκαζόταν σήμερα σε αποζημιώσεις, αυτό θα ισοδυναμούσε με την χρεοκοπία της.

Ο τρίτος παράγοντας είναι η ανασφάλεια, που προκαλεί η ελληνική κυβέρνηση στους Γερμανούς. Το Βερολίνο γνωρίζει την αδυναμία της χώρας και της ελληνικής κυβέρνησης, δεν νιώθουν όμως ποτέ σίγουροι μαζί της.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, έχουν διαμορφωθεί δύο αντίθετοι πόλοι στη Γερμανία.

Τον ένα εκπροσωπεί η γερμανική Αριστερά, η οποία τάσσεται υπέρ της αναγνώρισης των ελληνικών αξιώσεων και της καταβολής «λογικών» αποζημιώσεων, με τον όρο όμως να κατευθυνθούν οι αποζημιώσεις προς τις οικογένειες των θυμάτων του ναζισμού και όχι προς τις τράπεζες.

Τον δεύτερο πόλο εκπροσωπούν η κυβέρνηση και όλα τα κόμματα της γερμανικής αντιπολίτευσης πλην του Ντι Λίνκε. Ο συγκεκριμένος «συνασπισμός», απορρίπτει το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων προς την Ελλάδα ως νομικά αστήρικτο και πολιτικά λήξαν και θέλει να το παρακάμψει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα. Σε αντίθεση όμως με το παρελθόν, αναγνωρίζουν πλέον πολλοί γερμανοί πολιτικοί ότι όντως υπάρχει θέμα.

Σύμφωνα με έλληνες και ξένους μελετητές, το ισχυρότερο νομικό «χαρτί» της Ελλάδας αποτελεί το αναγκαστικό δάνειο ύψους 13,5 εκατομμυρίων χρυσών λιρών προς τα στρατεύματα κατοχής, για το οποίο υπήρξε ρητή δέσμευση ότι θα επιστραφεί μετά το τέλος του πολέμου. Σήμερα υπολογίζεται το συγκεκριμένο ποσόν μαζί με τους τόκους μεταξύ 60 και 70 δισ. ευρώ.