Η ασθένεια από την οποία πέθανε ο αυτοκράτορας Γαλέριος το 311 μ.Χ. παρέμενε θέμα διαμάχης μεταξύ ιστορικών και επιστημόνων, καθώς δεν είχε δοθεί εδώ και περίπου 1.700 χρόνια μία οριστική απάντηση. Τώρα, ομάδα ελλήνων και ξένων ειδικών αποκαλύπτει την αιτία θανάτου του ρωμαίου καίσαρα και αυτοκράτορα.

Η αναζήτηση των ελλήνων επιστημόνων διήρκεσε περίπου έξι μήνες και ανασκοπήθηκαν αρκετά αρχεία κλασικής ιατρικής. Αυτό στο οποίο κατέληξαν ύστερα από την αναζήτηση ήταν ότι «η γάγγραινα Φουρνιέ είχε κλασικά συμπτώματα και σημεία. Πρόκειται για μία ασθένεια που υπάρχει και σήμερα και θεραπεύεται με εκτεταμένο χειρουργικό καθαρισμό της περιοχής και αντιβίωση», εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Σωτήρης Τσιόδρας, παθολόγος-λοιµωξιολόγος στο Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) και επίκουρος καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Φυσικά η γάγγραινα Φουρνιέ δεν είχε περιγραφεί ως πάθηση τότε. Εγινε γνωστή το 1784 και καταγράφηκε επίσημα το 1883 από τον γάλλο αφροδισιολόγο Ζαν-Αλφρέντ Φουρνιέ. Πρόκειται για μια ταχέως εξελισσόμενη γάγγραινα (γαγγραινώδη απονευρίτιδα), που ξεκινάει από το όσχεο (μεταξύ πρωκτού και γεννητικών οργάνων) και μπορεί να επεκταθεί ταχύτατα στο πέος ή στο αιδοίο, στο κοιλιακό τοίχωμα, ακόμα και σε σπλάγχνα της κοιλίας. Οδηγεί σε θάνατο αν δεν γίνει χειρουργικός καθαρισμός της περιοχής και δεν δοθεί αντιβίωση.

Η δημοσίευση των ελλήνων ερευνητών έγινε στην επιστημονική επιθεώρηση του Αμερικανικού Κολεγίου Χειρουργών (Journal of the American College of Surgeons).

Η μελέτη αρχαίων πηγών στη διάγνωση ασθενειών είναι σύνθετη και πολύπλοκη. «Χρειάστηκε να σχηματιστεί μία ομάδα που θα αναγνωρίζει υπό διαφορετικές οπτικές γωνίες την ιστορία και τις διάφορες νόσους, ώστε να διαμορφώσουμε μία αξιόπιστη διαφορική διάγνωση προτού καταλήξουμε στη γάγγραινα Φουρνιέ», εξηγεί ο Αντώνης Κουσούλης, συνεργάτης του Πανεπιστημίου Αθηνών και γενικός γραμματέας του Συλλόγου Νέων Ιατρών.

«Η γάγγραινα Φουρνιέ παραμένει, 1.700 χρόνια αργότερα, ένα σημαντικό χειρουργικό επείγον», λέει ο Κωνσταντίνος Οικονομόπουλος, ερευνητής χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ της Βοστώνης και αντιπρόεδρος του Συλλόγου Νέων Ιατρών.

Αυτός ίσως είναι και ο λόγος που ο Γαλέριος θεώρησε την «τρομερή» αυτή ασθένεια θεϊκή τιμωρία και υπέγραψε διάταγμα ανοχής, παύοντας τις διώξεις των χριστιανών λίγο πριν από τον θάνατό του.

Βεβαίως, ακόμη και με μια σύντομη επίσκεψη σήμερα στη Θεσσαλονίκη είναι δύσκολο κανείς να αγνοήσει τα μνημεία που άφησε παρακαταθήκη στην πόλη το πέρασμα του. Μέλος της Ρωμαϊκής Τετραρχίας, ο Γαλέριος διατήρησε την αυλή του στη Θεσσαλονίκη και επί των ημερών του ανεγέρθηκε το πολύ γνωστό Γαλεριανό Συγκρότημα που περιλαμβάνει τη Ροτόντα, την Αψίδα, τα Ανάκτορα και τον Ιππόδρομο.

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ. Ο Γάιος Γαλέριος Βαλέριος Μαξιμιανός, ρωμαίος καίσαρας από το 293 έως το 305 και ακολούθως αυτοκράτορας μέχρι τον θάνατό του, γεννήθηκε κοντά στη Σερδική (Σόφια) από γονείς ταπεινής καταγωγής. Επειτα από σταδιοδρομία στον στρατό κέρδισε τη συμπάθεια του Διοκλητιανού που το 293 τον ονόμασε «καίσαρα» στην Ανατολή. Ως μέλος της Τετραρχίας ο Γαλέριος ανέλαβε την ευθύνη των βαλκανικών επαρχιών με έδρα το Σίρμιο (Μιτροβίτσα). Πολέμησε εναντίον των Γότθων, των Σαρματών και εξουδετέρωσε τον κίνδυνο των Περσών συνάπτοντας μαζί τους ευνοϊκή για τους Ρωμαίους ειρήνη (298). Συμμεριζόμενος τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του Διοκλητιανού συνεργάστηκε στενά μαζί του στους διωγμούς των χριστιανών. Με την αναγόρευσή του ως «αυγούστου» της Ανατολής το 305, ο Γαλέριος έκτισε στο νοτιοανατολικό τμήμα της έδρας του, της Θεσσαλονίκης, το Γαλεριανό Συγκρότημα (Ανάκτορο, Θριαμβική Αψίδα, Οκτάγωνο, Ιππόδρομος). Δεν κατόρθωσε να επικρατήσει στους δυναστικούς αγώνες που οδήγησαν στη μονοκρατορία του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Λίγο προτού πεθάνει, το 311, ύστερα από βαριά ασθένεια, εξέδωσε διάταγμα ανοχής προς τη χριστιανική θρησκεία.