Η κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν καταθέτει έναν νέο, ολοκληρωμένο εκλογικό νόμο. Περιορίζεται σε τρεις βασικά αλλαγές του ισχύοντος νόμου Σκανδαλίδη. Οι αλλαγές αυτές αφορούν βασικά:

●●● Την προσαύξηση (bonus) στο πρώτο αυτοτελές κόμμα από 40 σε 50 έδρες.

●●● Τη μη προσμέτρηση του bonus των 50 εδρών σε μη αυτοτελή κόμματα, δηλαδή συνασπισμούς κομμάτων.
Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για θεμιτή επιλογή μιας συντηρητικής κυβέρνησης. Για έναν πλέον ενισχυμένο εκλογικό νόμο, έναν νόμο που, κατά τον γραμματέα της Ν.Δ. κ. Ζαγορίτη, «απομακρύνει τον κίνδυνο ακυβερνησίας». Και εκ πρώτης όψεως, ο ισχυρισμός δικαιώνεται. Αν ίσχυε το σχέδιο Παυλόπουλου, με τα αποτελέσματα της 16ης Σεπτεμβρίου θα είχαμε ενίσχυση με 6 έδρες του πρώτου κόμματος και ισχυρότερη κυβερνητική πλειοψηφία. Ο νέος εκλογικός νόμος, λοιπόν, απαντά με συνέπεια στις κυβερνητικές προσδοκίες με βάση τον σημερινό συσχετισμό των κομμάτων.

Οριακές συνθήκες. Ας δούμε όμως τη λειτουργία του νέου νόμου, σε πιο οριακές συνθήκες – με το πρώτο κόμμα να έχει πανελλαδική διαφορά 26 ψήφων από το δεύτερο κόμμα. Ας υποθέσουμε επίσης ότι τα τρία μικρά κόμματα (ΚΚΕ, ΣΥΝ, ΛΑΟΣ) παραμένουν σταθερά, όπως επίσης σταθερό παραμένει και το άθροισμα των εκτός Βουλής κομμάτων. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο νόμος Σκανδαλίδη θα οδηγούσε σε μη αυτοδυναμία, άρα δημοκρατική λύση διά της Βουλής ή προκήρυξη νέων εκλογών.

Όμως,με τον νόμο Παυλόπουλου,26 ψήφοι σε όλη τη χώρα δημιουργούν αυτοδυναμία. Γεννάται αμέσως το ερώτημα : μπορεί να υπάρξει ποτέ δημοκρατική νομιμοποίηση ενός τέτοιου αποτελέσματος; Ποιος θα έχει εκλέξει αυτή την κυβέρνηση, ο ελληνικός λαός ή τα εκλογοδικεία στα οποία άπαντες θα προσφύγουν. Πότε θα έχουμε κυβέρνηση και ποια, μια και η εκδίκαση της κάθε ένστασης θα αλλάζει και το αποτέλεσμα. Μήπως λοιπόν η επιδίωξη σταθερότερης κυβέρνησης με τέτοιον άτσαλο τρόπο οδηγήσει στο ακριβώς αντίθετο;

Οι συνασπισμοί. Ξεπερνώντας τη φιλολογία των ορισμών περί αυτοτελούς κόμματος, συνασπισμού κομμάτων και συμμαχίας κομμάτων και κυρίως το ποιος αποφαίνεται και με ποιον τρόπο επ΄ αυτής, ας υποθέσουμε ότι στις πρόσφατες εθνικές εκλογές ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ κατέβαιναν στο πλαίσιο πολιτικής και προγραμματικής συμφωνίας με κοινά ψηφοδέλτια σε όλη τη χώρα. Με πολύ απλό τρόπο, μια παράγραφος του νόμου οδηγεί τον πλειοψηφήσαντα συνδυασμό σε μειοψηφία στη Βουλή. Με πολύ απλό τρόπο μια πολιτική και προγραμματική πλειοψηφία στο εκλογικό σώμα μετατρέπεται σε μειοψηφία. Αντί του πραγματικού 161 έδρες για τον πρώτο (ΠΑΣΟΚ + ΣΥΝ)

και 108 για τον δεύτερο (Ν.Δ.), οδηγούμεθα στο πλαστό 111 προς 158. Το σημείο αυτό θυμίζει έντονα Φλόριντα κατά την πρώτη εκλογή του προέδρου Μπους. Η Φλόριντα όμως οδηγεί σε εκτροπή. Και η εκτροπή δεν συνάδει με τη σταθερότητα που η κυβέρνηση επικαλείται.

Με λίστα. Η κυβέρνηση προετοιμάζεται για διπλές εκλογές ή απειλεί την κοινοβουλευτική της ομάδα και την αντιπολίτευση με διπλές εκλογές, δηλαδή εκλογές με τον νόμο Σκανδαλίδη και, αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία ή ισχυρότερη από την σημερινή πλειοψηφία, νέες εκλογές με τον νόμο Παυλόπουλου εντός της συνταγματικής προθεσμίας. Βασικός αποδέκτης της απειλής η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ. Το 18μηνο της λίστας, το οποίο μπορεί με τις διπλές εκλογές να γίνει 36μηνο, δηλαδή ολόκληρη 3ετία, είναι το πραγματικό φόβητρο με το οποίο επιδιώκεται η κυβερνητική συνοχή.

Ο Γιώργος Π. Αγραφιώτης είναι μαθηματικός- προγραμματιστής συστημάτων Η/Υ.

Η κυβέρνηση απειλεί τους βουλευτές της Ν.Δ. και την αντιπολίτευση με διπλές εκλογές