Τα αποτελέσµατα της άτυπης Συνόδου των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων είναι στο µεγαλύτερο µέρος τους θετικά για την Ελλάδα. Το πιο σηµαντικό είναι ότι δίνεται, έστω και καθυστερηµένα, ένα µήνυµα στις αγορές ότι οι Ευρωπαίοι στηρίζουν το κοινό τους νόµισµα, παρά τη φηµολογία περί επιστροφής της Γερµανίας στο µάρκο, της Ελλάδας στη δραχµή και της Ιταλίας στη λιρέτα. Η Ευρώπη αποκτά έναν µόνιµο µηχανισµό αντιµετώπισης κρίσεων από το 2013, κάτι που έλειπε από τον αρχικό σχεδιασµό της Οικονοµικής και Νοµισµατικής Ενωσης. Αυτό που πάλι λείπει είναι ένας µηχανισµός, όχι δανεισµού, αλλά αναδιανοµής των ωφελειών από τις ισχυρές στις πιο αδύναµες οικονοµίες της ευρωζώνης, αφού αυτή δεν αποτελεί άριστη νοµισµατική περιοχή.

Φαίνεται ότι κατευνάστηκαν οι φόβοι των Γερµανών ότι θα πληρώνουν συνέχεια τους ασυνεπείς. Ωστόσο, αν διαβάσουµε πιο προσεκτικά το κείµενο και τα παραρτήµατά του, η Γερµανία έχει αποκοµίσει οφέλη. Αλλωστε το Σύµφωνο για το Ευρώ ή το Σύµφωνο Ανταγωνιστικότητας συνιστά µια συµφωνία-πακέτο, µε κέρδη και συµβιβασµούς. Ετσι λειτουργεί εδώ και χρόνια η ευρωπαϊκή ενοποίηση. Το Σύµφωνο περιέχει πολλά στοιχεία της «γερµανικής συνταγής για την ανάπτυξη». Σφιχτά δηµοσιονοµικά, συµπίεση των µισθών και σύνδεσή τους µε την παραγωγικότητα, ευέλικτες µορφές εργασίας.

Ποια είναι όµως τα χαρακτηριστικά της ανταγωνιστικότητας; Σύµφωνα µε την Εκθεση του Παγκόσµιου Οικονοµικού Φόρουµ (2010-11), στις πρώτες δύο θέσεις ανάµεσα σε 139 χώρες του κόσµου βρίσκονται ηΕλβετία και η Σουηδία, χώρες µε υψηλό µισθολογικό κόστος, δαπανηρά συνταξιοδοτικά προγράµµατα και αυξηµένες κοινωνικές παροχές. Ποιο είναι το µυστικότης επιτυχίας τωνχωρών αυτών; Η Ελβετία διαθέτει άριστη ικανότητα για καινοτοµία, µια εξελιγµένη επιχειρηµατική κουλτούρα, τα ερευνητικά της κέντρα και τα πανεπιστήµια έχουν ισχυρή συνεργασία µε τις επιχειρήσεις, οι οποίες επενδύουνστην έρευνα, οι δηµόσιες υπηρεσίες είναι από τις αποτελεσµατικότερες στον κόσµο, οι κυβερνητικές λειτουργίες, συµπεριλαµβανοµένης της ∆ικαιοσύνης, εµπνέουν εµπιστοσύνη στις επιχειρήσεις, διαθέτει µορφωµένο εργατικό δυναµικό, για να µη µιλήσουµε για υποδοµές, τη λειτουργία της αγοράς και της χρηµατοπιστωτικής αγοράς. Η Σουηδία διαθέτει τις πιο διαφανείς και αποτελεσµατικές δηµόσιες υπηρεσίες και οργανισµούς µε τη χαµηλότερη διαφθορά, η δηµόσια εµπιστοσύνη στους πολιτικούς είναι από τις υψηλότερες,οι επιχειρήσεις δείχνουν τηνπιο ηθική συµπεριφορά στον κόσµο (1η θέση), µε ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη φορολόγησή τους, ενώ ταυτόχροναλειτουργούν ισχυροί ελεγκτικοίµηχανισµοί.

Αυτά, σε συνδυασµό µε την ισχυρήέµφαση στην εκπαίδευση και την τεχνολογία, την καθιστούν τη δεύτερη πιο καινοτοµική, παραγωγική και ανταγωνιστική χώρα του κόσµου. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 83η θέση, αφού διολίσθησε 12 θέσεις από πέρυσι. Ωστόσο, αν κοιτάξει κανείς τους δείκτες, θα διαπιστώσειότι η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα στο ποσοστό των νέων που εισάγεται στην ΑνώτατηΕκπαίδευση. Αν και οι έρευνες δείχνουν ότιτο πτυχίο της Ανώτατης Εκπαίδευσης συνιστά«ασπίδα» κατά της ανεργίας, οι απόφοιτοι συνήθως ετεροαπασχολούνται καταλαµβάνοντας θέσεις που απαξιώνουν τα προσόντα τους ή µεταναστεύουν στο εξωτερικό. Απόφοιτοι σχολών, όπως η Ιατρική ή το Πολυτεχνείο, µε πολυέξοδες σπουδές για τα νοικοκυριά και το κράτος, πριµοδοτούν την ανάπτυξη χωρών όπωςη Αγγλία, η Γαλλία,η Γερµανία. Χώρεςόπως η Σουηδία, η Φινλανδία ή ακόµη µικρότερες, όπως το Ισραήλ, θα πρέπει να αποτελέσουν για µας το παράδειγµα της ανάπτυξης. Κατά τη γνώµη µου, απαιτείται επανεκκίνηση της ανάπτυξης και θεµελίωση της οικονοµίας σε νέα βάση κοιτάζοντας το µέλλον και όχι προσπαθώντας να επαναφέρουµε στη ζωή παραγωγικούς κλάδους εντάσεως εργασίας που δεν είναι πλέον βιώσιµοι στην Ελλάδα. Πρέπει να αξιοποιηθεί το µορφωµένο νεανικό δυναµικό και να ενθαρρυνθεί η νεανική επιχειρηµατικότητα. Η έµφαση να µετατοπιστεί σε επιχειρήσεις που παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες εντάσεως γνώσης, που σε συνεργασία µε τα πανεπιστήµιά µας θα τροφοδοτήσουν την ανάπτυξη. Φαρµακευτικές εταιρείες, ιατρικές υπηρεσίες, βιοτεχνολογία, νανοτεχνολογία, τηλεπικοινωνίες, χρηµατοπιστωτικές υπηρεσίες, πράσινη ενέργεια, αγροτική παραγωγή υψηλών προδιαγραφών, όπως βιοκαλλιέργειες, αρωµατικά βότανα, ιχθυοκαλλιέργειες, µαζί µε τη ναυτιλία και τον τουρισµό αλλά και την Ανώτατη Εκπαίδευση, γιατί η Ελλάδα µπορεί και πρέπει να λειτουργήσει ως διεθνές µορφωτικό κέντρο, αυτό που ήταν από την αρχαιότητα άλλωστε, µπορούν να αλλάξουν τελείως την οικονοµική µοίρα της χώρας. Το θετικό είναι ότι η τεχνολογική υποδοµή δεν απαιτεί πολύ χρόνο για να αναπτυχθεί. Χρειάζεται όµως επενδύσεις. Και από τον ιδιωτικό και από τον δηµόσιο τοµέα.

Πρέπει να αξιοποιηθεί το µορφωµένο νεανικό δυναµικό και να ενθαρρυνθεί η νεανική επιχειρηµατικότητα. Η έµφαση να µετατοπιστεί σε επιχειρήσεις που παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες εντάσεως γνώσης, που σε συνεργασία µε τα πανεπιστήµιά µας θα τροφοδοτήσουν την ανάπτυξη

Η Φωτεινή Ασδεράκη είναι λέκτορας του Τµήµατος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστηµίου Πειραιώς για ζητήµατα ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης