Ενας άνθρωπος πολτοποιήθηκε πριν από λίγες µέρες από το αποριµµατοφόρο του Δήµου Ταύρου, επειδή είχε κοιµηθεί σε έναν κάδο σκουπιδιών για να µην κρυώνει.

Ο νεκρός είναι για µένα ένας άνθρωπος χωρίς όνοµα, ακόµη κι αν βρεθεί το όνοµά του µέσω DΝΑ, µιας τεχνολογίας που, παρά την τελειότητά της, δεν µπόρεσε να εµποδίσει τον φρικτό θάνατο ενός ανθρώπουσκουπιδιού.

Χωρίς ηλικία, αν και περιγράφεται ως µεσήλικας, γιατί η µόνη ηλικία που µπορεί να είχε ήταν τα γερατειά της εξαθλίωσης. Εκτός από τη στιγµή του θανάτου του, η υπόλοιπη ζωή του ήταν εκτός πραγµατικού χρόνου, αφού δεν έχει σηµασία πότε δηµιουργήθηκαν, πότε σταµάτησαν να λειτουργούν, πότε πετάχτηκαν οι άνθρωποισκουπίδια.

Χωρίς φωνή, παρ’ όλο που ακούστηκε το ουρλιαχτό του µέσα από το µηχάνηµα, κάνοντας τους χειριστές του να το σταµατήσουν. Ασφαλώς αυτό δεν είναι ανθρώπινη φωνή. Δεν γνωρίζουµε τη φωνή του, όµως στα αυτιά µας ηχεί εκείνο το εφιαλτικό ουρλιαχτό.

Χωρίς οικογένεια· ακόµη και αν εντοπιστεί µια µάνα, µια γυναίκα, ο άνθρωπος-σκουπίδι θα πρέπει να είχε προ πολλού διακόψει κάθε επαφή µαζί τους για τους δικούς του λόγους, που οφείλουµε να κατανοήσουµε και να σεβαστούµε. Οπως επίσης και τους λόγους της οικονοµικής του εξαθλίωσης.

Χωρίς δικαίωση· η είδηση λέει ότι δεν τον αντιλήφθηκαν οι υπάλληλοι του Δήµου Ταύρου, σαν να ήταν αυτό µια πλήρης δικαιολογία, µια προαναγγελία της αθώωσής τους, το ξέπλυµα επίσηµων κι ανεπίσηµων ενοχών. Ο άνθρωπος-σκουπίδι είναι τόσο βαθιά µόνος, που ποτέ δεν θα βρει το δίκιο του, ιδιαίτερα µετά θάνατον. Ενδεχοµένως όλα θα κουκουλωθούν για να µην όζει περισσότερο η σχέση του σηµερινού δηµάρχου µε το κέντρο της πρωτεύουσας.

Χωρίς πατρίδα, και ας βρέθηκε Ελληνας. Οι άνθρωποι-σκουπίδια έχουν σβήσει προ πολλού την εθνικότητά τους, ανήκουν στο αλλού.

Αν ήταν όµως κάποιος µετανάστης, µπορεί να µην τον άγγιζε καν η έπαρση του DΝΑ. Κάποιοι µπορεί και να χαιρόντουσαν.

Χωρίς «δήµον», χωρίς δηλαδή να ανήκει σε µιαν οργανωµένη κοινότητα. Ενας εξοστρακισµένος από το δούναι και λαβείν µιας κοινωνίας. Και καλά ο τραγικός άνθρωπος-σκουπίδι, αυτός είχε τους πραγµατικούς ή και φανταστικούς ακόµη λόγους του. Ο «δήµος» όµως τι έκανε;

Πού είναι η έγνοια της κοινότητας για το απολωλός, πού είναι η αρωγή στον οικονοµικά κατεστραµµένο ή τον πάσχοντα; Υπάρχει κατάλογος των αστέγων και τα συνήθη στέκια τους; Μάλλον όχι, γιατί αλλιώς ο άνθρωποςσκουπίδι θα είχε ίσως ταυτιστεί.

Τα «χωρίς» που απαρίθµησα προσπαθώντας να σκιαγραφήσω τον άγνωστο άνθρωπο-σκουπίδι φαίνονται αφαιρετικά ενώ δεν είναι.

Κατά βάθος αθροίζουν µέσα µας τον πόνο, την απόγνωση για την κατάντια του κέντρου της πόλης, για την εξαθλίωση των ανθρώπων του. Και οδηγούνε στον θυµό, στην ανάγκη αλλαγής.

Γιατί έχω τη γνώµη πως ο «δήµος», αυτό το επίτευγµα της ανθρώπινης συνύπαρξης που συνδέθηκε άρρηκτα µε το δηµοκρατικό πολίτευµα, σήµερα εκπροσωπείται πιο ουσιαστικά από τις Δηµοτικές Αρχές, παρά από το δηµοκρατικό κράτος. Εχει την αµεσότητα της καθηµερινής ζωής και γνώσης, συνεχίζει να στηρίζεται σε µικρούς πυρήνες όπως η συνοικία, η γειτονιά. Τι, λοιπόν, είχε πράξει ο νυν δήµος για να προλάβει και αυτό το έγκληµα που συνέβη, έστω και ακούσια, από τους δικούς του υπαλλήλους στην καρδιά της επικράτειάς του;

Η Ρέα Γαλανάκη είναι συγγραφέας και υποψήφια δηµοτική σύµβουλος µε τον συνδυασµό «Δικαίωµα στη πόλη».

Ο άνθρωπος-σκουπίδι είναι τόσο βαθιά µόνος, που ποτέ δεν θα βρει το δίκιο του, ιδιαίτερα µετά θάνατον. Ενδεχοµένως όλα θα κουκουλωθούν για να µην όζει περισσότερο η σχέση του σηµερινού δηµάρχου µε το κέντρο της πρωτεύουσας