Η 26η Ιουνίου είναι η Παγκόσµια Ηµέρα κατά των Ναρκωτικών. Το φετινό καθιερωµένο µήνυµα του Γενικού Γραµµατέα του ΟΗΕ Βan Κi-moon περιελάµβανε µεταξύ άλλων, ότι τα «… τα εγκλήµατα που συνδέονται µε τα ναρκωτικά ενισχύουν την αστάθεια και τη φτώχεια…». Δύο ηµέρες πριν, στις 24 Ιουνίου δόθηκε στη δηµοσιότητα η Παγκόσµια Εκθεση για τη χρήση ναρκωτικών για το έτος 2010 (Τhe World Drug Report 2010) από το Γραφείο για τα Ναρκωτικά και το Εγκληµα του ΟΗΕ (UΝΟDC), στην οποία επισηµαίνονται δύο κύρια στοιχεία: το άνοιγµα νέων αγορών για τα ναρκωτικά σε άλλες ηπείρους πέραν της Ευρώπης, καθώς και η ραγδαία αύξηση της χρήσης συνθετικών εξαρτησιογόνων ουσιών. Οι χρήστες της τελευταίας κατηγορίας έφθασαν τα 30-40 εκατοµµύρια και σύντοµα εκτιµάται ότι θα υπερβούν τους χρήστες της κοκαΐνης και του οπίου.

Πέραν αυτών των στοιχείων, που ασφαλώς δείχνουν τις τάσεις της χρήσης παράνοµων ουσιών παγκοσµίως και εµπεριέχουν µια ερευνητική και κοινωνική σηµασία, θα ήθελα να σταθώ σε όψεις του ζητήµατος που αγγίζουν τις ιδιαιτερότητες της κατάστασης στη χώρα µας, έτσι όπως διαµορφώνονται από τα νέα οικονοµικά και κοινωνικά δεδοµένα.

Είναι κοινή διαπίστωση ότι τα µικρο- και µακρο-οικονοµικά µεγέθη, οι δηµοσιονοµικές πολιτικές και η πολιτική οικονοµία επιδρούν στη διαµόρφωση τόσο της κοινωνικής παρέκκλισης και της εγκληµατικότητας, ως ατοµικών και κοινωνικών συµπεριφορών, όσο και στις θεσµικές απαντήσεις της αντιµετώπισής τους, δηλαδή τις αντεγκληµατικές πολιτικές.

Οι αρµόδιοι φορείς για την απεξάρτηση και την αντιµετώπιση της χρήσης ναρκωτικών στη χώρα (ΟΚΑΝΑ, ΚΕΘΕΑ, 18 ΑΝΩ) καταβάλλουν ουσιαστικές προσπάθειες για την πρόληψη και αντιµετώπιση του ζητήµατος, µε δεδοµένους τους περιορισµένους πόρους, τα µέσα και το ανθρώπινο δυναµικό που διαθέτουν. Με αφορµή την Παγκόσµια Ηµέρα κατά των Ναρκωτικών, οι φορείς έθεσαν τα ιδιαίτερα ζητήµατα που συσχετίζουν το δίπολο «οικονοµική κρίση και εξάρτηση» ή/και «οικονοµική κρίση και επανένταξη». Το πρώτο σκέλος που συσχετίζει την αποστέρηση, τον αποκλεισµό και τη φτώχεια µε τη χρήση ουσιών είναι κοινοτοπία.

Το δεύτερο, που αναδεικνύει τη συρρίκνωση των ευκαιριών επανένταξης των απεξαρτηµένων στην αγορά εργασίας, αναδεικνύεται σήµερα ως σοβαρό κοινωνικό πρόβληµα, υπό το καθεστώς της ύφεσης και της κρίσης. Ο τοµέας της ένταξης των χρηστών στην αγορά εργασίας ήταν ήδη προβληµατικός, ακόµα και σε περιόδους οικονοµικής ευηµερίας, λόγω του κοινωνικού στίγµατος που ακολουθεί τον πρώην χρήστη ουσιών. Σήµερα γίνεται ακόµα δυσχερέστερος όχι µόνο γιατί περιορίζονται οι ευκαιρίες (επαν)ένταξης στην αγορά εργασίας λόγω της αυξανόµενης ανεργίας, αλλά γιατί όλες σχεδόν οι κοινωνικές πολιτικές επανένταξης των ευπαθών κοινωνικών οµάδων είναι παραµεληµένες και αποδυναµωµένες. Η υποτροπή, η περιθωριοποίηση, η επανένταξη σε ένα προηγούµενο παθογενές περιβάλλον ακυρώνουν εκ του αποτελέσµατος την όποια προσπάθεια απεξάρτησης και επανένταξης. Η αδυναµία απορρόφησης των απεξαρτηµένων από την αγορά εργασίας και τα κοινωνικά αδιέξοδα µπορεί να (ανα)τροφοδοτήσουν µια άλλη δευτερογενή εµπλοκή µε τη χρήση, την εξάρτηση και την παρανοµία. Είναι προφανές ότι το ίδιο ισχύει και για τις υπόλοιπες ευπαθείς οµάδες πληθυσµού, περιλαµβανοµένων και των αποφυλακισµένων.

Σε περιόδους κρίσης, όπου απειλούνται η κοινωνική συνοχή και ο κοινωνικός ιστός, όπου διευρύνονται η φτώχεια, η ανεργία και ο αποκλεισµός, µε πολλαπλές επιπτώσεις σε ατοµικό και κοινωνικό επίπεδο, όπου οι δηµόσιες κοινωνικές πολιτικές παρακµάζουν, συρρικνώνονται και εκλαµβάνονται ως πολυτελείς παροχές… τότε το αυτονόητο γίνεται το ζητούµενο.

Και εδώ, δυστυχώς το αυτονόητο είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της αξιοπρέπειας.

Η Βάσω Αρτινοπούλου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Εγκληµατολογίας, αντιπρύτανης του Παντείου Πανεπιστηµίου.

ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ

Σε περιόδους κρίσης, όπου οι δηµόσιες κοινωνικές πολιτικές εκλαµβάνονται ως πολυτελείς παροχές… το αυτονόητο γίνεται το ζητούµενο