«Ένα παιδάκι μού είπε κάποτε: “Για μένα ο Θεός έχει αποφασίσει να πουλάω λουλούδια”. Το πλησίασα, του μίλησα και προσπάθησα να το κάνω να με εμπιστευτεί. Βήμα, βήμα, το έφερα σε επαφή με τα γράμματα.

Κάποια στιγμή ξετρελάθηκε. Ήθελε να μάθει τα πάντα. Υπάρχει πιο όμορφο συναίσθημα;».


Επιστρέφοντας στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 από τις ΗΠΑ, όπου είχε βρεθεί για σπουδές και εργασία, η κοινωνική λειτουργός κ. Μυρτώ Λαιμού συνάντησε μια πραγματικότητα που της προκάλεσε δυσάρεστα συναισθήματα. Δεκάδες παιδιά, κυρίως Τσιγγανόπουλα εργάζονταν μέρα- νύχτα πουλώντας λουλούδια και χαρτομάντιλα στα φανάρια. Το πρόβλημα ήταν ιδιαίτερα έντονο στην περιοχή του Κολωνού, όπου εργαζόταν, γεγονός που την ώθησε στην απόφαση να κάνει κάτι για να βοηθήσει αυτά τα παιδιά. Αφού απευθύνθηκε σε δήμους και νομαρχίες χωρίς να βρει ανταπόκριση, αποφάσισε να ενεργήσει μόνη της. Με τη βοήθεια φίλων και γνωστών, δημιουργήθηκε το 1997 το Κέντρο Συμπαράστασης Παιδιών και Οικογένειας, Μη Κυβερνητική Οργάνωση, με σκοπό να βοηθήσει τα κοινωνικώς αποκλεισμένα παιδιά να ενταχθούν στην κοινωνία και να δουν πως υπάρχουν επιλογές στη ζωή τους.

«Οι περισσότεροι Τσιγγάνοι δεν έχουν πρόσβαση στα γράμματα. Είναι αποκλεισμένοι από παντού. Έτσι, και τα παιδιά τους βρίσκονται μοιραία στην ίδια κατάσταση. Όταν το κράτος αποφάσισε να τους νομιμοποιήσει και να τους εντάξει σταδιακά στην κοινωνία, δεν φρόντισε να διαμορφώσει έτσι τους θεσμούς ώστε να μπορούν να σταθούν πράγματι ισότιμα με τον υπόλοιπο κόσμο. Πώς είναι δυνατόν να τους ζητάς πιστοποιητικά, άδειες και άλλα έγγραφα, όταν δεν ξέρει κανένας τους να διαβάζει;» λέει στα «ΝΕΑ» η κ. Λαιμού, η οποία με τη βοήθεια των εθελοντών δίνει καθημερινά αγώνα να βοηθήσει τα «παιδιά των δρόμων» να αποκτήσουν βασικές γραμματικές γνώσεις και τα απαραίτητα πιστοποιητικά, να εγγραφούν στα σχολεία και να βρουν έναν διαφορετικό δρόμο για τη ζωή τους.

Το Κέντρο προετοιμάζει τα παιδιά για το σχολείο διδάσκοντας τις δεξιότητες και τη συμπεριφορά που απαιτείται για την εγγραφή τους στα σχολεία της περιοχής, παρακολουθεί την πρόοδο και την τακτική προσέλευσή τους στο σχολείο, φροντίζει για την ενημέρωση των γονέων και την προώθηση της ενεργού συμμετοχής τους και παρέχει βοήθεια σε όσα παιδιά αντιμετωπίζουν δυσκολίες με τα μαθήματά τους. Επιπλέον, υποστηρίζει τα μεγαλύτερα παιδιά και τους εφήβους που δεν έχουν πάει ποτέ σχολείο ώστε να το πάρουν απόφαση και να το επιχειρήσουν, προσφέροντάς τους μαθήματα γραφής και ανάγνωσης.

«Τα παιδιά το λατρεύουν αυτό. Βλέπεις ότι διψούν για μάθηση. Και οι γονείς δείχνουν να καταλαβαίνουν ότι είναι αναγκαίο να αποκτήσουν τα παιδιά εφόδια για τη ζωή τους. Τα παιδιά νιώθουν το Κέντρο σαν σπίτι τους γιατί δεν διαβάζουν μόνο, αλλά έχουν τη δυνατότητα να καλύψουν και άλλες βασικές ανάγκες τους όπως είναι το φαγητό και η ατομική υγιεινή. Τα βλέπεις κάνουν σαν τρελά για να πλυθούν και να βάλουν καθαρά ρούχα», λέει η κ. Λαιμού.

Στήριξη σε οικογένειες

Παράλληλα με τις δραστηριότητες για τα παιδιά, οι οποίες περιλαμβάνουν επίσης παιχνίδια, χορό και θεατρικό παιχνίδι, λειτουργεί και κοινωνική υπηρεσία για την οικογένεια, όπου οι γονείς, κυρίως μητέρες, συζητούν τα προβλήματά τους και παίρνουν συμβουλές για το πώς πρέπει να βοηθήσουν τα παιδιά και γενικώς την οικογένεια. «Έρχονται γονείς και συζητούν για προβλήματα ενδοοικογενειακής βίας, ανεργίας και άλλα και αναζητούν λύσεις. Δεν υφίστανται μόνο τα παιδιά τις διακρίσεις και τον ρατσισμό αλλά και οι γονείς. Εμείς προσπαθούμε να τους βοηθήσουμε να ωθήσουν τα παιδιά στα γράμματα και να μην τα καταδικάζουν να πουλάνε μόνο λουλούδια στους δρόμους, αλλά να αναζητήσουν άλλες διεξόδους. Και νιώθουν όλοι πραγματικά υπερήφανοι όταν δουν πως κάποιο τελειώνει το σχολείο και βρίσκει μια καλή δουλειά. Θέλουν να του μοιάσουν, αποκτούν επιπλέον κίνητρο» σημειώνει η κ. Λαιμού.

ΕΛΠΙΔΑ

Το Κέντρο Συμπαράστασης Παιδιών και Οικογένειας ανοίγει νέους δρόμους στα παιδιά των φαναριών

«Ευαισθητοποιούνται μόνο φίλοι και εθελοντικές οργανώσεις»


ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ λειτουργεί σε ένα ενοικιαζόμενο κτίριο στην περιοχή του Κολωνού, όπου καθημερινά παρακολουθούν μαθήματα περίπου 60 παιδιά, ωστόσο, τη βοήθειά του έχουν αναζητήσει περισσότερες από 500 οικογένειες, οι οποίες είναι αρχειοθετημένες με όλα τα στοιχεία που αφορούν την κατάστασή τους. Τα λειτουργικά του έξοδα είναι πάρα πολλά, δεδομένου ότι μόνο το ενοίκιο του κτιρίου είναι 2.000 ευρώ, τα οποία καλύπτονται κυρίως από εθελοντές, αναφέρει η κ. Λαιμού: «Δυστυχώς, ευαισθητοποιούνται μόνο οι φίλοι και εθελοντικές οργανώσεις, που μας προσφέρουν καθημερινά πάρα πολλά πράγματα, όπως ρούχα, σχολικά είδη και παιχνίδια για τα παιδιά, ενώ ένα μικρό ποσό μάς δίνει το τελευταίο διάστημα το υπουργείο Υγείας. Τα έξοδα, ωστόσο, είναι πολύ περισσότερα και χρειάζονται από την Πολιτεία και τους φορείς και χρήματα. Ευτυχώς για μας, το μεσημεριανό φαγητό καλύπτεται και από τον Δήμο Αθηναίων, που είναι μια πολύ σημαντική βοήθεια».

Παρ΄ όλη την φυσική κούραση που της έχει δημιουργηθεί από τα χρόνια της δύσκολης προσπάθειας, η κ. Λαιμού δεν δείχνει διατεθειμένη να εγκαταλείψει, παίρνοντας θάρρος και δύναμη από τα ίδια τα παιδιά. «Τα Τσιγγανόπουλα δεν είναι διαφορετικά παιδιά. Είναι γελαστά, χαρούμενα, παιδιά γεμάτα ζωντάνια, όπως όλα. Βλέπεις τα πρόσωπά τους να λάμπουν από ευτυχία, όταν νιώθουν πως μαθαίνουν κάτι καινούργιο. Δεν πιστεύω πως τα “πριγκιπόπουλα” έχουν διαφορετικό πρόσωπο», υποστηρίζει η κ. Λαιμού.