Οι σαράντα πέντε οικισμοί του Ζαγορίου είναι κτισμένοι σε υψόμετρο από 800

μέχρι 1.300. Στην περιοχή ευδοκιμούν το πεύκο, το έλατο και η δρυς. Οι

συνθήκες είναι ιδανικές για εγκατάσταση και διαμονή. Στη ζώνη των οικισμών τα

χιόνια δεν διατηρούνται για μεγάλα χρονικά διαστήματα. H γεωργία, η οποία

περιορίζεται σε λίγα κηπευτικά, αναπτύσσεται κατά κανόνα μέσα και γύρω από

τους οικισμούς. H οικόσιτη κτηνοτροφία εξυπηρετείται από εκείνους τους

βοσκότοπους που βρίσκονται διάσπαρτοι στα κενά διαστήματα των δασών της δρυός.

Αντίθετα, η αγελαία κτηνοτροφία, η οποία ακολουθεί τις εποχές του έτους,

εκμεταλλεύεται αποκλειστικά και μόνο κατά τη διάρκεια του θέρους τους αλπικούς

βοσκότοπους.

Τα γύρω από τους οικισμούς δάση όχι μόνο συγκρατούν το νερό της βροχής, αλλά

αποτρέπουν και τη διάβρωση των εδαφών, προμηθεύουν επίσης την απαιτούμενη

οικοδομική ξυλεία, προσφέρουν τα απαραίτητα καυσόξυλα και τροφοδοτούν με

«κλαρί» τα κοπάδια, δηλαδή συμπληρώνουν την τροφή της οικόσιτης κτηνοτροφίας.

Σ’ αυτή τη ζώνη επίσης οι αποστάσεις στον χώρο μοιράζονται τόσο για τις

τοπικές ανάγκες όσο και για τις απαραίτητες επικοινωνίες με τους γειτονικούς

οικισμούς. Με δυο λόγια, μια οργανική τάξη και μία ιεράρχηση των

δραστηριοτήτων επικρατούν στο ζαγορίσιο χώρο, συνθήκες οι οποίες εξηγούν,

μεταξύ άλλων, την αρμονία και την ισορροπία του ανθρώπου με το φυσικό

περιβάλλον.

O M. Αράπογλου είναι αρχιτέκτονας και διδάκτορας Κοινωνικής και

Οικονομικής Γεωγραφίας του Πανεπιστήμιου Παρισίων