H ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΗ πορεία προς το δημοψήφισμα είναι μια πορεία συνεχών

ανατροπών. Βρισκόμαστε σε απόσταση αναπνοής από τη λύση (ή τη μη λύση) του

Κυπριακού στη βάση ενός ομόσπονδου κράτους, και παρ’ όλα αυτά η τουρκοκυπριακή

κοινότητα παραμένει ένας σχετικά άγνωστος συνοδοιπόρος στην πορεία προς την

ομοσπονδιακή λύση. Όμως, για να φτάσουμε στο Σχέδιο Ανάν – όσο προβληματικό κι

αν θεωρείται από κάποιους αυτό – σημαίνει ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά βρέθηκε

στην ίδια τροχιά με την ελληνοκυπριακή, συμμερίστηκε ένα μίνιμουμ θεμελιωδών

αρχών για την επανένωση του νησιού.

Το να βρεθεί ωστόσο η τουρκοκυπριακή κοινότητα στην ίδια τροχιά με την

ελληνοκυπριακή δεν ήταν ούτε απλή ούτε αυτονόητη υπόθεση. H δεδομένη,

αδιάλλακτη θέση του Ραούφ Ντενκτάς, που συμπυκνωνόταν στην αρχή της ύπαρξης

δύο ανεξάρτητων κρατών, βασιζόταν στο επιχείρημα ότι οι δύο πληθυσμοί και κατ’

επέκταση οι Έλληνες και οι Τούρκοι είναι προαιώνιοι εχθροί και δεν μπορούν να

ζήσουν μαζί, βασιζόταν επίσης στην αλαζονεία της «νίκης» του ’74. Για να

περάσει η τουρκοκυπριακή κοινότητα από αυτή την αδιάλλακτη θέση στη θέση της

ομόσπονδης λύσης ως της μοναδικής λύσης για το Κυπριακό χρειάστηκαν πολλές

μικρότερης ή μεγαλύτερης σημασίας ανατροπές στο εσωτερικό της. Κάτι που

αγνοούμε ή υποτιμάμε, είναι η σημασία των ανατροπών που σημειώθηκαν στην

τουρκοκυπριακή κοινότητα εδώ και κάποια χρόνια. Οι ανατροπές αυτές που

πύκνωσαν από το 2000 και μετά αναδείχθηκαν στο πλαίσιο ενός μαζικού κινήματος

που συγκροτήθηκε στην κυριολεξία στους δρόμους και τα πεζοδρόμια της

κατεχόμενης Λευκωσίας, και όχι μόνο. Από το καλοκαίρι του 2000 μέχρι τον

Δεκέμβριο του 2003 (τουρκοκυπριακές εκλογές) 50.000 και πλέον Τουρκοκύπριοι

βρίσκονταν σε καθημερινή βάση στους δρόμους με κυριότερα συνθήματα: «Κάτω το

Σουλτανάτο του Ντενκτάς», «Οι Ελληνοκύπριοι δεν είναι εχθροί μας, εχθροί μας

είναι αυτοί που μας απομονώνουν από τον κόσμο», «H Κύπρος είναι η κοινή μας

πατρίδα», «Λύση και Ευρωπαϊκή Ένωση».

ΣΕ AYTA TA ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ, και σε άλλα πολλά παρόμοια, συμπυκνώθηκε επί τρία

χρόνια όλος ο αγώνας ενός πληθυσμού, τον οποίο η εισβολή και η κατοχή, που

μικροπρόθεσμα μπορεί να βιώθηκε ως «εθνοσωτήρια επιχείρηση», μεσοπρόθεσμα και

μακροπρόθεσμα στην κυριολεξία τον γονάτισε εξίσου, αν όχι πολύ παραπάνω, με

τον ελληνοκυπριακό πληθυσμό. Οι Τουρκοκύπριοι, λοιπόν, από το 2000 και μετά

αποφασίζουν να πάρουν τη μοίρα τους στα χέρια τους, σε σύγκρουση με τον

Ντενκτάς και μέσω του Ντενκτάς σε σύγκρουση με τους εθνικιστικούς,

στρατοκρατικούς κύκλους της Τουρκίας. Κατ’ αρχήν πιέζουν τον Ντενκτάς να

ξανακαθήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους Ελληνοκυπρίους, τις

οποίες αυτός είχε εντελώς εγκαταλείψει μπλοκάροντας έτσι οποιαδήποτε

προσπάθεια για εξεύρεση λύσης. Αυτή η έντονη πίεση στον Ντενκτάς, που είχε ως

αποτέλεσμα την υποχώρηση του τελευταίου, έθεσε τα θεμέλια για την αμφισβήτηση

του Ντενκτάς, τόσο σε τουρκοκυπριακό όσο και σε τουρκικό επίπεδο ως «εθνάρχη»

και σωτήρα των Τουρκοκυπρίων. Συγχρόνως, σε αυτή την πρώτη φάση τίθενται τα

θεμέλια για τη γεφύρωση του χάσματος ανάμεσα στους δύο πληθυσμούς.

H ΠΡΩΤΗ ΦΑΣΗ της μαζικής κινητοποίησης των Τουρκοκυπρίων κλείνει με την

κατάθεση του Σχεδίου Ανάν στις αρχές Δεκεμβρίου του 2002. Αμέσως ξεκινά η

δεύτερη φάση, πιο μαζική, πιο μαχητική και οργανωτικά ενισχυμένη. Στο πλαίσιο

των κινητοποιήσεων συγκροτείται η περίφημη τουρκοκυπριακή αντιπολίτευση με

ηγετικές φυσιογνωμίες τον Μεχμέτ Αλή Ταλάτ και τον Μουσταφά Ακιντζί. Τα

συνθήματα που κυριαρχούν σε αυτόν τον νέο κύκλο διαδηλώσεων είναι: «Το

Κυπριακό δεν είναι στρατιωτικό αλλά πολιτικό πρόβλημα», «Θέλουμε να ζήσουμε με

τους Ελληνοκυπρίους και με τον κόσμο», «Λύση βάσει του Σχεδίου Ανάν». Αν η

τουρκοκυπριακή αντιπολίτευση αγωνίζεται στους δρόμους για να διαμορφώσει

«ομοσπονδιακές» συνειδήσεις, ο Ντενκτάς αγωνίζεται στα εθνικιστικά παρασκήνια

της Τουρκίας (όπως πάντα άλλωστε) για να διαμορφώσει κλίμα πατριωτικής

έξαρσης. Επικαλείται το εθνικό αίσθημα των Τούρκων εναντίον του προαιώνιου

εχθρού («η Κύπρος δεν θα γίνει μια νέα Κρήτη»), επικαλείται τον

«αντιιμπεριαλισμό» των Τούρκων («η Δύση ευνοεί πάντα την Ελλάδα και τους

Ελληνοκυπρίους», «είμαι ο τελευταίος αντιιμπεριαλιστής ηγέτης μαζί με τον

Γιασέρ Αραφάτ στη Μέση Ανατολή»). H μάχη ανάμεσα στα δύο μέτωπα είναι σκληρή

και καθημερινή, το μέτωπο ωστόσο της τουρκοκυπριακής αντιπολίτευσης κερδίζει

συνεχώς έδαφος. Το Σχέδιο Ανάν, η προοπτική της ένταξης στην E.E. και κυρίως ο

διάλογος ανάμεσα στην αντιπολίτευση και μια «άλλη» Τουρκία, η οποία

περιθωριοποιεί τον Ντενκτάς δημιουργούν μια νέα ισχυρή δυναμική στην

τουρκοκυπριακή κοινότητα.

H οριακή νίκη της αντιπολίτευσης στις εκλογές του 2003 σηματοδοτεί την

αρχή μιας νέας εποχής, έναν σημαντικό σταθμό της κυπριακής ιστορίας. H πορεία

μέχρι το δημοψήφισμα είναι μια πορεία συνεχών ανατροπών που επέφερε η

τουρκοκυπριακή αντιπολίτευση σε μια κοινότητα, στην οποία η παρουσία και η

αδιαλλαξία του Ντενκτάς φαίνονταν σταθερές και αιώνιες.

H Σία Αναγνωστοπούλου είναι επίκουρος καθηγήτρια στο Πάντειο

Πανεπιστήμιο