Στις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου δώσαμε μια δύσκολη, αλλά και ωραία, μάχη

μαζί με τους πολίτες της Θεσσαλονίκης για το μέλλον της πόλης και την

καθημερινή τους ζωή. Η μάχη αυτή ενάντια σε όλους τους οιωνούς έγινε με

αγωνιστικότητα, ήθος και αξιοπρέπεια. Είναι αλήθεια ότι ο στόχος μας ήταν πολύ

υψηλότερος και έφθανε στη μακρινή, όπως τελικά αποδείχθηκε, προοπτική της

μεγάλης ανατροπής στη διοίκηση του Δήμου ή, τουλάχιστον, σε μια αναμέτρηση δύο

γύρων. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, το τελικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να

θεωρηθεί ως θετικό και εύλογα προκύπτουν ερωτήματα για την εκτίμηση και την

αιτιολόγησή του.

Σχετικά με το ζήτημα αυτό χρειάζεται σοβαρή και νηφάλια συζήτηση στη δημοτική

παράταξη ή σε άλλα όργανα, που θα γίνει με συντεταγμένες διαδικασίες μόλις

έλθει ο κατάλληλος χρόνος. Προκαταρκτικά θα μπορούσε πάντως κανείς να αναφέρει

ορισμένους βασικούς λόγους που επηρέασαν τελικά και το εκλογικό αποτέλεσμα.

Κάποιους από αυτούς θα προσπαθήσω να σκιαγραφήσω ενδεικτικά στη συνέχεια,

χωρίς υποχρεωτική ιεράρχηση:

α). Η χρόνια αντίθεση μεταξύ Θεσσαλονίκης και Αθήνας (το τραύμα της

πόλης) που οξύνθηκε τα τελευταία χρόνια λόγω των έργων των Ολυμπιακών Αγώνων

και μεταφράζεται σε έντονη αντικυβερνητική διαμαρτυρία για τις καθυστερήσεις

στα έργα υποδομής. Το γεγονός ότι αρνηθήκαμε να εκμεταλλευτούμε περιστασιακά

το πραγματικό αυτό πρόβλημα, πιστεύοντας πως η πόλη πρέπει να αποκτήσει

περισσότερη αυτοπεποίθηση, θα βοηθήσει μακροπρόθεσμα τη χειραφέτησή της. Αυτό

δεν ήταν όμως δυνατό να αφομοιωθεί προεκλογικά καθώς σκεπάστηκε από τις

δημαγωγικές κραυγές και τον καταγγελτικό λαϊκισμό που κυριάρχησε.

β). Το κυρίαρχο συντηρητικό κλίμα που επικρατεί στην πόλη εδώ και πολλά

χρόνια (όπως φάνηκε και στις εκλογές για τη Νομαρχία). Αυτός ο ιδιότυπος

συντηρητισμός της Θεσσαλονίκης ξεπερνά τις κοινοτοπίες του στενού κομματικού

διαχωρισμού και αφορά μία συγκεκριμένη λογική που διαμορφώνει τελικά μία

κλειστοφοβική και εσωστρεφή νοοτροπία με έντονα εθνικιστικά ή τοπικιστικά

χαρακτηριστικά. Πώς μπορεί, αλήθεια, μια πόλη τόσο ζωντανή, νεανική και

σύγχρονη να γίνεται ταυτόχρονα τόπος καψίματος βιβλίων, παραθρησκευτικών

υπερβολών, συλλαλητηρίων μίσους και παρεμπόδισης επιστημονικών συνεδρίων;

Υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, μια ολόκληρη πόλη δυναμική και δημιουργική που

είναι κρυμμένη μέσα σε μιαν άλλη. Την πόλη αυτή αναζητούμε και το πρόσωπό της

πρέπει άμεσα να αποκαλύψουμε και να αναδείξουμε.

γ). Τα αξεπέραστα οργανωτικά και οικονομικά προβλήματα που έφθασαν στο

αποκορύφωμά τους την ημέρα των εκλογών και πρέπει να αναλυθούν και να

εκτιμηθούν μέσα από τις διαδικασίες της παράταξης, ώστε να μην επαναληφθούν.

Μια μάχη για τη διεκδίκηση της αλλαγής στη διοίκηση ενός δήμου προϋποθέτει

μηχανισμούς και οργανωτικό εξοπλισμό απαλλαγμένους από ερασιτεχνισμό και

αναποτελεσματικότητα.

δ). Η έλλειψη συστηματικής αντιπολίτευσης στο δημοτικό συμβούλιο

την τελευταία τετραετία που επέτρεψε την παγίωση της εικόνας του

επιτυχημένου δημάρχου και του σημαντικού έργου. Η εικόνα αυτή ήταν πολύ

δύσκολο να ανατραπεί και να αλλάξει μέσα σε λίγους προεκλογικούς μήνες, και

μάλιστα χωρίς τη δυνατότητα ανάπτυξης πολιτικού διαλόγου. Δεν οργανώθηκε ούτε

μία σοβαρή και ουσιαστική αντιπαράθεση, αλλά πρόχειρες, ρηχές και μονότονες

τηλεοπτικές συζητήσεις, χωρίς κανόνες, στις οποίες μάλιστα κυριάρχησε το

παράδοξο πολιτικό φαινόμενο να συμμαχούν με τον κ. Παπαγεωργόπουλο οι άλλοι

δύο υποψήφιοι, οι οποίοι δεν έστρεψαν ποτέ την κριτική τους στη σημερινή

διοίκηση του δήμου. Έτσι, το σύνθημά μας «ο βασιλιάς είναι γυμνός» δεν το

πίστεψαν τελικά πολλοί, γιατί όχι μόνο δεν διαθέταμε πια την αθωότητα ενός

παιδιού αλλά και γιατί η φωνή μας δεν ακούστηκε δυνατά και καθαρά.

ε). Επικοινωνιακή αδυναμία να ξεπεραστούν όλα τα παραπάνω προβλήματα,

για αντικειμενικούς λόγους (οικονομική δυσπραγία, αποκλεισμός από την TV 100,

ελάχιστη προβολή των θέσεών μας από τα κανάλια και τις εφημερίδες), αλλά και

γιατί η τακτική μας δεν μπόρεσε να κινηθεί αρμονικά ανάμεσα στην ανάγκη για

υψηλούς τόνους και στη διατήρηση του ιδιαίτερου τρόπου έκφρασης του

συνδυασμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το ότι ακόμη και από την υπόθεση των

σκουπιδιών ο κ. Παπαγεωργόπουλος κατάφερε να αποφύγει τελικά τις αρνητικές

επιπτώσεις, παρά το γεγονός ότι με την παράλογη και αδικαιολόγητη επιμονή του

οδήγησε την πόλη σε τρομερό αδιέξοδο.

Δεν αναφέρω όλα τα παραπάνω αναζητώντας δικαιολογίες και είναι βέβαιο πως

υπάρχουν πολλές ακόμη αιτίες που θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν το τελικό

αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών της Θεσσαλονίκης. Καταγράφω αυτές τις σκέψεις

για να τροφοδοτήσω μια ζωντανή και γόνιμη συζήτηση στη δημοτική παράταξη, ώστε

να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι και περισσότερο αποτελεσματικοί την

επόμενη φορά.

Σε ό,τι με αφορά προσωπικά, χαίρομαι γιατί ακολούθησα, ακόμη μία φορά, το

ταξίδι του Οδυσσέα. Και όσοι μοιράστηκαν την περιπέτεια αυτή ξέρουν καλά ότι

προσπάθησα, όπως θα έλεγε και ο Σεφέρης, με όλο το φως και το σκοτάδι που

είχα. Το όραμα που αναζητήσαμε (και θα συνεχίσουμε να το αναζητούμε) δεν είναι

πουθενά, παρά κυκλοφορεί μέσα στις φλέβες των πολιτών της Θεσσαλονίκης. Και

είναι βέβαιο πως κάποια στιγμή θα γίνει πραγματικότητα.

Ο Σπύρος Βούγιας είναι βουλευτής Επικρατείας και δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης.