Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών απετέλεσε σημείο αιχμής για τον υπουργό

Παιδείας, ο οποίος μέσα στο καλοκαίρι, εσπευσμένα, εκτιμώντας ότι ωρίμασαν οι

συνθήκες, δίνει στους φορείς το σχέδιο νόμου «Οργάνωση των περιφερειακών

υπηρεσιών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, αξιολόγηση του

εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών και άλλες διατάξεις», καλοκαίρι και

πάλι για να υπάρξει και «χρόνος» για… διάλογο μέχρι 31.8.2001!!! θέτοντας

ουσιαστικά τους εκπαιδευτικούς εκτός… Στα 6 άρθρα του σχεδίου νόμου το

τελευταίο κρίθηκε απαραίτητο για να ιδρυθεί ο Οργανισμός Επιμόρφωσης

Εκπαιδευτικών (ΟΕΠΕΚ)…

Με τη νομοθετική ρύθμιση για την επιμόρφωση (στο άρθρο 6 του σχεδίου νόμου)

επιχειρείται να προσπεραστεί, χωρίς να είναι δεσμευτική, η επιστημονική

συζήτηση που είχε αρχίσει για την επιμόρφωση και έθετε θέματα σε σχέση με τον

τύπο και τις μορφές της και μάλιστα υπήρξε δριμεία κριτική για το ότι τελικά

ήταν εξωτερική σε σχέση με τις ανάγκες των εκπαιδευτικών της πράξης, χωρίς να

καθιερώνει διαδικασίες που να κινητοποιούν τον εκπαιδευτικό να συμμετέχει

ενεργά στην επιμόρφωση. Με το σχέδιο νόμου, μάλιστα, πηγαίνουμε πίσω, αφού με

το να ρυθμιστεί μόνο το θεσμικό πλαίσιο, και μάλιστα με την επιλογή της

ίδρυσης Οργανισμού Επιμόρφωσης, η επιστημονική συζήτηση μπαίνει, για το ΥΠΕΠΘ,

στην άκρη και θα αποπειραθούν να διαμορφωθεί σύμφωνα με τους όρους που

επιβάλλει η επιλογή της ίδρυσης Οργανισμού…

Για την επιμόρφωση, λοιπόν, επελέγη ένα ιδιαίτερα ευέλικτο σχήμα οργάνωσης,

αυτό του Οργανισμού ΝΠΙΔ που υφίσταται έξω από το κράτος και τον δημόσιο

έλεγχο και κυρίως δεν υπόκειται στους περιορισμούς του δημόσιου λογιστικού. Ως

θεσμός είναι σχετικά αυτονομημένος αλλά στην ουσία «υπό κηδεμονία», δεν έχει

επιστημονικά χαρακτηριστικά όπως έχουν τα Ινστιτούτα (ή τα ΑΕΙ), πρόκειται για

έναν γραφειοκρατικό συγκεντρωτικό μηχανισμό που συντονίζει και ελέγχει τις

άλλες δημόσιες δομές. Λειτουργεί εν μέρει έξω από τον κοινοβουλευτικό έλεγχο,

όσο για τις αποφάσεις του Οργανισμού εν μέρει πολιτικά φέρει την ευθύνη ο

ΥΠΕΠΘ, πέραν αυτού τίποτα άλλο, κανείς έλεγχος!!!

Αυτή λοιπόν τη φορά η αξιολόγηση (που την γραφειοκρατικού τύπου ιεραρχική δομή

της καθορίζουν τα άρθρα 1-5 του σχεδίου νόμου) «συνδέεται» με την επιμόρφωση

με μια εξωτερική σύνδεση γραφειοκρατικού τύπου, χωρίς οριζόντια ή άλλη

επικοινωνία. Σ’ ένα, λοιπόν, διακριτό ιεραρχημένο πλαίσιο… συνωστίζονται

«υπό κηδεμονία» όλες, και από οπουδήποτε προερχόμενες μορφές και τύποι

επιμόρφωσης, αλλά και η υλοποίηση επιμορφωτικών δράσεων… με υποδηλούμενο

στόχο κυρίως την ένταξη και την προσαρμογή των εκπαιδευτικών και διατηρώντας

τους αμέτοχους στην εξουσία της γνώσης…

Αναλυτικά το σχέδιο νόμου προβλέπει:

Ο Οργανισμός Επιμόρφωσης των Εκπαιδευτικών (ΟΕΠΕΚ), Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού

Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα εποπτεύεται από τον ΥΠΕΠΘ και διοικείται

από επταμελές διοικητικό συμβούλιο.

Οι σκοποί του ΟΕΠΕΚ, όπως περιγράφονται, καταδείχνουν όσα προαναφέραμε σχετικά

με την υπερσυγκέντρωση και τον έλεγχο κάθε επιμόρφωσης, ανάμεσα σ’ άλλα ο

Οργανισμός αναλαμβάνει «την ανάθεση επιμορφωτικού έργου σε αρμόδιους φορείς

αλλά και τη σύσταση αυτοτελών επιμορφωτικών κέντρων και μονάδων», την κατανομή

και τη διαχείριση της «πίτας» που διατίθεται για την επιμόρφωση των

εκπαιδευτικών και την «πιστοποίηση φορέων και τίτλων στον τομέα της

επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών»!!!

Θεσμοθετείται τελικά ένας ανεξέλεγκτος και πρωτοφανής υπερσυγκεντρωτισμός,

εκτός μάλιστα των κοινοβουλευτικών δομών δημοσίου ελέγχου. Προβλέπεται ακόμα

να ρυθμίζονται με αποφάσεις του ΥΠΕΠΘ θέματα όπως: «των ειδικότερα

επιδιωκόμενων σκοπών του Οργανισμού, της διαχείρισης της περιουσίας και της

διαχείρισης των πόρων του Οργανισμού».

Καθορίζοντας ο ΟΕΠΕΚ τα επιμορφωτικά προγράμματα υπό καθεστώς κηδεμονίας (μέσα

από το πεντάπτυχο: συντονισμός, κατάρτιση, ανάθεση, κατανομή και πιστοποίηση)

ουσιαστικά περιορίζει την πρωτοβουλία των επιμορφωτικών φορέων σε εφαρμογές

και υλοποιήσεις οδηγιών, αποκλείοντας με τον τρόπο αυτό δραστηριότητες

ανατροφοδότησης για κάλυψη διαφοροποιημένων αναγκών (τοπικών ή άλλων).

Τελικά η επιμόρφωση θεσμοθετείται για να λειτουργήσει σαν ένα απλό «κουτί

αντήχησης», ένα όργανο μεταφοράς ιδεολογικών επιλογών και εκτέλεσης εντολών…

Όλος ο μηχανισμός που θεσμοθετείται για την επιμόρφωση δεν είναι δίπλα στον

εκπαιδευτικό, χτίζεται πάνω του για να τον εποπτεύει, τον συντονίζει, τον

παρακολουθεί, τον αξιολογεί, τον «επιμορφώνει», τον ομογενοποιεί, τον

κανονικοποιεί…

Γιατί λοιπόν νέος μηχανισμός, με ποιο στόχο και γιατί τώρα;

Ο μηχανισμός έχει «νέες» ανάγκες να προωθήσει και παρουσιάζει αποκλίσεις μη

ανεκτές πλέον από το σύστημα, αφού οι αλλεπάλληλες κινητοποιήσεις των μαθητών

και εκπαιδευτικών του έχουν καταφέρει στρατηγικά χτυπήματα.

Ο στόχος είναι, ο επαναπροσδιοριζόμενος νέος μηχανισμός να επιδράσει επί της

υπάρχουσας συλλογικότητας και να διασπάσει την πολλαπλότητα σε ατομικότητες,

έπειτα μέσα από την αξιολόγηση και την επιμόρφωση θα διαμορφώσει τις νέες

ατομικότητες, με βάση τις ανάγκες της εξουσίας, και αυτές με τη σειρά τους θα

συναποτελέσουν τη νέα συλλογικότητα, η οποία θα εκτελεί τις επιταγές του

εξουσιαστικού μηχανισμού…

Αυτονόητο είναι ότι παράλληλα θα αναπτυχθούν και οι αντιστάσεις των

εκπαιδευτικών και, κατά την άποψή μας, είναι ευκαιρία να διαμορφωθεί το νέο

συλλογικό υποκείμενο που θα υπηρετήσει την κοινωνία και τον άνθρωπο.

Η Αγγελική Χρονοπούλου και ο Κωνσταντίνος Γιαννόπουλος είναι

εκπαιδευτικοί μαθηματικοί, εκδότες του περιοδικού «Σύγχρονη Εκπαίδευση».