Οι αιφνίδιες νέες φλόγες στη Μέση Ανατολή και χωρίς ένα νέο Γιομ-Κιπούρ ’73

κάνουν πιο σκοτεινό και απειλητικό το σύννεφο γύρω από το «αίνιγμα» που εδώ

και καιρό περιβάλλει τις τιμές του αργού.

Εξάλλου η συνάντηση των πετρελαιοπαραγωγών χωρών στο Καράκας της Βενεζουέλας

δεν ασχολήθηκε καν με αυτές. Όλα τα παρέπεμψε στις ομοειδείς συνάξεις των

πετρελαιοπαραγωγών χωρών τον μήνα Νοέμβριο. Όμως, ακόμη και έτσι, ορισμένα από

τα οριστικά συμπεράσματα της εκτίναξης της τιμής του πετρελαίου από τα 10-12

στα 30-40 δολάρια ήδη είναι λίγο – πολύ γνωστά και ξεκαθαρισμένα. Έτσι, μετά

τα όσα συνέβησαν στη διετία 1998 – 2000, είναι βέβαιο ότι:

α) Η εκτίναξη από τα 10-12 στα 35-40 δολ., με ισοτιμία δολαρίου 1/0,85

ευρώ, κατέπληξε περιέργως πολλούς. Ακόμη και μεγάλες και σοβαρές κυβερνήσεις.

Και όμως, οι ανατροπές εδώ και καιρό έμοιαζαν αναπόφευκτες.

β) Την τελική τιμή του αργού στο εγγύς μέλλον δεν μπορεί να ρυθμίσει ή

να εγγυηθεί μία και μόνη δύναμη ή ένας και μόνο άνθρωπος, ακόμη και αν είναι

οι ΗΠΑ και ο πλανητάρχης Κλίντον. Οι περιστάσεις δεν υπακούουν και δεν

«ρυθμίζονται» μόνο με εντολές ή απειλές.

γ) Η τελική τιμή του αργού στο άμεσο χρονικό διάστημα δεν είναι

οριστικά και τελεσίδικα γνωστή. Όμως, είναι τελεσίδικα γνωστό ότι ο πόλεμος

για τις τιμές του πετρελαίου (με υπερτιμημένο δολάριο) δεν έληξε. Ούτε αυτό θα

γίνει σύντομα. Οι τιμές δεν γυρίζουν πίσω, εξάλλου η σταθεροποίηση κάτω από τα

30 δολάρια το βαρέλι αργεί.

δ) Ο σχηματισμός «έκτακτου» αποθεματικού αργού λόγω επερχόμενων κρίσεων

ήταν αναγκαίος. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο σήμερα, αλλά δεν αρκεί πια γιατί

εκτός από αυτό απαιτούνται και ενεργειακές αναδιαρθρώσεις με βάση διαφορετικό

μείγμα από ενεργειακό υλικό. Η κρίση δεν τελειώνει.

ε) Τα τρέχοντα οικονομικά μεγέθη εντός εθνικών οικονομιών ­ όπως η

Ελλάδα ­ των πετρελαιοεισαγωγέων χωρών θα έχουν επιπτώσεις σε: α) αύξηση

πληθωρισμού, β) αύξηση δημόσιου χρέους, γ) μείωση των συναλλαγματικών

αποθεμάτων και δ) μείωση των δημόσιων εσόδων που όπως είναι αυτονόητο θα

τινάξουν «στον αέρα» πολλούς εθνικοοικονομικούς υπολογισμούς και σχεδιασμούς.

στ) Οι κοινωνικές συνέπειες λόγω του επηρεασμού της

οικονομικοκοινωνικής ζωής με τη δραστική μείωση εισοδημάτων των πολιτών και

των οικονομικοκοινωνικών ομάδων θα είναι σημαντικές, ίσως καταλυτικές. Τα

ατομικά και συλλογικά εισοδήματα μειώνονται. Η ατομική και συλλογική

συμπεριφορά μεταβάλλεται.

ζ) Τρία είναι τα δυνατά σενάρια για την πορεία της τιμής του αργού στην

περίοδο που έχει οριστικά ανοίξει και η οποία πρόκειται να είναι ριζικά

διαφορετική από αυτή που γνωρίσαμε την τελευταία 10ετία του 20ού αιώνα.

Σενάριο καλό: 25-30 δολάρια το βαρέλι.

Σενάριο μέτριο: 30-35 δολάρια το βαρέλι.

Σενάριο κακό: 35-40 και άνω δολάρια το βαρέλι.

η) Το πιθανότερο σενάριο για το άμεσο μέλλον είναι το 3ο σενάριο, 35-40

και άνω δολάρια το βαρέλι. Σε εκείνη την περίπτωση και οι άμεσες οικονομικές

και δημοσιονομικές συνέπειες στο σύνολο της κοινωνικής και οικονομικοπολιτικής

ζωής και κρατικού σχεδιασμού ασφαλώς θα είναι οδυνηρές. Είναι χαρακτηριστικό

ότι πριν από λίγες ημέρες, ενώ η τιμή εκινείτο κάτω από 35 δολάρια το βαρέλι,

το ΔΝΤ (διευθυντής Michel Mousa) στην Πράγα έλεγε:

Πρώτον: Η ανάπτυξη της οικονομίας κατά 4,2% που προβλέπεται για το 2001 δεν

εμφανίζεται πλέον εφικτή.

Η αύξηση του ενεργειακού κόστους παγκοσμίως, κατά 200 δισ. δολάρια, μέχρι

τώρα, αναθεωρεί το ποσοστό ανάπτυξης προς τα κάτω, μέχρι και 0,50%.

Δεύτερον: Από δω και πέρα κάθε αύξηση κατά 5 δολάρια το βαρέλι για

παρατεταμένο χρονικό διάστημα μειώνει κατά 0,2% το ΑΕΠ των μεγαλύτερων

βιομηχανικών χωρών κατ’ έτος. Βαρύτερο πλήγμα θα υποστούν οι

πετρελαιοεισαγωγείς χώρες (ιδέ Ελλάδα), όπου είναι δυνατόν η απώλεια να

κυμανθεί από το 0,2% έως το 0,5% κατ’ έτος.

θ) Αν και είναι αληθινό ότι την έκρηξη προς τα πάνω την προκάλεσε η

πελώρια ανισότητα των χρεών των πετρελαιοπαραγωγών χωρών του Τρίτου Κόσμου σε

σύγκριση και σχέση με τις χαμηλές και καθημερινές τιμές πετρελαίου στα 10-12

δολάρια το βαρέλι, εν τούτοις οι νέες τιμές ­ με εξαίρεση τις υπέρχρεες

πετρελαιοπαραγωγές χώρες ­ καθιστούν όλες τις άλλες ακόμη πιο φτωχές.

ι) Η ευρωπαϊκή συνοχή και ενότης δέχεται αναμφισβήτητο πλήγμα. Οι

πολιτικοοικονομικές επιπτώσεις εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ευρωπαϊκών

Κοινωνιών και των κρατών – μελών και της Ευρώπης θα είναι αποφασιστικές για

τις διαδικασίες των πολιτικών και οικονομικών ολοκληρώσεων, αλλά και για την

κοινωνική συνοχή των λαών των κρατών και της περιοχής, αφού είναι φυσικό άτομα

και σύνολα να συμπεριφερθούν ατομοκρατικά και εγωιστικά. Οι ευθνοκεντρικές

επιλογές επανέρχονται.

Για τους πιο πάνω και πολλούς άλλους λόγους χρειάζονται επιτέλους αποφάσεις:

1) Έχουμε ανάγκη από νέα σενάρια και σχεδιασμούς που δεν θα παίρνουν

σαν δεδομένο ότι το πετρέλαιο θα κινηθεί όπως παλιά στη ζώνη των 10-20

δολαρίων το βαρέλι. Αντίθετα, θα επιχειρούν τη χάραξη μιας εθνικής ενεργειακής

πολιτικής με γενναίες αναδιαρθρώσεις στα μείγματα ενεργειακών υλικών και νέες

υποθέσεις στις αφετηρίες οικονομικής πολιτικής.

Εξάλλου, έχουμε ανάγκη από την οργανωμένη παρέμβαση κρατικών και ιδιωτικών

φορέων στη λογική: α) βραχυχρόνιας κρίσης, β) μεσοχρόνιας κρίσης, γ)

μακροχρόνιας κρίσης ανάλογα με τις τελικές τιμές του αργού και αντίστοιχα προς

τις διακυμάνσεις της τιμής που με γνώμονα 1) την ορθολογική χρήση ενέργειας

και 2) την εξοικονόμηση ενέργειας θα επιχειρούν να μικρύνουν την ανυπόφορα

βαριά ζημιά από την πετρελαϊκή κρίση.

2) Η Ε.Ε. βαρύνεται με την άμεση προετοιμασία μέτρων και προγραμμάτων

άμεσης, μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης προοπτικής από την Ευρώπη. Η γραμμή

πανευρωπαϊκά πρέπει να έρθει από την Ε.Ε. Σε τέτοιες ώρες η απραξία είναι

παθητική συμβολή στην κρίση.

Όσοι έχουν την ευθύνη αποφάσεων πρέπει γρήγορα να αντιληφθούν ότι:

Καλώς Κυβερνάν = Βλέπειν και Προβλέπειν.

Κακώς Κυβερνάν = μη Βλέπειν και μη Προβλέπειν.

Ποτέ μη Βλέπειν και μη Προβλέπειν = Μη Κυβερνάν.

Ο Ελευθέριος Βερυβάκης είναι τέως υπουργός